Η εξαγωγική δραστηριότητα της ελληνικής οικονομίας είναι κάτι παραπάνω από ισχυρή με αύξηση 17,5% για το α’ εξάμηνο του έτους αλλά δεν ισχύει το ίδιο με το παγκόσμιο εμπόριο που ακολουθεί φθίνουσα πορεία.
Καθώς όλο και περισσότεροι οικονομολόγοι τάσσονται υπέρ της πιθανότητας ύφεσης για τις κορυφαίες οικονομίες του πλανήτη, μία σειρά πρόσφατες ανακοινώσεις έρχονται να επιβεβαιώσουν αυτές τις δυσοίωνες προβλέψεις.
Η Κίνα, ο μεγαλύτερος εξαγωγέας στον κόσμο, ανακοίνωσε αυτή την εβδομάδα τη μεγαλύτερη συρρίκνωση των εξαγωγών της από το 2020, ενώ η Γερμανία, η τρίτη ισχυρότερη εξαγωγός χώρα παγκοσμίως, είδε τη δραστηριότητά της να υποχωρεί με τον ταχύτερο ρυθμό από τις αρχές του 2021.
Οι εξαγωγές από τις ΗΠΑ, οι οποίες βρίσκονται στη δεύτερη θέση της παγκόσμιας κατάταξης, συρρικνώθηκαν επίσης κατά τη διάρκεια του έτους έως τον Ιούνιο. Αλλά η αμερικανική οικονομία απολαμβάνει μια νέα αίσθηση αισιοδοξίας χάρη σε ένα συστατικό που λείπει από πολλούς από τους αντιπάλους της: την ισχυρή εγχώρια ζήτηση.
Δεν είναι η μόνη. Ορισμένες χώρες με ανθεκτική εσωτερική δυναμική ξεχωρίζουν. Η Ινδονησία, η μεγαλύτερη οικονομία της Νοτιοανατολικής Ασίας, είδε την ανάπτυξη να επιταχύνεται το τελευταίο τρίμηνο, παρά την κατακόρυφη πτώση των εξαγωγών που προκλήθηκε από την απότομη πτώση των τιμών των βασικών εμπορευμάτων της χώρας, όπως το αργό φοινικέλαιο, ο άνθρακας και ο σίδηρος. Η επέκταση της Ινδίας αναμένεται να έχει ενισχυθεί το περασμένο τρίμηνο εν μέσω της αύξησης των επενδύσεων.
Για τους παρόχους υπηρεσιών σε έθνη που απολαμβάνουν σταθερή αύξηση της απασχόλησης και του εισοδήματος, οι φόβοι για σκληρή προσγείωση φαίνονται υπερβολικοί. Αλλά μέχρι ο παγκόσμιος κύκλος της μεταποίησης να αποκαταστήσει τη συσσώρευση αποθεμάτων, οι οικονομίες με εξαγωγικό προσανατολισμό θα αποτελούν τροχοπέδη για την παγκόσμια ανάπτυξη.
«Τόσο οι τομεακές όσο και οι περιφερειακές αποκλίσεις έχουν διευρυνθεί» στην παγκόσμια οικονομία τους τελευταίους μήνες, εκτιμούν οι αναλυτές της JPMorgan Chase και σημειώνουν ότι «η υψηλότερη εξάρτηση της Ευρώπης και της Κίνας» από τον βιομηχανικό κύκλο ήταν ένα χαρακτηριστικό που ξεχώρισε.
Η κάμψη των εξαγωγών της Κίνας την έχει αφήσει ιδιαίτερα εκτεθειμένη, με την καταναλωτική εμπιστοσύνη να βρίσκεται σε χαμηλά επίπεδα και την ύφεση της αγοράς ακινήτων να εμποδίζει την ανάκαμψη από τα περσινά πανδημικά λουκέτα. Η αδυναμία των εξαγωγών της Γερμανίας είδε τη βιομηχανική της παραγωγή να υποχωρεί σε χαμηλό έξι μηνών, καθιστώντας την έξοδό της από την ύφεση νωρίτερα φέτος ακόμη πιο δύσκολη. Ο κίνδυνος είναι ότι η ευρωπαϊκή και κινεζική αδυναμία «θα μπορούσε να εξαπλωθεί στις ΗΠΑ και στον υπόλοιπο κόσμο», σημειώνει η JPMorgan Chase.
Παράλληλα οι εξαγωγές εμπορευμάτων της Ινδίας σημείωσαν πτώση 22% τον Ιούνιο σε σχέση με ένα χρόνο νωρίτερα. Οι εξαγωγές της Ταϊβάν μειώθηκαν για 11 συνεχόμενους μήνες. Το Βιετνάμ έχει βυθιστεί στη μεγαλύτερη ύφεση των αποστολών στο εξωτερικό εδώ και 14 χρόνια.
Το εμπορικό ισοζύγιο του Καναδά κατέγραψε το δεύτερο συνεχόμενο μηνιαίο έλλειμμα τον Ιούνιο λόγω της πτώσης των εξαγωγών. Αυτό που είναι επίσης εμφανές στα τελευταία στοιχεία είναι κάποια αναδιαμόρφωση στις παγκόσμιες εμπορικές ροές, εν μέσω μιας πίεσης από τα δυτικά έθνη με επικεφαλής τον πρόεδρο των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν να μειώσουν την εξάρτηση από την Κίνα και τη Ρωσία.
Το Μεξικό κατέκτησε εκ νέου την πρώτη θέση ως ο Νο 1 εξαγωγέας προς τις ΗΠΑ, εκτοπίζοντας την Κίνα στην τρίτη θέση, μετά τον Καναδά. Και τα στοιχεία της Κίνας δείχνουν ότι οι αποστολές προς τις ΗΠΑ σημείωσαν κατακόρυφη πτώση 23,1% τον Ιούλιο. Οι εξαγωγές σε αγορές όπως η Ιαπωνία, η Νότια Κορέα, η Ταϊβάν, η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Αυστραλία μειώθηκαν κατά διψήφια ποσοστά. Αλλά οι αποστολές της προς τη Ρωσία αυξήθηκαν κατά 73% φέτος.
Το μερίδιο της Κίνας στις συνολικές εξαγωγές της Γερμανίας μειώθηκε στο 6% το πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος έτους από 8% το 2020, σύμφωνα με τον μετρητή Kiel Trade Indicator. Ένας από τους μεγαλύτερους ναυλωτές στον κόσμο, η A.P. Moller-Maersk A/S, δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ότι το παγκόσμιο εμπόριο εμπορευματοκιβωτίων θα συρρικνωθεί πιθανότατα κατά 4% φέτος - ακόμη χειρότερα από την προηγούμενη πρόβλεψη για συρρίκνωση 2,5%.
Ο Μ. Ντάις, οικονομολόγος της HSBC Holdings εκτίμησε ότι «τα υψηλότερα επιτόκια και ο ανθεκτικός πληθωρισμός έχουν επηρεάσει το πραγματικό εισόδημα, ιδίως στις ανεπτυγμένες αγορές». Η Oxford Economics σε έκθεσή της προειδοποίησε ότι η ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας «φαίνεται ότι θα είναι αδύναμη τα επόμενα τρίμηνα». Σύμφωνα με το βασικό σενάριο η ανάπτυξη στις προηγμένες οικονομίες θα διολισθήσει σε αρνητικό έδαφος στο τέλος του 2023 ή στις αρχές του 2024.