Η θετική πορεία της ελληνικής οικονομίας αποτελεί έναν από τους παράγοντες - κλειδιά για την ανοδική τροχιά στις τιμές των διαμερισμάτων σε όλη τη χώρα και ιδιαίτερα στις αστικές περιοχές, όπως τονίζει στην ανάλυσή της «7 Ημέρες Οικονομία» η Eurobank.
Σε αυτήν επισημαίνιε ότι σύμφωνα με τα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος (ΤτΕ), ο ετήσιος ρυθμός ανόδου των τιμών διαμερισμάτων στο σύνολο της ελληνικής επικράτειας επιταχύνθηκε το πρώτο τρίμηνο του 2023.
Αναλυτικά, διαμορφώθηκε στο 14,5% από 13,6% το τέταρτο τρίμηνο 2022 και 10,0% το πρώτο τρίμηνο 2022. Σε ό,τι αφορά τις τιμές των κατοικιών στα δύο μεγαλύτερα αστικά κέντρα της χώρας, στη μεν Αθήνα αυξήθηκαν σε ετήσια βάση κατά 16,5% από 11,6% το πρώτο τρίμηνο 2022, στη δε Θεσσαλονίκη ενισχύθηκαν κατά 16,1% από 9,9% το πρώτο τρίμηνο 2022.
Όπως παρουσιάζεται στο Σχήμα 1, από το τρίτο τρίμηνο 2017 μέχρι το πρώτο τρίμηνο 2023, οι τιμές των κατοικιών στην Ελλάδα αυξήθηκαν συνολικά κατά 49,3%, ανακτώντας ένα μεγάλο μέρος των απωλειών που είχαν κατά τη διάρκεια της ελληνικής κρίσης χρέους. Σημειώνουμε ότι κατά τη διάρκεια της περιόδου από το τρίτο τρίμηνο 2008 (κορυφή) μέχρι το τρίτο τρίμηνο 2017 (πυθμένας), μιας περιόδου που το ονομαστικό ΑΕΠ και οι ονομαστικές επενδύσεις παγίων στην Ελλάδα μειώθηκαν κατά 26,8% και 52,7% αντίστοιχα, οι τιμές των διαμερισμάτων συρρικνώθηκαν κατά 49,3%, ενώ σήμερα υπολείπονται κατά 14,0% σε σύγκριση με τα προ κρίσης χρέους επίπεδα. Το εν λόγω αποτέλεσμα έρχεται σε αντίθεση με το αντίστοιχο στην ΕΕ-27 και την Ευρωζώνη, όπου οι τιμές κατοικιών είναι αρκετά υψηλότερες σε σύγκριση με το τέλος της δεκαετίας του 2000.
Η αύξηση των τιμών των διαμερισμάτων στην Ελλάδα συνδέεται τόσο με παράγοντες που επηρεάζουν τη ζήτηση όσο και με παράγοντες που επηρεάζουν την προσφορά. Στην πλευρά της ζήτησης αναφέρουμε την αύξηση του ονομαστικού διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών, τη μείωση του ποσοστού ανεργίας, την αύξηση της απασχόλησης, τη βελτίωση του οικονομικού κλίματος και την απότομη άνοδο των ξένων άμεσων επενδύσεων σε ακίνητα που καταγράφεται τα τελευταία χρόνια.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την πρόσφατη ανακοίνωση της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), το μη εποχικά διορθωμένο ποσοστό ανεργίας διαμορφώθηκε στο 11,8% του εργατικού δυναμικού το πρώτο τρίμηνο 2023, μειωμένο κατά 11,5 ποσοστιαίες μονάδες σε σύγκριση με το πρώτο τρίμηνο 2017. Την ίδια περίοδο ο αριθμός των απασχολούμενων ατόμων αυξήθηκε κατά 12,0% ή κατά 438,7 χιλ. άτομα, συμβάλλοντας στην ενίσχυση του ονομαστικού διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών από τα €116,1 δισεκ. το 2017 στα €137,3 δισεκ. το 2022 (αύξηση 18,3% ή 7,6% σε πραγματικούς όρους).
Επιπρόσθετα, οι αναμενόμενοι πόροι από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ) και οι αναμενόμενες μεταρρυθμίσεις-επενδύσεις που το συνοδεύουν βελτίωσαν τις προοπτικές της οικονομίας. Τέλος, τα τελευταία πέντε χρόνια καταγράφεται απότομη άνοδος των κεφαλαίων από την αλλοδαπή που τοποθετούνται σε εγχώρια ακίνητα. Όπως παρουσιάζεται στο Σχήμα 2.1, οι ξένες άμεσες επενδύσεις στη διαχείριση ακίνητης περιουσίας από τα μόλις €69,5 εκατ. το 2017 ανήλθαν στα €1.032,8 εκατ. το 2022, ενώ οι ξένες άμεσες επενδύσεις στο πεδίο των ιδιωτικών αγοραπωλησιών ακίνητων από τα €327,8 εκατ. το 2017 διαμορφώθηκαν στα €922,7 εκατ. το 2022.
Οι εν λόγω μεταβολές σχετίζονται σε έναν βαθμό με τις χαμηλές αποτιμήσεις των εν λόγω περιουσιακών στοιχείων λόγω της κρίσης χρέους, με την άνοδο του τουριστικού προϊόντος της χώρας και με το πρόγραμμα χρυσή βίζα.
Στην πλευρά των παραγόντων που επηρεάζουν την προσφορά, σημειώνουμε τον μέχρι πρόσφατα χαμηλό ρυθμό επενδύσεων σε κατοικίες (βλέπε Σχήμα 3), τη ραγδαία αύξηση των τιμών υλικών (βλέπε Σχήμα 2.2) κατά σχεδόν 20% τα δύο τελευταία χρόνια, καθώς και τις πολλές δεσμευμένες κατοικίες που βρίσκονται εκτός αγοράς.