Νέα τροπή παίρνει η κρίση με το ελαιόλαδο, καθώς μετά τη συγκυριακή αύξηση που σημείωσε η ελληνική παραγωγή κατά την προηγούμενη περίοδο, για την περίοδο 2023/24 εκτιμάται ότι θα είναι μειωμένη κατά 55%, την ώρα που συνεχίζονται τα προβλήματα και σε άλλες μεγάλες παραγωγούς χώρες, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για συνεχή αύξηση των τιμών.
Πεσμένη είναι η παραγωγή και στις υπόλοιπες ελαιοπαραγωγούς ευρωπαϊκές χώρες Ισπανία και Ιταλία λόγω της ξηρασίας, των πυρκαγιών και συνολικά των κακών καιρικών συνθηκών. Σύμφωνα με στοιχεία της της Εθνικής Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Ελαιολάδου (ΕΔΟΕ) η παραγωγή της Ισπανίας θα παραμείνει και την περίοδο 2023/24 καθηλωμένη σε πολύ χαμηλά επίπεδα, μόλις 700.000 μετρικών τόνων, έναντι 660.000 την προηγούμενη χρονιά, όπου είχε σημειωθεί μεγάλη πτώση από τους 1,5 εκατ. μετρικούς τόνους, με αποτέλεσμα να αρχίσει η σοβαρή διαταραχή σε διεθνές επίπεδο, που έφερε και τη μεγάλη άνοδο των τιμών. Η συνολική διεθνής παραγωγή για το 2023/24 θα είναι μειωμένη σχεδόν κατά 7%.
Η ελληνική παραγωγή, ύστερα από τη συγκυριακή μεγάλη αύξηση του 2022/23 (υπερδιπλασιάστηκε και έφτασε τους 350.000 μετρικούς τόνους), εκτιμάται ότι θα είναι μειωμένη στους 160.000 τόνους το 2023/24, δηλαδή στα επίπεδα του 2021/22.
Στην Ελλάδα, σύμφωνα με πληροφορίες, η Χαλκιδική βιώνει την χειρότερη χρονιά όλων των εποχών για τους ελαιοπαραγωγούς του νομού, αυτό που έχει παρατηρηθεί εδώ και μήνες είναι η ακαρπία στις καλλιέργειες βρώσιμης ελιάς που σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να φτάσει και το πρωτόγνωρο 90%.
Παρόμοια είναι η κατάσταση και στη Φθιώτιδα, που μαζί με τη Χαλκιδική η οικονομία τους στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στην καλλιέργεια και αξιοποίηση του ελαιοκάρπου (ποικιλία «Χαλκιδική» 80% και «Αμφίσσης» 75% της εγχώριας παραγωγής, από συνολικά 4.000 ελαιοκομικές εκμεταλλεύσεις, σε 316.000 στρέμματα), το φαινόμενο της ακαρπίας προσεγγίζει το 90%.
Επίσης την ίδια ώρα δεν είναι καλά τα μηνύματα και από άλλες περιοχές της Ελλάδας:
- Η Κρήτη όπως έχει αναφέρει ο Αντιπρόεδρος του Συνδέσμου Τυποποιητών Ελαιολάδου Κρήτης, Φώτης Σουσαλής, ίσως καταγράψει τον χαμηλότερο μέσο όρο της Ελλάδας. «Η νέα ελαιοκομική περίοδος ξεκινά εντός Οκτωβρίου και η πρόβλεψη είναι ότι η παραγωγή θα είναι μειωμένη έως και 50%», είπε. Συνεχίζοντας, τόνισε ότι η Κρήτη ίσως καταγράψει τον χαμηλότερο μέσο όρο της Ελλάδας. Αυτό όπως είπε οφείλεται στο ότι ο προηγούμενος χειμώνας ήταν ιδιαίτερα ήπιος με έως και 30% λιγότερες βροχοπτώσεις, ενώ τον Μάιο οι κακές καιρικές συνθήκες επηρέασαν την καρποφορία των δέντρων.
- Η Μεσσηνία φέτος αναμένεται να έχει πτώση στην παραγωγή της ελιάς κατά 30 – 40%, ενώ ακολουθεί η Λακωνία γύρω στο 30%. Όπως τόνισε μιλώντας στο BusinessDaily ο Ιωάννης Πάζιος γενικός διευθυντής Αγροτικού Συνεταιρισμού Ένωση Μεσσηνίας, η πτώση φέτος αναμένεται να ξεπεράσει στη Μεσσηνία το 30% έως και 40%. Το μεγαλύτερο πρόβλημα ήταν, όπως παντού, οι καιρικές συνθήκες, δηλαδή η ανομβρία.
Το πρώτο βυτίο ελαιολάδου από Αθηνοελιά που άνοιξε το «χορό» τη φετινής χρονιάς έφυγε για Ιταλία από τους Αγίους Αποστόλους Λακωνίας στα 9,25 ευρώ το κιλό, τιμή διπλάσια σχεδόν από πέρσι. Όπως τόνισε ο κ. Πάζιος το ελαιόλαδο από κορονέικη ελιά που θα ακολουθήσει αναμένεται να πάει γύρω στο 8,10 – 8,40 ευρώ το κιλό.
Μάλιστα, όπως ανέφερε, για να μην ανέβουν πολύ οι τιμές είναι «ο κλάδος της διακίνησης και διάθεσης του ελαιολάδου πρέπει να βάλει πλάτη, δεν γίνεται διαφορετικά. Η φετινή ακαρπία λόγω του καιρού είναι μεν συγκυριακό φαινόμενο, αλλά πλέον λόγω της κλιματικής αλλαγής είναι κάτι που θα το συναντάμε στην περιοχή της Μεσογείου».
Την κατάσταση αυτή επιβεβαίωσε στο BD και ο Μόσχος Κορασίδης Γενικός Διευθυντής, της Εθνικής Ένωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών. Όπως επισήμανε, παντού υπάρχει μείωση της παραγωγής στη Βόρεια Ελλάδα στην επιτραπέζια ελιά είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα η πρόβλεψη είναι για 30 με 40% μειωμένη παραγωγή ίσως και παραπάνω.
Στο ελαιόλαδο είναι ορισμένες περιοχές που έχουν σημαντική μείωση και άλλες λιγότερο. «Αυτή τη στιγμή λόγω του γεγονότος ότι συνεχίστηκε η μικρή παραγωγή στην Ισπανία και στην Ιταλία, αυτό οδηγεί στην διατήρηση των περσινών υψηλών τιμών. Ένας παράγοντας είναι αυτός», τόνισε και συμπλήρωσε ότι το ελαιόλαδο έχει μεγάλη διείσδυση στην αγορά καθώς είναι ποιοτικό τρόφιμο. «Αυτοί που είναι και από χώρες με καλύτερα εισοδήματα από την Ελλάδα μπορούν να πληρώσουν αυτές τις διαφορές στην τιμή έτσι προοδευτικά το ελαιόλαδο σταθεροποιήθηκε σε υψηλές τιμές για τους παραγωγούς», συμπλήρωσε.
Οι τιμές στα ύψη, όπως και τα έξοδα των παραγωγών
Μπορεί το πρώτο θέμα να είναι η αύξηση της τιμής του ελαιολάδου και πώς αυτό δεν θα λείψει από το τραπέζι της ελληνικής οικογένειας, ωστόσο οι παραγωγοί δεν βγαίνουν κερδισμένοι από την άνοδο των τιμών. Αντιμετωπίζουν πολύ σοβαρά προβλήματα, καθώς μπορεί οι τιμές να έχουν ανέβει αλλά αυτή η άνοδος δεν θα φτάσει στην τσέπη τους, καθώς έχουν διπλασιαστεί τα έξοδα καλλιέργειας.
Παράλληλα οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής έχουν πλέον φτάσει στο ζενίθ σε ό,τι αφορά τα προβλήματα που έχουν δημιουργηθεί στους ανθρώπους του πρωτογενούς τομέα, ενώ οι συνέπειές της έχουν αρχίσει να επηρεάζουν ολοένα και πιο έντονα και άλλους τομείς της οικονομίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Χαλκιδική που βλέπει να χάνονται ολοένα και περισσότερες θέσεις εργασίας στα περισσότερα από 150 εργοστάσια μεταποίησης της πράσινης ελιάς στο νομό, ενώ η απώλεια εισοδήματος για τους ελαιοπαραγωγούς - άνω των 200 εκατ. ευρώ - «κοστίζει» στην ανάπτυξη της περιοχής.
Μάλιστα, όπως αναφέρουν στο BD παραγωγοί από την Πελοπόννησο, με την κατάσταση έτσι όπως έχει διαμορφωθεί και τη μεγάλη μείωση που υπάρχει στην παραγωγή υπάρχει κίνδυνος να μην βγάλουν …ούτε τα έξοδά τους, ενώ υπάρχουν καλλιεργητές που σκέφτονται ακόμα και να εγκαταλείψουν την ελαιοκαλλιέργεια.
Η Ισπανία στο μισό της παραγωγή της
Στην κορυφαία ελαιοπαραγωγό χώρα, την Ισπανία, το υπουργείο Γεωργίας αναμένει άλλη μια κακή χρονιά για το ελαιόλαδο, με την παραγωγή να εκτιμάται σε 765.362 τόνους για την περίοδο που ξεκίνησε την 1η Οκτωβρίου.
Η ποσότητα αυτή είναι κατά 15% υψηλότερη από πέρυσι, όταν η παραγωγή μειώθηκε στο μισό, αλλά εξακολουθεί να είναι κατά ένα τρίτο χαμηλότερη από τον μέσο όρο της τετραετίας, σύμφωνα με τα κυβερνητικά στοιχεία. Η ξηρασία που προκαλείται από την κλιματική αλλαγή είναι η κύρια αιτία για τη συρρίκνωση των προμηθειών. Κατά τη διάρκεια των συνεχών περιόδων υψηλών θερμοκρασιών, τα δέντρα έχασαν τους καρπούς τους ή οι ελιές που παρήχθησαν ήταν μικρότερες από το συνηθισμένο.
Επίσης η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προέβλεψε χαμηλότερη διεθνή σοδειά, προβλέποντας εκτίναξη των τιμών του ελαιολάδου για άλλη μια χρονιά, κάτι που αναμένεται να αναγκάσει τους καταναλωτές να περικόψουν την κατανάλωση του προϊόντος.