Υπέρ των θέσεων των χρηματοδοτικών φορέων, τραπεζών και εταιρειών διαχείρισης δανείων, κατέληξε η ολομέλεια του Αρείου Πάγου που αποφάνθηκε ότι οι εταιρείες διαχείρισης δανείων που εδρεύουν στην Ελλάδα, έχουν ενεργητική νομιμοποίηση για να επισπεύδουν τους πλειστηριασμούς για λογαριασμό των funds που κατέχουν μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
Η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, σε διάσκεψη, με πλειοψηφία (59-6), δέχθηκε την εισήγηση της αρεοπαγίτου Κανέλλας Τζαβέλα, και η δημοσίευση της απόφασης αναμένεται μέσα στον επόμενο μήνα.
Το πρόβλημα που έχει ανακύψει εδώ και αρκετούς μήνες και οδήγησε τμήμα του Αρείου Πάγου να εκδώσει την απόφαση 822/2022, με την οποία απαγόρευσε σε servicers να επισπεύδουν πλειστηριασμούς, έγκειται στην εφαρμογή δύο σχετικών νόμων, του 2003 και του 2015. Ο πρώτος, με βάση τον οποίο έχουν γίνει όλες οι τιτλοποιήσεις δανείων από τις τράπεζες, δεν προβλέπει, σε αντίθεση με τον δεύτερο, τη δυνατότητα των servicers να ενεργούν στο όνομα των funds.
Στη συζήτηση που είχε πραγματοποιηθεί στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, στα τέλη Ιανουαρίου, οι 5 συνήγοροι των εταιρειών διαχείρισης δανείων και των τραπεζών, είχαν αναφέρει ότι από τις Εταιρείες Διαχείρισης Απαιτήσεων έχουν διευθετηθεί απαιτήσεις ύψους 18 δισ. ευρώ από τις αρχικές, οι οποίες ανέρχονταν στο ποσό των 60 δισ. ευρώ.
Επίσης, συνήγοροι των τραπεζών είχαν σημειώσει ότι με τον νόμο 2003 η πολιτεία προέβη σε μια πρωτοβουλία για την αντιμετώπιση απαιτήσεων των τραπεζικών κόκκινων δάνειων, προκειμένου να δημιουργηθεί μια δευτερογενής αγορά απαιτήσεων έτσι ώστε να υπάρχει η δυνατότητα υποβολής ευνοϊκών όρων δανείων.
Ο νόμος του 2003 θεσμοθετήθηκε προκειμένου να μπορέσουν τα τραπεζικά ιδρύματα να αξιοποιήσουν το δανειακό της χαρτοφυλάκιο, να πάρουν χρήματα από εταιρείες ειδικού σκοπού οι οποίες στη συνέχεια να εκδώσουν ομόλογα και έτσι να αποτελέσει αυτός ο τρόπος ένα χρηματοδοτικό εργαλείο για την εθνική οικονομία, για τις επιχειρήσεις, κ.λπ., ανέφεραν οι δικηγόροι των χρηματοδοτικών φορέων και προσέθεσαν ότι πρέπει να δούμε ποιος ήταν ο σκοπός του νομοθέτη πριν και ποιος ήταν ο σκοπός του νομοθέτη μεταγενέστερα σε μία περίοδο της υπό κατάρρευσης του τραπεζικού συστήματος με πληθώρα κόκκινων δανείων, προσέθεσαν οι συνήγοροι των Τραπεζών.
Από την πλευρά των δανειοληπτών, οι Δικηγορικοί Σύλλογοι κ.α.. είχαν υποστηρίξει ότι οι Εταιρείες Διαχείρισης Απαιτήσεων δεν μπορεί να είναι διάδικοι σε δίκες, πολύ περισσότερο όταν δεν πληρώνουν έμμεσους φόρους και τέλη (φόρος μεταβίβασης, τέλη χαρτοσήμου, δικαιώματα συμβολαιογράφων, κ.λπ.) και ανέφεραν ότι οι πλειστηριασμοί πρέπει να γίνονται όπως απαιτεί η νομοθεσία του 2015, δηλαδή να δίνεται προηγούμενα η δυνατότητα στον οφειλέτη να προβαίνει σε διακανονισμό.
Είχαν αναφέρει επίσης ότι τα κόκκινα δάνεια (μη εξυπηρετούμενα δάνεια) και τα ροζ δάνεια (ημιεξυπηρετούμενα δάνεια) σύμφωνα και με την Τράπεζα Ελλάδος, ανέρχονται στα 87 δισ. ευρώ και οι φοροαπαλλαγές των funds ανέρχονται στα 58,80 δισ. ευρώ και προσέθεσαν ότι δεν επιδέχονται μεταβίβαση οι απαιτήσεις των Τραπεζών και το Σύνταγμα απαγορεύει να μεταφέρονται δικονομικές απαιτήσεις στα funds.