Την σημαντική πρόοδο που έχουν σημειώσει οι εγχώριες τράπεζες τα τελευταία χρόνια αλλά και τις σημαντικές προοπτικές ανάπτυξης που δημιουργούνται υπογράμμισε ο διευθύνων σύμβουλος του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ), Ηλίας Ξηρουχάκης, μιλώντας στο Banking Summit του Money Review. «Οι Ελληνικές τράπεζες έχουν πλέον, χωρίς την παραμικρή αμφιβολία, μπει στο σωστό δρόμο της υγειούς ανάπτυξης», τόνισε χαρακτηριστικά.
Μεταξύ άλλων ο κ. Ξηρουχάκης σημείωσε:
«Τα αναθεωρημένα επιχειρηματικά σχέδια των τραπεζών αντικατοπτρίζουν τις σημαντικές προοπτικές ανάπτυξης της οικονομίας της χώρας για τα επόμενα χρόνια (που αναμένεται να στηριχθεί μεταξύ άλλων και από την εισροή πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας), το θετικό οικονομικό κλίμα – το ευμενέστερο για την χώρα των τελευταίων δεκαπέντε ετών (όπως βεβαίως αυτό είχε διαμορφωθεί πριν τις σοβαρές γεωπολιτικές εξελίξεις ) και τη σημαντική επενδυτική δραστηριότητα ξένων επενδυτικών κεφαλαίων που έχουν αναδείξει τα τελευταία 2-3 χρόνια την Ελλάδα ως ένα ιδιαίτερα ελκυστικό επενδυτικό προορισμό σε πολλούς τομείς, (όπως της ενέργειας, των υποδομών, των κατασκευών των ακινήτων κλπ.).
Παράλληλα οι διοικήσεις των τραπεζών έχουν συντάξει και υποβάλει ένα σαφή οδικό χάρτη για την εξυγίανση των ισολογισμών τους με πολύ θετικά και πλέον απτά αποτελέσματα προς στην κατεύθυνση αυτή, όπως προκύπτει άλλωστε από τις ανακοινώσεις των προηγούμενων ημερών αναφορικά στα αποτελέσματα χρήσης 2021. Η ταχεία βελτίωση των στοιχείων του ενεργητικού τους συνεχίζει να μας εκπλήσσει θετικά και για τις τέσσερις τράπεζες. Είδαμε τον μέσο όρο του δείκτη Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων (ΜΕΑ) για τα εγχώρια χαρτοφυλάκια δανείων τους να μειώνεται στο11% περίπου κατά μέσο όρο (βέβαια για κάποιες τράπεζες ο δείκτης είναι μονοψήφιος ήδη από το 2021 με στόχο την περεταίρω σύγκλιση του με τον μέσο Ευρωπαϊκό όρο, δηλαδή να διαμορφωθεί σε ένα χαμηλό μονοψήφιο ποσοστό, το επόμενο διάστημα. Είναι χρήσιμο εδώ να υπενθυμίσω πως αυτός ο δείκτης κατά τις εποχές που όλοι θέλουμε να ξεχάσουμε είχε φτάσει στο 49,1%. Η επίπτωση αυτής της εξαιρετικά θετικής εξέλιξης απεικονίζεται στους ισολογισμούς μέσω του σημαντικά χαμηλότερου κόστους κινδύνου που στο τέλος 2022/2023 που αναμένεται να φτάσει στις ~60-70 μονάδες βάσης ( ΑΠΟ περίπου 290 μβ κατά μέσο όρο τα τελευταία χρόνια), ανάλογα βέβαια με την ταχύτητα απορρόφησης και τα επίπεδα κάλυψης κάθε τράπεζας.
Απαλλαγμένες λοιπόν από τα υψηλά ποσοστά μη εξυπηρετούμενων δανείων που τους κληροδότησε η δεκαετής οικονομική κρίση, βρίσκονται πια σε πολύ καλύτερη θέση ώστε να ανταποκριθούν πληρέστερα στον κομβικό ρόλο που έχουν για την ανάπτυξη της Εθνικής οικονομίας. Συνεπώς, η εστίαση όλου του τραπεζικού συστήματος, στρέφεται πλέον ξεκάθαρα στην κατεύθυνση της ανάπτυξης. Η καθαρή πιστωτική επέκταση, αναμένεται να αναχαιτίσει εν πολλοίς, την πίεση που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια στα καθαρά έσοδα από τόκους, κυρίως λόγω της απομόχλευσης των Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων, της διαρκώς αυξανόμενης έντασης του ανταγωνισμού αλλά και των ιδιαίτερα ευμενών συνθήκων, που παρατηρήθηκαν έως τα τέλη του 2021, στις διεθνείς αγορές ομολόγων ( των εταιρικών συμπεριλαμβανομένων) .
Οι ελληνικές τράπεζες εκτιμούμε κα Τζώρτζη πως έχουν κάνει την κατάλληλη προετοιμασία προκειμένου αξιοποιήσουν στο μέγιστο δυνατό βαθμό το Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και τους λοιπούς πόρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προχωρώντας στη δημιουργία εσωτερικών υποδομών & προϊόντων που ήδη προσφέρονται στην πελατεία τους προκειμένου να υπάρξει η μέγιστη δυνατή αξιοποίηση των κεφαλαίων που αναμένεται να εισρεύσουν στη χώρα. Ελπίζουμε βεβαίως το αυτό να συμβαίνει και από την πλευρά των επιχειρήσεων. Στόχος είναι οι εγχώριες επιχειρήσεις μικρές και μεγάλες να ενδυναμωθούν και θα γίνουν πιο ανταγωνιστικές με την αξιοποίηση αυτών των κεφαλαίων, ενώ η τραπεζική δραστηριότητα να διευρυνθεί πέρα των δανειοδοτήσεων και σε άλλες υπηρεσίες (συμβουλευτικές ως επι το πλείστων), όπου οι τράπεζες θέλουν και μπορούν να παίξουν σημαντικό ρόλο. Τα έσοδα από προμήθειες και η σύγκλιση στον τομέα αυτό με τις αντίστοιχες Ευρωπαϊκές, αποτελεί επίσης βασική στόχευση για τις ελληνικές τράπεζες στα επόμενα χρόνια.
Παράλληλα όλες επιχειρούν, αξιοποιώντας μια σειρά από πρωτοβουλίες και δράσεις, να επιτύχουν την βελτιστοποίηση του κόστους τους μέσα από την αποτελεσματικότερη διαχείριση των λειτουργιών τους, τη σημαντική ενίσχυση των ψηφιακών καναλιών διάθεσης και εν γένη των ψηφιακών τους δυνατοτήτων τις οποίες υποστηρίζουν με συνεχείς και γενναίες επενδύσεις στην τεχνολογία.
Κλείνοντας, πρέπει να ομολογήσω πως αισθανόμαστε ιδιαίτερα ευτυχείς με τις δεσμεύσεις των διοικήσεων των τεσσάρων συστημικών τραπεζών για αυξημένη οργανική και επαναλαμβανόμενου χαρακτήρα κερδοφορία το επόμενο χρονικό διάστημα, που θα εξασφαλίσει και θα θωρακίσει πλήρως την επιδιωκόμενη μακροχρόνια κεφαλαιακή τους σταθερότητα που ήταν , είναι και θα είναι πάντα το ζητούμενο όχι μόνο εποπτικά αλλά και από την ίδια την επενδυτική κοινότητα κυρίως εκείνων με μακρόπνοο επενδυτικό ορίζοντα) . Οι Ελληνικές τράπεζες έχουν πλέον, χωρίς την παραμικρή αμφιβολία, μπει στο σωστό δρόμο της υγειούς ανάπτυξης.»