Σε μηχανισμό ανακατανομής μεριδίων μεταξύ των προμηθευτικών επιχειρήσεων σε αρκετές κατηγορίες βασικών προϊόντων πρόκειται να αναδειχθεί η περίφημη λίστα των 50 προϊόντων, όπου θα γίνει προσπάθεια να συγκρατηθούν οι ανατιμήσεις και για την οποία συμφώνησαν ο υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων κ. Άδωνις Γεωργιάδης με τις τέσσερις μεγαλύτερες αλυσίδες σούπερ μάρκετ της ελληνικής αγοράς.
Ήδη, οι βολιδοσκοπήσεις από τα στελέχη των τμημάτων αγορών των αλυσίδων προς τους προμηθευτές για τη συμμετοχή προϊόντων τους στη λίστα δεν είναι πάντα ανέφελες, καθώς είναι δύσκολο να συμφωνηθεί αν και ποια προϊόντα θα ενταχθούν στη λίστα των προϊόντων με «ελεγχόμενες» ανατιμήσεις.
Την ίδια ώρα, το γεγονός ότι, σύμφωνα με δήλωση του αναπληρωτή υπουργού κ. Νίκου Παπαθανάση, η λίστα θα κλειδώσει» με νομοθετική ρύθμιση εντός των ημερών και θα περιλάβει τελικά περισσότερες από 15 αλυσίδες με ετήσιες πωλήσεις άνω των 70 εκατ. ευρώ, κι όχι των 90 εκατ. ευρώ, όπως ήταν η αρχική σκέψη, διαμορφώνει ένα νέο πλαίσιο, το οποίο είναι εντελώς διαφορετικό από τις αρχικές συζητήσεις της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου με τις αλυσίδες των σούπερ μάρκετ.
Υπενθυμίζεται ότι οι κατηγορίες των προϊόντων που θα ενταχθούν στις λίστες των αλυσίδων είναι κρέας, λαχανικά και φρούτα, άλευρα, γάλα, καφές, έλαια, ψωμί, τυριά, γιαούρτι, ρύζι, ζυμαρικά, όσπρια, τοματοειδή, απορρυπαντικά (πιάτων και ρούχων και είδη καθαρισμού γενικής χρήσης), χαρτικά, αναψυκτικά, είδη προσωπικής υγιεινής, μπισκότα και σοκολατοειδή.
Οι πολιτικές πιέσεις και οι φόβοι για αρνητική δημοσιότητα
Εν τω μεταξύ η πολιτική πίεση προς την κυβέρνηση εντείνεται από τον ΣΥΡΙΖΑ και την αντιπολίτευση γενικότερα επί του θέματος της ακρίβειας -ήδη η αξιωματική αντιπολίτευση έχει καταθέσει σχετική επίκαιρη ερώτηση προς τον πρωθυπουργό κ. Κυριάκο Μητσοτάκη. Ως εκ τούτου και με βάση τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων, που αναδεικνύουν την ακρίβεια ως το το μείζον πρόβλημα των πολιτών, η κατάσταση γίνεται σύνθετη και αποκτά πλέον μία ιδιαίτερη δυναμική.
Πρωτίστως στο νέο περιβάλλον αναδεικνύονται ως «πρωταγωνιστές» στη διαμόρφωση των τιμών, οι αλυσίδες σούπερ μάρκετ και οι προμηθευτές τους, που καλούνται να λύσουν τον γρίφο της ακρίβειας, χωρίς να συνυπολογίζονται οι ανατιμήσεις των πρώτων υλών, το ενεργειακό κόστος, οι ανατιμήσεις των υλικών συσκευασίας, το χρηματοοικονομικό κόστος και πιθανόν και άλλες κοστολογικές επιβαρύνσεις που διαμορφώνουν την τελική τιμή του προϊόντος.
Το θέμα πλέον βρίσκεται στο επίκεντρο της πολιτικής αντιπαράθεσης και μάλιστα με ένταση, γεγονός που διαμορφώνει βαρύ κλίμα στις συσκέψεις που πραγματοποιούνται συνεχώς στα ηγετικά κλιμάκια των αλυσίδων σούπερ μάρκετ. Και για ένα επιπλέον λόγο, πέραν των προαναφερομένων: η σύγκριση στις λίστες των αλυσίδων από τους καταναλωτές και τα μέσα ενημέρωσης, θα ενισχύσει ή θα «αδυνατίσει» την εικόνα που έχει μεγάλο μέρος των καταναλωτών για τον άλφα ή τον βήτα λιανέμπορο.
Επειδή λοιπόν παίζεται η φήμη των αλυσίδων, τα πράγματα είναι «εξόχως σοβαρά», όπως λένε στην αγορά, κι είναι ακόμη νωρίς για να προβλέψει κανείς τη σύνθεση της λίστας, δηλαδή πόσα και ποια προϊόντα θα είναι επώνυμα και πόσα θα είναι ιδιωτικής ετικέτας.
Οι πολυεθνικές και η ιδιωτική ετικέτα
Πηγές της αγοράς, πάντως, που γνωρίζουν τους προβληματισμούς που επικρατούν στα επιτελεία των αλυσίδων σούπερ μάρκετ, αλλά και των προμηθευτικών επιχειρήσεων, μιλώντας προς το BD έλεγαν πως πρόκειται για γρίφο. Μεταξύ των άλλων, διατύπωσαν το ερώτημα πώς είναι δυνατόν να δεσμευτεί θυγατρική εταιρεία πολυεθνικού ομίλου ότι για διάστημα ορισμένων μηνών οι τιμές των προϊόντων της δεν θα μεταβληθούν, εφόσον η εμπορική της πολιτική καθορίζεται από τον μητρικό όμιλο εκτός Ελλάδος. Από την άλλη πλευρά εφόσον μία προμηθευτική επιχείρηση δεσμευτεί με κάποια αλυσίδα για ένα προϊόν ότι θα διατηρήσει σταθερή την τιμή του, ποια θα είναι η τύχη αυτού του προϊόντος στις άλλες αλυσίδες. Δυναμικά, μία τέτοια εξέλιξη οδηγεί σε αλλαγή μεριδίων αγοράς.
Κι έλεγαν ακόμη ότι από τη λίστα θα πρέπει να εξαιρεθούν όχι μόνο τα νωπά προϊόντα, αλλά και τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας, διότι η αλυσίδες δεν μπορούν να δώσουν την εικόνα του discounter, δεν είναι αυτός ο χαρακτήρας τους.
Μερίδιο αγοράς ή κέρδη;
Το ερώτημα –με «υπαρξιακά» χαρακτηριστικά εν πολλοίς- στο οποίο καλούνται οι επιχειρήσεις να απαντήσουν εφέτος είναι αν θα στοχεύσουν σε διατήρηση των μεριδίων τους ή στη βελτίωση της κερδοφορίας.
Η χρήση της λίστας θέτει αυτό το ερώτημα με άμεσο τρόπο: μπορεί μία επιχείρηση να προτιμήσει την ενίσχυση των μεριδίων της, που σε διαφορετική περίπτωση θα χρειαζόταν ίσως και πέντε χρόνια για να αποκτήσει –έλεγαν οι ίδιες πηγές– φυσικά σε βάρος της κερδοφορίας της. Ή, σε άλλη περίπτωση, όπως υπογράμμιζε κορυφαίο στέλεχος μεγάλης προμηθευτικής επιχείρησης, να υπάρξει μόνο συμβολική συμμετοχή προμηθευτών: «μπορούμε να στηρίξουμε την κυβερνητική πρωτοβουλία και να συμμετέχουμε με κάποιον κωδικό, αλλά με περιορισμένη ποσότητα προϊόντος. Θα το δούμε όταν έρθει η ώρα».
Η λίστα της Carrefour
Πάντως, όπως είναι γνωστό οι ιδέες δεν προέρχονται από παρθενογένεση. Συνήθως ακολουθείται μία δημιουργική ή μη αντιγραφή. Έτσι φαίνεται ότι συμβαίνει και στην περίπτωση της λίστας των 50 προϊόντων. Από τα τέλη του Αυγούστου, αιφνιδίως η Carrefour, ο μεγαλύτερος λιανέμπορος της γαλλικής αγοράς, ανακοίνωσε μία λίστα με 100 μεγάλης κατανάλωσης προϊόντα για τα οποία δεσμεύτηκε δημοσίως ότι δεν πρόκειται να αλλάξουν τιμή ως τον Ιανουάριο του 2023.
Και μετά άνοιξαν... οι πύλες της κολάσεως. Υπήρξαν πολυεθνικοί προμηθευτές που αρνήθηκαν τη συμμετοχή των προϊόντων τους στη λίστα με αποτέλεσμα να υποστούν το κόστος της αρνητικής διαφήμισης με πρωταγωνίστρια την Carrefour. Aνταγωνιστές της Carrefour στο λιανεμπόριο άσκησαν πιέσεις στους προμηθευτές τους να μην τολμήσουν να στείλουν ανατιμήσεις στα τμήματα αγορών τους.
Από τη γαλλική λίστα των «100» προέκυψε η λίστα των «50» στην ελληνική αγορά, όχι όμως ως ιδιωτική πρωτοβουλία μιας μεγάλης αλυσίδας, αλλά ως μια πρωτοβουλία της κυβέρνησης και χωρίς να προκληθούν οι παραδοσιακές... εχθροπραξίες μεταξύ λιανεμπόρων και προμηθευτών. Ως τώρα τουλάχιστον.
Το πρόβλημα με τη νομοθεσία για τον ανταγωνισμό
Ένα σοβαρό ζήτημα που απασχολεί, εξάλλου, λιανέμπορους και προμηθευτές είναι κατά πόσο η πρωτοβουλία υπουργείου Ανάπτυξης συνάδει με το δίκαιο για την προστασία του ανταγωνισμού (νόμος 3959/2011) και αν υπάρχει ενδεχόμενο να βρεθούν αργότερα οι επιχειρήσεις που θα συμμετάσχουν στην πρωτοβουλία για τη συγκράτηση της ακρίβειας «μπλεγμένες» σε κάποια έρευνα της Επιτροπής Ανταγωνισμού.
Ως γνωστόν, ο νόμος για τον ανταγωνισμό απαγορεύει «όλες τις συμφωνίες και εναρμονισμένες πρακτικές μεταξύ επιχειρήσεων, οι οποίες έχουν ως αντικείμενο ή ως αποτέλεσμα την παρεμπόδιση, τον περιορισμό ή τη νόθευση του ανταγωνισμού και ιδίως εκείνες οι οποίες συνίστανται στον άμεσο ή έμμεσο καθορισμό των τιμών αγοράς ή πώλησης ή άλλων όρων συναλλαγής».
Σύμφωνα με πληροφορίες, από την πλευρά των επιχειρήσεων ζητήθηκε από το υπ. Ανάπτυξης κάποιου είδους διαβεβαίωση από την Επιτροπή Ανταγωνισμού ότι οι συνεννοήσεις που θα πρέπει να γίνουν ανάμεσα σε λιανεμπόρους και προμηθευτές θα εξαιρεθούν από πιθανούς ελέγχους με βάση τη νομοθεσία για τον ανταγωνισμό.
Ο ρόλος της Επιτροπής Ανταγωνισμού σε σχέση με την κυβερνητική πρωτοβουλία για τη λίστα των βασικών προϊόντων είναι πιθανό μάλιστα να αναδειχθεί και σε πολιτικό επίπεδο, καθώς σήμερα είναι προγραμματισμένη συνάντηση του προέδρου του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, Νίκου Ανδρουλάκη με τον πρόεδρο της Επιτροπής, Ιωάννη Λιανό.
Στην κυβέρνηση, πάντως, η άποψη που επικρατεί είναι ότι αυτές οι νομικές ανησυχίες θα ξεπεραστούν, καθώς η τροπολογία που θα κατατεθεί πιθανότατα ως το τέλος της εβδομάδας θα ξεκαθαρίζει το τοπίο για την εφαρμογή του μέτρου της λίστας, απομακρύνοντας τις όποιες ανησυχίες για «σύγκρουσή» του με τον νόμο για τον ανταγωνισμό.