Εντός του Ιουνίου αναμένεται να εγκριθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή το νέο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Ανταγωνιστικότητα» της Ελλάδας, το οποίο θα διαδεχθεί το ΕΠΑΝΕΚ, με τους πόρους του, ύψους 4 έως και 5 δισ. ευρώ, να διατίθενται κατά κύριο λόγο με τη μορφή χαμηλότοκων δανείων και όχι επιχορηγήσεων.
Τα παραπάνω γνωστοποίησαν σήμερα ο υφυπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Γιάννης Τσακίρης και ο γενικός γραμματέας Δημοσίων Επενδύσεων και ΕΣΠΑ, Δημήτρης Σκάλκος, κατά τη διάρκεια εκδήλωσης-συζήτησης με εκπροσώπους του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης (ΕΕΘ) στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις Βρυξέλλες, την οποία διοργάνωσε η ευρωβουλευτής Μαρία Σπυράκη.
«Εντός του επόμενου 20ημέρου θα εγκριθεί το επιχειρησιακό πρόγραμμα "Ανταγωνιστικότητα", το οποίο θα αντικαθιστά το ΕΠΑΝΕΚ. Στο νέο πρόγραμμα θα υπάρχουν δύο πυλώνες στρατηγικής για την αύξηση της ανταγωνιστικότητας των ΜΜΕ -μέσω της πράσινης και ψηφιακής μετάβασης» σημείωσε ο κ. Τσακίρης και πρόσθεσε πως θα υπάρξει δράση ψηφιακής αναβάθμισης για όλες τις ΜΜΕ που πληρούν τα βασικά κριτήρια, ασχέτως κλάδου, η οποία δεν θα έχει συγκριτική αξιολόγηση και στην οποία στόχος είναι οι δικαιούχες επιχειρήσεις να εντάσσονται σε έναν μήνα.
«Όποια επιχείρηση κάνει την επένδυση θα πληρώνεται πολύ γρήγορα και όποια δεν την κάνει, θα απεντάσσεται» ξεκαθάρισε και συμπλήρωσε πως «γενικά "φεύγουμε" από τη γενική επιχειρηματικότητα (τη χρηματοδοτική στήριξή της), καθώς «δαπάνες που βρίσκονται πολύ μακριά από τους στόχους της πράσινης και ψηφιακής μετάβασης -π.χ, δωμάτια ξενοδοχείων- δεν θα μπορούν να εγκριθούν ως επιλέξιμα κόστη» σε αυτό το πλαίσιο.
Ο υφυπουργός αναφέρθηκε και στο πρόβλημα της ελλιπούς πρόσβασης των μικρών επιχειρήσεων στις τραπεζικές χρηματοδοτήσεις, λέγοντας πως στόχος της κυβέρνησης είναι οι 40.000 επιχειρήσεις, που οι τράπεζες γνωρίζουν σήμερα ως μικρούς πελάτες, να αυξηθούν σε τουλάχιστον 100.000. Όπως είπε, ο στόχος αυτός θα επιδιωχθεί μεταξύ άλλων με νέα χρηματοδοτική ενέργεια, που θα καλύπτει σημαντικό κομμάτι του ρίσκου τέτοιων μικρών πελατών για τις τράπεζες.
Επανέλαβε δε το μεγάλο πρόβλημα της διάρθρωσης της ελληνικής επιχειρηματικότητας που είναι οι πολύ μικρές επιχειρήσεις: «Αυτή τη στιγμή έχουμε στην Ελλάδα 850.000 επιχειρήσεις. Από αυτές, μόλις οι 500 είναι μεγάλες (βάσει τζίρου και θέσεων εργασίας), κατά την Κομισιόν. Οι 4.500 είναι μεσαίες και οι μικρές είναι 45.000. Οι υπόλοιπες 800.000 είναι οι πολύ μικρές» είπε.
Στις πρώτες τρεις θέσεις σε απορροφήσεις
Ο κ.Τσακίρης υπενθύμισε ακόμα ότι τα τελευταία δυόμισι χρόνια η Ελλάδα βρίσκεται σταθερά στις τρεις πρώτες θέσεις μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ σε απορροφήσεις πόρων για τις ΜμΕ, έναντι της ενδέκατης-δωδέκατης που κατείχε στο παρελθόν. Πρόσθεσε δε, πως από ποσοστό μόλις 24% πριν από κάποια χρόνια, οι απορροφήσεις έχουν πλέον ξεπεράσει το 70%, κάτι που σημαίνει ότι πάνω από 8 δισ. ευρώ έφτασαν στην πραγματική αγορά κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου.
Ο υφυπουργός Ανάπτυξης διατύπωσε ακόμα την εκτίμηση πως η τρέχουσα κρίση διεθνώς είναι μεγαλύτερη και από εκείνη του κορονοϊού, επισημαίνοντας ότι σε ένα τέτοιο σερί εξωτερικών σοκ, καμια κυβέρνηση δεν μπορεί να κάνει κάτι μεμονωμένα. «Πλέον υπάρχει η τέλεια καταιγίδα. Πολλοί παράγοντες έχουν ευθυγραμμιστεί, ώστε οι κρίσεις του πληθωρισμού και της ενέργειας να συνεχίζονται, με χειρότερη εικόνα» σημείωσε.
Ο κ.Τσακίρης επισήμανε ακόμα πως πάρα πολλές επιχειρήσεις έμειναν εκτός των προγραμμάτων στήριξης κατά τη διάρκεια της πανδημικής κρίσης, λόγω αστοχιών ή παραλείψεων λογιστών και συμβούλων, κατά τη σύνταξη και κατάθεση σχετικών εγγράφων, πχ, για την επιστρεπτέα προκαταβολή. Απαντώντας, τέλος, σε σχετικό ερώτημα επαγγελματιών, επισήμανε πως το χρέος της Ελλάδας προφανώς είναι βιώσιμο και διαχειρίσιμο, αλλά δεν μπορούμε και δεν πρέπει να φτάσουμε σε ένα σημείο από το οποίο και μετά θα υπάρξει πρόβλημα.