Αισιόδοξος για την πορεία της ελληνικής οικονομίας εμφανίστηκε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, μιλώντας στο προσωπικό της Τραπέζης κατά τη διάρκεια της κοπής της πρωτοχρονιάτικης πίτας.
Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά, η αισιοδοξία του δεν στηρίζεται μόνο σε τεχνοκρατικά δεδομένα όπως είναι η εξάλειψη των «δίδυμων» ελλειμμάτων και η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας μέσα από τρία προγράμματα οικονομικής προσαρμογής, αλλά και σε επιχειρήματα που αντλούνται από την ιστορία και την πολιτική οικονομία. Συγκεκριμένα επικαλέστηκε τον ιστορικό Roderick Beaton, ο οποίος είχε υποστηρίξει ότι: «Η Ελλάδα, όπως και αν την εννοήσει ή την παρανοήσει κανείς, υπήρξε ανέκαθεν μέρος της σύγχρονης ταυτότητας της Ευρώπης» και «πέτυχε, εξ υπαρχής, όχι σε συνθήκες απομόνωσης, αλλά σε συνεργασία με άλλους Ευρωπαίους σε κάθε βήμα της δύσκολης πορείας από την Επανάσταση του 1821 μέχρι σήμερα».
Όπως επεσήμανε ο διοικητής της ΤτΕ, η χώρα έχει τώρα μια μεγάλη ευκαιρία, κυρίως διδασκόμενη από τα λάθη της, να γεφυρώσει την απόσταση που τη χωρίζει από τους εταίρους και τους ανταγωνιστές της, όσον αφορά τους θεσμούς, τις επενδύσεις, ιδιαίτερα τις επενδύσεις στη γνώση, και τη διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα, και να επιτύχει ταχεία πραγματική σύγκλιση.
Ιδιαίτερα μάλιστα σήμερα, που οι πολιτικοί και κοινωνικοί συσχετισμοί, μετά από μια επίπονη μακροχρόνια οικονομική κρίση, την ευνοούν.
Το 2019 που έφυγε υπήρξε μια θετική χρονιά για το τραπεζικό σύστημα σύμφωνα με τον κ. Γιάννη Στουρνάρα που έκανε αναφορά στο σχέδιο «Ηρακλής» και σημείωσε πως θα χρειαστεί να συμπληρωθεί με επιπλέον μέτρα.
Χαρακτηριστικά ο κ. Στουρνάρας ανέφερε πως το «2019 ήταν μια χρονιά θετικών εξελίξεων και για την ελληνική οικονομία και το τραπεζικό σύστημα. Σύμφωνα με την Ενδιάμεση Έκθεση για τη Νομισματική Πολιτική 2019, η επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων, η ενίσχυση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών και η αύξηση των επενδύσεων των μη χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων δημιουργούν θετικές προοπτικές, αντισταθμίζοντας τις επιπτώσεις από την επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας».
Για την ανοδική πορεία της ελληνικής οικονομίας παρά τις δυσμενείς παγκόσμιες συνθήκες ο διοικητής της ΤτΕ σημείωσε πως μέσα στο 2019 ενισχύθηκε η αναπτυξιακή δυναμική της χώρας και τονίζει πως η «Τράπεζα της Ελλάδος εκτιμά ότι, παρά τους αδύναμους ρυθμούς ανάπτυξης της ευρωπαϊκής οικονομίας, η οικονομική δραστηριότητα στην Ελλάδα θα κινηθεί με ρυθμό ανάπτυξης λίγο πάνω από 2% το 2019 και γύρω στο 2,5% το 2020» και πρόσθεσε πως η κεντρική τράπεζα «εκτιμά, επίσης, ότι θα επιτευχθεί ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το 2019 και το 2020».
Οι τράπεζες είδαν το 2019 να κλείνει με θετικό τρόπο, καθώς το σχέδιο «Ηρακλής» αποτελεί μια «θετική εξέλιξη» σύμφωνα με τον διοικητή της ΤτΕ που τονίζει πως στην χρονιά που μόλις πέρασε «βελτιώθηκε η κερδοφορία των τραπεζών, ενώ και η κεφαλαιακή επάρκεια παραμένει σε ικανοποιητικά επίπεδα». Ανέφερε επίσης πως «υποχώρησαν, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια» ενώ για το σχέδιο «Ηρακλής» σημείωσε πως «σε δεύτερο στάδιο, το σχέδιο αυτό θα πρέπει να συμπληρωθεί και με άλλα μέτρα και σχήματα, όπως αυτό που επεξεργάζονται οι υπηρεσίες της ΤτΕ, με το οποίο, παράλληλα με το πρόβλημα των ΜΕΔ, αντιμετωπίζεται και το πρόβλημα της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης. Πολύ σημαντικό ρόλο στον τομέα αυτό θα διαδραματίσει, επίσης, η πρωτοβουλία της Κυβέρνησης να δημιουργήσει ένα ενιαίο θεσμικό πλαίσιο για την αφερεγγυότητα και την πτώχευση».
Ο κεντρικός τραπεζίτης της χώρας δήλωσε επίσης πως «η Ελλάδα, παρά τις ενίοτε σοβαρές αστοχίες και οπισθοδρομήσεις στην οικονομική πολιτική της προηγούμενης δεκαετίας, αφού επιβίωσε από μια οξεία και μακρά οικονομική κρίση για άλλη μία φορά στην ιστορία της, και μάλιστα σε πείσμα των σχεδόν ομόφωνα τότε απαισιόδοξων προβλέψεων, έχει τώρα μια μεγάλη ευκαιρία, κυρίως διδασκόμενη από τα λάθη της, να γεφυρώσει την απόσταση που τη χωρίζει από τους εταίρους και τους ανταγωνιστές της, όσον αφορά τους θεσμούς, τις επενδύσεις, ιδιαίτερα τις επενδύσεις στη γνώση, και τη διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα, και να επιτύχει ταχεία πραγματική σύγκλιση. Ιδιαίτερα μάλιστα σήμερα, που οι πολιτικοί και κοινωνικοί συσχετισμοί, μετά από μια επίπονη μακροχρόνια οικονομική κρίση, την ευνοούν».