Ο πόλεμος Ισραήλ - Χαμάς δημιουργεί νέες προκλήσεις για την ευρωπαϊκή οικονομία, από τη διαταραχή της αγοράς ενέργειας έως την εισροή προσφύγων, υπογραμμίζει σε συνέντευξή του στους «Financial Times», ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, κ. Γιάννης Στουρνάρας, προσθέτοντας ότι ταυτόχρονα αλλάζει εντελώς τις ισορροπίες και της νομισματικής πολιτικής.
«Είναι ζήτημα κοινής λογικής», δήλωσε ο κ. Στουρνάρας μια εβδομάδα πριν από τη συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στην Αθήνα. Η συνεδρίαση αναμένεται ευρέως να μην επιφέρει καμία αλλαγή στα επιτόκια της ευρωζώνης για πρώτη φορά μετά από 15 μήνες. «Εάν έχεις μια νέα πηγή αβεβαιότητας στη Μέση Ανατολή, όπου είναι εντελώς άγνωστο τι πρόκειται να συμβεί - είμαστε στο σκοτάδι - είναι καλύτερο να κρατήσουμε όλες τις επιλογές μας ανοιχτές και να προσέξουμε να διατηρήσουμε την ανθεκτικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας», υπογράμμισε.
Η σύγκρουση Ισραήλ - Χαμάς έχει συμβάλει σε μια μέτρια άνοδο των τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου. Αυτό έχει οδηγήσει σε ανησυχία για ένα νέο κύμα πληθωρισμού. Αλλά ο κ. Στουρνάρας δήλωσε ότι η ΕΚΤ θα πρέπει να αποφύγει οποιαδήποτε «σπασμωδική αντίδραση». Λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι η ευρωζώνη εξακολουθεί να είναι μεγάλος καθαρός εισαγωγέας ενέργειας, είναι πιθανό να έχει στασιμοπληθωριστικό αντίκτυπο αν γίνει πρόβλημα», προσθέτοντας ότι «μια ανθρωπιστική κρίση» στη Γάζα θα μπορούσε επίσης να προκαλέσει αύξηση των προσφύγων που φτάνουν στην Ευρώπη. «Πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι- αν υπάρξει έξοδος ανθρώπων, γνωρίζουμε εξ ορισμού ότι η Ευρώπη και ο ευρωπαϊκός νότος θα είναι ο πρώτος σταθμός, οπότε αυτό θα είναι ένα σοβαρό οικονομικό και κοινωνικό πρόβλημα», είπε.
Η οικονομία της ευρωζώνης βρίσκεται ήδη σε «ένα κρίσιμο σημείο, όπου αν συνεχίσουμε να αυξάνουμε τα επιτόκια κινδυνεύουμε να σπάσει κάτι. Υπάρχει μεγάλη πρόοδος σε ό,τι αφορά τη μείωση του πληθωρισμού, είμαστε σχεδόν στάσιμοι στη δραστηριότητα της ευρωζώνης και έχουμε βιώσει μείωση του δανεισμού από τις τράπεζες», υπογράμμισε ακόμη.
Η ΕΚΤ αύξησε το επιτόκιο καταθέσεων αναφοράς της από το χαμηλό ρεκόρ του μείον 0,5% στο υψηλό όλων των εποχών του 4% για να αντιμετωπίσει τη μεγαλύτερη αύξηση του πληθωρισμού εδώ και μια γενιά. Ερωτηθείς πότε πιστεύει ότι η ΕΚΤ θα μπορούσε να αρχίσει να μειώνει τα επιτόκια, ο κ. Στουρνάρας είπε: «Εάν ο πληθωρισμός στα μέσα του επόμενου έτους ... πέσει κοντά στο 3%, τότε ίσως είναι η κατάλληλη στιγμή να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε τη μείωση των επιτοκίων».
Ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη παραμένει υπερδιπλάσιος από τον στόχο της ΕΚΤ για το 2%, αλλά η αντιστροφή των τιμών της ενέργειας τον βοήθησε να πέσει σε χαμηλό σχεδόν διετίας, στο 4,3%, τον Σεπτέμβριο. Ο δομικός πληθωρισμός, ο οποίος εξαιρεί την ενέργεια και τα τρόφιμα για να δώσει μια σαφέστερη εικόνα των υποκείμενων πιέσεων στις τιμές, είναι επίσης ο χαμηλότερος εδώ και περισσότερο από ένα χρόνο, στο 4,5%.
Ορισμένα «γεράκια» της ΕΚΤ έχουν μετατοπίσει την εστίασή τους στο να ζητούν από την ΕΚΤ να επιταχύνει τη συρρίκνωση του τεράστιου χαρτοφυλακίου ομολόγων της, σταματώντας τις επανεπενδύσεις στο ΡΕΡΡ ύψους 1,7 εκατ. ευρώ, νωρίτερα από το προγραμματισμένο στο τέλος του επόμενου έτους. Ο κ. Στουρνάρας δήλωσε ότι υπάρχουν «πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα» στην ιδέα και ότι αναμένεται να συζητηθεί την επόμενη εβδομάδα. Σημείωσε όμως ότι το PEPP αποτελεί την «πρώτη γραμμή άμυνας» της ΕΚΤ έναντι της απόκλισης του κόστους δανεισμού μεταξύ των μελών της ευρωζώνης. «Σε αυτό το στάδιο, δεδομένων όλων όσων συμβαίνουν στον κόσμο, δεν είναι καλύτερα να διατηρήσουμε την ευελιξία μας», αναρωτήθηκε. Εξέφρασε επίσης την ανησυχία του για το πρόσφατο ξεπούλημα στις αγορές ομολόγων που έχει ωθήσει το κόστος δανεισμού για τις κυβερνήσεις. «Ανησυχώ όταν βλέπω χώρες με ελλείμματα άνω του 6 ή 7 τοις εκατό του ΑΕΠ - μου θυμίζει την ελληνική κρίση», τόνισε. Το δημοσιονομικό έλλειμμα της Ιταλίας ήταν 8% του ΑΕΠ πέρυσι και η Ρώμη αναμένει ότι θα μειωθεί στο 5,3% φέτος.
Η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας
Η πρώτη συνεδρίαση του συμβουλίου της ΕΚΤ στην Αθήνα από το 2008 υπογραμμίζει πώς η Ελλάδα από την αχίλλειο πτέρνα της Ευρώπης, η οποία χρειάστηκε διάσωση κατά τη διάρκεια της κρίσης δημόσιου χρέους της πριν από μια δεκαετία, μετατράπηκε σε μια από τις οικονομίες της περιοχής με τις καλύτερες επιδόσεις. Φέτος επανέκτησε την πιστοληπτική της ικανότητα σε επενδυτική βαθμίδα.
Ωστόσο, ο κ. Στουρνάρας, ο οποίος ήταν υπουργός Οικονομικών της Ελλάδας κατά τη διάρκεια της κρίσης χρέους, δήλωσε ότι η χώρα πρέπει να αυξήσει το πρωτογενές πλεόνασμά της - εξαιρουμένου του κόστους του χρέους - από 1,1% φέτος σε περισσότερο από 2% το επόμενο έτος, ένας στόχος που μπορεί να αποδειχθεί δύσκολος δεδομένης της κατάστασης της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Το χρέος της Ελλάδας είναι το μεγαλύτερο από κάθε άλλη χώρα της ΕΕ και έφθασε στο 171% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος πέρυσι. Αλλά αναμένεται να μειωθεί στο 152% το επόμενο έτος χάρη στο πρωτογενές πλεόνασμα του προϋπολογισμού και την ώθηση από τον πληθωρισμό στην ονομαστική ανάπτυξη. Η Αθήνα είναι επίσης απομονωμένη από την αύξηση του κόστους δανεισμού επειδή τα χαμηλά επιτόκια έχουν κλειδώσει μέχρι το 2032 στο πλαίσιο του προγράμματος διάσωσης. Η ανάπτυξη της χώρας απειλείται, ωστόσο, από τη συρρίκνωση του πληθυσμού της. «Πολλοί οργανισμοί όπως το ΔΝΤ, σε πολύ μακροπρόθεσμο ορίζοντα, θεωρούν ότι ο ρυθμός ανάπτυξης της Ελλάδας θα μειωθεί κατά 1 έως 1,5 ποσοστιαία μονάδα λόγω της μείωσης του πληθυσμού», δήλωσε ο κ. Στουρνάρας.
Προέτρεψε την κυβέρνηση να ενισχύσει την παραγωγικότητα με τη μείωση των δικαστικών καθυστερήσεων, την επιτάχυνση της ψηφιοποίησης του δημόσιου τομέα και τη βελτίωση της ποιότητας των σχολείων, των δημόσιων μεταφορών και των νοσοκομείων. Οι αξιωματούχοι στην Αθήνα υπολογίζουν σε περισσότερα από 55 δισ. ευρώ σε κονδύλια της ΕΕ τα επόμενα έξι χρόνια για τη στήριξη των δημόσιων επενδύσεων. «Η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να συνεχίσει την ατζέντα των μεταρρυθμίσεων και τη δημοσιονομική εξυγίανση», δήλωσε.