Αύξηση νέων παραγγελιών αλλά και παραγωγής, περαιτέρω εξασθένιση των πληθωριστικών πιέσεων αλλά και αύξηση της απασχόλησης με τον ταχύτερο ρυθμό σε διάστημα περίπου ενός έτους εμφάνισε ο τομέας της μεταποίησης τον Μάρτιο, με αποτέλεσμα ο δείκτης PMI που καταρτίζει η S&P Global Market Intelligence να ενισχυθεί στο 52,8 από 51,7 τον Φεβρουάριο.
Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της τελευταίας έρευνας, η Siân Jones, οικονομολόγος στην S&P Global Market Intelligence, είπε: «Οι Έλληνες κατασκευαστές υπέδειξαν ένα ισχυρότερο τέλος για το πρώτο τρίμηνο. Οι εντονότερες αυξήσεις της παραγωγής και των νέων παραγγελιών, παράλληλα με τη νέα άνοδο της ζήτησης από τους πελάτες του εξωτερικού, υποστήριξαν την ανάπτυξη. Οι εταιρείες ήταν πρόθυμες, με τη σειρά τους, να αυξήσουν τις προσλήψεις και τις προσπάθειες αποθεματοποίησης, λόγω των ελπίδων για μεγαλύτερη ζήτηση κατά το επόμενο έτος.
Η περαιτέρω εξασθένηση των πληθωριστικών πιέσεων ενίσχυσε επίσης την αισιοδοξία, καθώς οι τιμές εισροών αυξήθηκαν με τον βραδύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί από τον Ιούλιο του 2020. Παρότι ο ρυθμός αύξησης των χρεώσεων ήταν υψηλότερος από την τάση που έχει σημειωθεί στην ιστορία της έρευνας, υποχώρησε στον ασθενέστερο που έχει καταγραφεί από τις αρχές του 2021, καθώς χρησιμοποιήθηκαν εκπτώσεις και προσφορές για να ενισχύσουν τις πωλήσεις. Προς το παρόν, προβλέπουμε βραδύτερη αύξηση των τιμών καταναλωτή για το 2023, ενώ ο ΔΤΚ αναμένεται να αυξηθεί κατά 4.3% φέτος».
Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποιήθηκαν οι Έλληνες κατασκευαστές κατέγραψαν σταθερή αύξηση των λειτουργικών συνθηκών κατά τη διάρκεια του Μαρτίου, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της έρευνας PMI® από την S&P Global. Η ανάπτυξη σε όλο το εύρος του τομέα προήλθε από την ταχύτερη αύξηση της παραγωγής, των νέων παραγγελιών και της απασχόλησης.
Οι εντονότερες συνθήκες ζήτησης οδήγησαν σε δριμύτερη άνοδο των πωλήσεων, λόγω της νέας αύξησης των νέων παραγγελιών εξαγωγών. Ανταποκρινόμενες σε αυτά τα δεδομένα, οι εταιρείες πραγματοποίησαν περισσότερες προσλήψεις, καθώς ο αριθμός των εργαζομένων αυξήθηκε με τον ταχύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί από τον Απρίλιο του 2022. Ο μεγαλύτερος όγκος νέων παραγγελιών οδήγησε, εν μέρει, στη βραδύτερη μείωση των αδιεκπεραίωτων εργασιών.
Εν τω μεταξύ, παρά την ταχύτερη αύξηση των αγορών εισροών, η απόδοση των προμηθευτών σταθεροποιήθηκε, λόγω των μειωμένων πιέσεων που ασκήθηκαν στις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού. Ωστόσο, οι εταιρείες εξακολούθησαν να χρησιμοποιούν και να εξαντλούν τα αποθέματα. Σε ό,τι αφορά τις τιμές, η επιβάρυνση κόστους αυξήθηκε μόνο οριακά και με τον βραδύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί από τον Ιούλιο του 2020. Οι προσπάθειες να παραμείνουν ανταγωνιστικές και να προωθήσουν τις μελλοντικές πωλήσεις είχαν ως αποτέλεσμα μια αισθητά ασθενέστερη άνοδο των τιμών πώλησης.
Ο εποχικά προσαρμοσμένος Δείκτης Υπευθύνων Προμηθειών της S&P Global για τον τομέα μεταποίησης στην Ελλάδα (Purchasing Managers’ Index® – PMI®) έκλεισε στις 52.8 μονάδες τον Μάρτιο, υψηλότερα από τις 51.7 μονάδες του Φεβρουαρίου. Η τελευταία τιμή του δείκτη υπέδειξε σταθερή βελτίωση της υγείας του ελληνικού μεταποιητικού τομέα, και τον εντονότερο ρυθμό ανάπτυξης από τον Μάιο του 2022.
Στη συνολική ανάπτυξη συνέβαλε η δεύτερη συνεχής μηνιαία αύξηση της παραγωγής των Ελλήνων κατασκευαστών τον Μάρτιο. Η άνοδος της παραγωγής συνδέθηκε με την ισχυρότερη ζήτηση από την πλευρά των πελατών και την περαιτέρω αύξηση των νέων παραγγελιών. Ο ρυθμός ανάπτυξης επιταχύνθηκε στον ταχύτερο που έχει καταγραφεί από τον Φεβρουάριο του 2022. Την άνοδο της παραγωγής προκάλεσε η πιο απότομη αύξηση των πωλήσεων των Ελλήνων παραγωγών αγαθών σε διάστημα μεγαλύτερο του ενός έτους.
Τα στοιχεία του Μαρτίου υπέδειξαν σταθερή άνοδο των νέων παραγγελιών, καθώς αυξήθηκε το ενδιαφέρον από τους πελάτες του εσωτερικού και του εξωτερικού. Ταυτόχρονα, οι εταιρείες κατέγραψαν εκ νέου αύξηση των νέων παραγγελιών εξαγωγών στο τέλος του πρώτου τριμήνου. Παρότι οριακός, ο ρυθμός αύξησης ήταν ο ταχύτερος που έχει καταγραφεί σε διάστημα περίπου ενός έτους.
Τα στοιχεία του Μαρτίου υπέδειξαν περαιτέρω μείωση των πληθωριστικών πιέσεων που δέχθηκαν οι Έλληνες κατασκευαστές. Η επιβάρυνση κόστους αυξήθηκε ελάχιστα, καθώς ο ρυθμός αύξησης των τιμών εισροών επιβραδύνθηκε στον ασθενέστερο που έχει καταγραφεί από τον Ιούλιο του 2020. Οι εταιρείες ανέφεραν ότι, παρά τις αυξήσεις στο κόστος των υλικών και της ενέργειας, ορισμένοι προμηθευτές μείωσαν τις τιμές τους.
Παράλληλα, σημειώθηκε αισθητή επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης των χρεώσεων εκροών. Ο ρυθμός αύξησης ήταν ο ασθενέστερος που έχει καταγραφεί από τον Ιανουάριο του 2021. Ορισμένες εταιρείες μετακύλισαν το υψηλότερο κόστος στους πελάτες, ενώ άλλες επεσήμαναν τις προσπάθειες να παραμείνουν ανταγωνιστικές με εκπτώσεις που πρόσφεραν στους πελάτες τους.
Η μεγαλύτερη ροή εισερχόμενων νέων παραγγελιών ενθάρρυνε την αύξηση της δραστηριότητας προσλήψεων από την πλευρά των Ελλήνων παραγωγών αγαθών. Τα επίπεδα απασχόλησης αυξήθηκαν με έντονο ρυθμό, ο οποίος ήταν ο δριμύτερος που έχει καταγραφεί σε διάστημα περίπου ενός έτους. Οι εταιρείες ανέφεραν επίσης επενδύσεις για την αύξηση της παραγωγικής ικανότητας, λόγω των ελπίδων για μελλοντική ανάπτυξη, καθώς οι προσδοκίες για την παραγωγή μέσα στο επόμενο έτος άγγιξαν τις εντονότερες που έχουν καταγραφεί από τον Ιανουάριο του 2022.
Παρότι οι αδιεκπεραίωτες εργασίες κατέγραψαν και πάλι συρρίκνωση, ο ρυθμός υποχώρησης ήταν ο βραδύτερος που έχει σημειωθεί από τον Μάιο του 2022. Η ζήτηση για εισροές αυξήθηκε τον Μάρτιο, καθώς οι Έλληνες κατασκευαστές αύξησαν την αγοραστική τους δραστηριότητα με σταθερό ρυθμό. Παρά την αύξηση, η πίεση που ασκούνταν στην παραγωγική ικανότητα των προμηθευτών εξασθένησε, καθώς η απόδοση των προμηθευτών σταθεροποιήθηκε σε γενικές γραμμές κατά τη διάρκεια του μήνα, μετά από μια περίοδο συνεχών καθυστερήσεων που ξεκινά από τον Φεβρουάριο του 2020.
Τα αποθέματα προμηθειών μειώθηκαν απότομα, καθώς οι εταιρείες χρησιμοποίησαν τα αποθέματά τους για να ικανοποιήσουν τα αιτήματα των νέων παραγγελιών. Ωστόσο, τα τρέχοντα αποθέματα των ετοίμων προϊόντων αυξήθηκαν ελαφρώς, καθότι ορισμένοι ανέφεραν τις προσπάθειες αποθεματοποίησης λόγω των ελπίδων για άνοδο της ζήτησης.