Την ανάληψη πρωτοβουλιών από την κυβέρνηση προκειμένου να δοθεί λύση στην τεράστια επιβάρυνση της εξορυκτικής βιομηχανίας από την άνοδο του ενεργειακού κόστους που οδήγησε σε άνοδο του κόστους παραγωγής έως και 50% εντός του 2022, ζητάει ο Σύνδεσμος Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων ο οποίος κάνει λόγο για σοβαρό έλλειμα αναγνώρισης της σημασίας του κλάδου για την ελληνική οικονομία από την Πολιτεία.
Μιλώντας σήμερα σε δημοσιογράφους, ο πρόεδρος του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων, κ. Αθανάσιος Κεφάλας αναφέρθηκε συνολικά στα προβλήματα και τις προοπτικές του κλάδου ενώ ζήτησε να αρθούν ρυθμιστικά και τεχνικά εμπόδια για τoν ενεργειακό συμψηφισμό του ηλεκτρικού ρεύματος, να υπάρχει πολιτική σταθερής τιμής ρεύματος για την εξόρυξη και τη βιομηχανία, με κάλυψη των διακυμάνσεων από την πολιτεία, να θεσπιστεί η επιστροφή κατά 50% του Ειδικού Φόρου Καυσίμων και να επανεξεταστούν αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Παραθέτοντας τα στοιχεία για την επιβάρυνση του κλάδου από το ράλι των τιμών της ενέργειας, ο κ. Κεφαλάς τόνισε πως το 2022 το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας αυξήθηκε κατά 160% και μετά τις επιδοτήσεις, ενώ το κόστος των υγρών καυσίμων κατά περίπου 40%. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να αυξηθεί το κόστος παραγωγής κατά 25-50%. Όπως είπε, αυτό οδήγησε στην επιβάρυνση κατά δεκάδες εκατομμύρια ευρώ για την εξόρυξη και καθετοποίηση των ορυκτών πρώτων υλών.
Χρόνια προβλήματα αποτελούν τροχοπέδη για την ανταγωνιστικότητα του κλάδου
«Μία σειρά από θέματα καθυστερούν να αντιμετωπιστούν, με αποτέλεσμα τη δημιουργία ανταγωνιστικών μειονεκτημάτων και αποθάρρυνση για νέες επενδύσεις στον εξορυκτικό κλάδο» τόνισε ο πρόεδρος του ΣΜΕ που υπογράμμισε ότι παρά τις οχλήσεις προς τα αρμόδια υπουργεία δεν έχει δοθεί έως σήμερα η απαραίτητη σημασία προκειμένου να επιλυθούν.
Ενδεικτικά αναφέρθηκε στα εξής:
- Τις καθυστερήσεις, κυρίως, στην περιβαλλοντική αδειοδότηση. Δώδεκα χρόνια μετά τη θέσπιση τους, οι Πιστοποιημένοι Αξιολογητές ακόμα δεν έχουν δραστηριοποιηθεί.
- Το Ειδικό Χωροταξικό των Ορυκτών Πρώτων Υλών ήδη κλείνει σχεδόν μία δεκαετία συζητήσεων και μελετών και το πρόβλημα της προστασίας του μέλλοντος των ορυκτών από ανταγωνιστικές χρήσεις οξύνεται.
- Σε αντίθεση με τις πρακτικές και τις οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την εξόρυξη σε περιοχές NATURA, η χώρα μας την έχει εξαιρέσει από τις δύο ζώνες προστασίας και πολλοί μελετητές Ειδικών Περιβαλλοντικών Μελετών την εξαιρούν αναιτιολόγητα και από τις υπόλοιπες δύο.
- Χάνεται σταδιακά έμπειρο προσωπικό. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η διόγκωση της έλλειψης χειριστών, των οποίων οι άδειες στηρίζονται ακόμα, κυρίως, στην εμπειρία και όχι στην εκπαίδευση και πιστοποίηση των ικανοτήτων και δεξιοτήτων τους.
Παράλληλα, ο κ Κεφαλάς τόνισε πως «οι επιδόσεις μας στο τρίγωνο της βιώσιμης ανάπτυξης είναι σημαντικές και πρωτοπορούμε με σύγχρονο Κώδικα Αρχών Βιώσιμης Ανάπτυξης και σχεδόν 20 χρόνια συστηματικού δημόσιου απολογισμού. Αυτό μας καθιστά επιλέξιμη δραστηριότητα για την απόκτηση και διατήρηση της κοινωνικής άδειας λειτουργίας, απαιτείται, όμως, ακόμα μεγαλύτερη υποστήριξη από τη Δημόσια Διοίκηση για να εμπεδωθεί η αντίληψη αυτή στις τοπικές κοινωνίες».
Η πράσινη μετάβαση εξαρτάται από την επάρκεια μετάλλων και ορυκτών
Ο κ. Κεφαλας τάχθηκε υπέρ της ενδυνάμωσης της εξόρυξης στην Ευρώπη, για να αντιμετωπιστούν οι κίνδυνοι για ελλείψεις στις μακριές εφοδιαστικές αλυσίδες ενώ τόνισε πως η ενεργειακή μετάβαση εξαρτάται από την επάρκεια μετάλλων και ορυκτών. Στο πλαίσιο αυτό σημείωσε την ανάγκη να επιταχυνθεί η άρση των περιορισμών στο Ρυθμιστικό Πλαίσιο της Ε.Ε. και να μην εξαιρεθούν οι επενδύσεις στην εξόρυξη από το EU Taxonomy, με τη μεταλλευτική βιομηχανία να γίνεται αντικείμενο περαιτέρω επιβαρύνσεων που αντιγράφουν άλλου χαρακτήρα βαριές βιομηχανίες.
Επιπρόσθετα, αναφερόμενος στις πρόσφατες κρίσεις με τις οποίες βρέθηκε αντιμέτωπη η Ευρώπη, όπως η υγειονομική αλλά και ο πόλεμος στην Ουκρανία ανέδειξαν τη σημαντική εξάρτηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης από Τρίτες χώρες για πολύτιμα ορυκτά και πρώτες ύλες.
Μιλώντας για την πορεία του κλάδου εντός του 2023, ο κ. Κεφαλάς απέφυγε να κάνει προβλέψεις ωστόσο σημείωσε πως «παραμένουμε αισιόδοξοι ότι τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα του κλάδου, η αποδεδειγμένη ανθεκτικότητα των μελών μας και η σύντομη άρση των εμποδίων στην ανάπτυξη μας θα φέρουν καρπούς, προς όφελος όλων των μελών μας».