Την επόμενη φάση της ενεργειακής κρίσης παρακολουθεί με μεγάλη ανησυχία η κυβέρνηση, μετά τις ανοικτές απειλές από τη Μόσχα για υπερδιπλασιασμό της τιμής του φυσικού αερίου στην Ευρώπη, σε «αντίποινα» για το μπλοκάρισμα του αγωγού Nord Stream 2, αλλά και τις εκτιμήσεις αναλυτών ότι η κρίση στην Ουκρανία θα μπορούσε να οδηγήσει την τιμή του αργού πετρελαίου ακόμη και στα 140 δολ. το βαρέλι.
Στη χθεσινή, έκτακτη συνεδρίαση του ΚΥΣΕΑ κύριο θέμα συζήτησης ήταν η ενεργειακή θωράκιση της χώρας σε περίπτωση διακοπής της ροής φυσικού αερίου μέσω του αγωγού Turk Stream από τον οποίο εφοδιάζεται η Ελλάδα με ρωσικό φυσικό αέριο μέσω Τουρκίας και Βουλγαρίας. Αυτό θα μπορούσε να είναι το αποτέλεσμα είτε μιας απόφασης της Μόσχας να «στραγγαλίσει» ενεργειακά την Ευρώπη, διακόπτοντας όλες τις ροές φυσικού αερίου, ή μιας απόφασης της Δύσης για πολύ βαριές κυρώσεις (αποκλεισμός ρωσικών εταιρειών από την εκκαθάριση συναλλαγών σε δολάρια ή αποβολή της Ρωσίας από το διεθνές σύστημα πληρωμών SWIFT).
Σύμφωνα με πληροφορίες, διαπιστώθηκε ότι η χώρα έχει αρκετά στρώματα άμυνας για να αποφευχθεί το εφιαλτικό σενάριο της ελλειμματικής παραγωγής ηλεκτρισμού λόγω έλλειψης φυσικού αερίου. Εισαγωγές υγροποιημένου αερίου (LNG) από την Αλγερία και τις ΗΠΑ, με τις αποθήκες της Ρεβυθούσας να μπορούν να δώσουν επάρκεια για την κάλυψη της κατανάλωσης για περισσότερες από 50 ημέρες, χρήση πετρελαίου αντί για αέριο σε μονάδες παραγωγής που έχουν αυτή τη δυνατότητα, αλλά και ενεργοποίηση λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ είναι τα μέτρα που ήδη έχουν τύχει επεξεργασίας και μπορούν να αποτρέψουν μια κατάρρευση της παραγωγής ρεύματος, εάν σταματήσει η ροή φυσικού αερίου από τη Ρωσία.
Οι κίνδυνοι από τις τιμές και οι απώλειες του 2021
Όμως, παρότι υπάρχουν αρκετά εργαλεία για να αποφευχθεί ένα μπλακάουτ εξαιτίας μιας διακοπής των ροών φυσικού αερίου από τη Ρωσία, οι κίνδυνοι από την ενεργειακή κρίση δεν έχουν εκλείψει και εστιάζονται πρωτίστως στο πεδίο των τιμών εισαγωγής του φυσικού αερίου και του πετρελαίου. Η ενεργειακή κρίση εξελίσσεται με νέα δυναμική, πλέον, μετά τις επιθετικές κινήσεις της Ρωσίας, που έκαναν χθες τον πρόεδρο Μπάιντεν να τονίσει ότι «αποτελούν την αρχή μιας ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία». Ο σοβαρότερος κίνδυνος είναι να παραταθούν για μεγαλύτερη χρονική περίοδο από το αναμενόμενο οι υψηλές τιμές, που απορροφούν τεράστια ποσά από την εθνική οικονομία και «στραγγίζουν», μέσω του πληθωρισμού, τα εισοδήματα των καταναλωτών.
Από αυτή την άποψη, ήδη το 2021 ήταν μια πολύ κακή χρονιά, όχι μόνο γιατί εκτινάχθηκε ο πληθωρισμός σε επίπεδα ρεκόρ δεκαετίας, κατά το δεύτερο εξάμηνο του έτους, αλλά και επειδή η εθνική οικονομία «έγραψε» μια απώλεια εισοδήματος της τάξεως του 1,5% του ΑΕΠ. Το έλλειμμα στο ισοζύγιο καυσίμων εκτινάχθηκε κατά 2,68 δισ. ευρώ, σε σχέση με το 2020, όπου ήταν ασυνήθιστα χαμηλό λόγω της κάμψης των τιμών με την πανδημία, αλλά και κατά 836 εκατ. ευρώ, σε σχέση με την «κανονική» χρονιά του 2019.
Το μεγάλο πρόβλημα όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά συνολικά για την Ευρώπη, είναι οι ανοικτές απειλές που έρχονται από τη Ρωσία για συνέχιση, πιθανόν με μεγαλύτερη ένταση, της πολιτικής που ακολουθεί εδώ και μήνες το μονοπώλιο της Gazprom, παρέχοντας στην Ευρώπη πολύ μικρότερες ποσότητες από όσες απαιτούνται για να καλυφθούν τα πολύ χαμηλά αποθέματα φυσικού αερίου.
Ο Nord Stream 2 και η απειλή της Μόσχας
Η απόφαση που ανακοίνωσε χθες ο Γερμανός καγκελάριος Σολτς, έχοντας δεχθεί και ισχυρές πιέσεις από τον Τζο Μπάιντεν στην τελευταία συνάντησή τους, για το μπλοκάρισμα της πιστοποίησης του αγωγού Nord Stream 2, αφήνει μετέωρο ένα έργο – κλειδί, που έχει απορροφήσει επένδυση 9,5 δισ. ευρώ από την Gazprom. Έργο που θεωρείται στρατηγικής σημασίας από τους Ρώσους όχι μόνο για εμπορικούς λόγους (μεγαλύτερα περιθώρια κέρδους) αλλά και για γεωπολιτικούς, αφού θα επιτρέψει στη Μόσχα να σταματήσει τη λειτουργία των αγωγών που διέρχονται από την Ουκρανία.
Το αν θα παγώσει οριστικά η λειτουργία του αγωγού φαίνεται από τις δηλώσεις Σολτς και Μπάιντεν ότι θα εξαρτηθεί από τη συμπεριφορά της Ρωσίας στην Ουκρανία. Εάν οι ρωσικές δυνάμεις επεκτείνουν τη δράση τους πέρα από τα εδάφη των δύο κρατιδίων του Ντονμπάς, ο Αμερικανός πρόεδρος έχει τονίσει ότι «θα τελειώσει» αυτό τον αγωγό, ενώ και η γερμανική πλευρά φαίνεται πλέον ότι αντιλαμβάνεται πως θα ήταν αδύνατο, από πολιτική άποψη, να εγκρίνει στο μέλλον τη λειτουργία του, εάν η Ρωσία έχει εφαρμόσει τα χειρότερα σχέδια για την Ουκρανία.
Η αντίδραση της Μόσχας ήλθε από τον Ντμίτρι Μεντβέντεφ, έναν πολιτικό από τον στενό πυρήνα του Κρεμλίνου, που έχει διατελέσει πρωθυπουργός, πρόεδρος και σήμερα είναι αντιπρόεδρος του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας. Όπως έγραψε στο Twitter, στα αγγλικά για να απευθυνθεί το μήνυμα σε διεθνές ακροατήριο: «Ο Γερμανός καγκελάριος, Όλαφ Σολτς εξέδωσε διάταγμα για να σταματήσει η πρόοδος της πιστοποίησης του αγωγού Nord Stream 2. Λοιπόν: Καλωσήλθατε στον θαυμαστό, νέο κόσμο όπου οι Ευρωπαίοι θα πληρώνουν πολύ σύντομα 2.000 δολ. για 1.000 κυβικά φυσικού αερίου»! Σημειώνεται ότι σήμερα η τιμή είναι στα 800 δολ.
Απαντώντας, μέσω του CNN, σε αυτές τις απειλές της Μόσχας, η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, τις χαρακτήρισε ανοησίες, δείχνοντας έντονη ενόχληση. Σημείωσε ότι δεν αλλάζει κάτι στην τροφοδοσία της Ευρώπης με φυσικό αέριο, αφού ούτως ή άλλως ο Nord Stream 2 δεν λειτουργεί και ο εφοδιασμός γίνεται από τους αγωγούς που διέρχονται από την Ουκρανία και τη Λευκορωσία. Η πρόεδρος της Κομισιόν, όμως, καυτηρίασε την πρακτική της Gazprom να στέλνει λιγότερες ποσότητες αερίου από αυτές που ζητάει η Ευρώπη, παρά το γεγονός ότι οι τιμές είναι πολύ υψηλές και θα μπορούσε, με εμπορικούς όρους, να βγει κερδισμένη. Έτσι, άφησε σαφώς να εννοηθεί ότι η Ρωσία χρησιμοποιεί για άλλους σκοπούς το φυσικό αέριο και το μετατρέπει σε γεωπολιτικό όπλο. Η απάντηση της Ευρώπης, όπως είπε η Γερμανίδα πρόεδρος της Κομισιόν, θα είναι να επιταχύνει την προσπάθεια απεξάρτησης από το ρωσικό φυσικό αέριο.
Σε αυτό το πολεμικό κλίμα που διαμορφώνεται γύρω από τον εφοδιασμό της ευρωπαϊκής αγοράς από τη Ρωσία, δεν είναι τυχαίο ότι χθες αυξήθηκε περίπου κατά 10% η τιμή του φυσικού αερίου στην αγορά της Ολλανδίας, παρά το γεγονός ότι οι καιρικές συνθήκες είναι ήπιες αυτή την περίοδο και πιέζουν τη ζήτηση. Γι’ αυτό και η τιμή βρίσκεται κάτω από τα 80 ευρώ/μεγαβατώρα, πολύ μακριά από το ρεκόρ των σχεδόν 167 ευρώ που είχε καταγραφεί στις 21 Δεκεμβρίου.
Το μεγάλο ερώτημα είναι πλέον αν μπορεί η Ρωσία, με μια πολιτική «κλειστής στρόφιγγας» προς την Ευρώπη, να κρατήσει ψηλά τις τιμές του φυσικού αερίου για μεγάλη χρονική περίοδο, επιβεβαιώνοντας την «προφητεία» Μεντβέντεφ για υπερδιπλάσια τιμή φυσικού αερίου στην Ευρώπη. Αναλυτές σημειώνουν ότι τα ευρωπαϊκά αποθέματα παραμένουν πολύ χαμηλά και η αγορά μπορεί εύκολα να οδηγεί σε ανοδική κίνηση με την πρώτη κακοκαιρία που θα εκδηλωθεί, χωρίς βέβαια να συζητείται η επίδραση που θα είχε ενδεχόμενη πλήρης διακοπή της τροφοδοσίας από τη Ρωσία, στο πλαίσιο μιας όξυνσης της αντιπαράθεσης για την Ουκρανία.
Σε τεντωμένο σχοινί η αγορά πετρελαίου
Σε ό,τι αφορά το πετρέλαιο, που έχει γίνει μεγάλος «πονοκέφαλος» για τους Έλληνες καταναλωτές, καθώς οι τιμές της αμόλυβδης κινούνται προς τα 2 ευρώ, η τιμή του μπρεντ βρίσκεται πάνω από τα 94 δολ., έχοντας ξεπεράσει χθες τα 96 δολ. το βαρέλι. Καθησυχαστικά για την αγορά λειτούργησαν οι δηλώσει Μπάιντεν ότι γίνεται προσπάθεια να επιβληθούν με τέτοιο τρόπο οι κυρώσεις στη Ρωσία, ώστε να περιορισθούν, στο μέτρο του δυνατού, ενδεχόμενα προβλήματα στον εφοδιασμό της αγοράς.
Αναλυτές τονίζουν, όμως, ότι η αγορά έχει έλλειμμα προσφοράς και αυξανόμενη ζήτηση και οι τιμές θα έχουν την τάση το επόμενο διάστημα να υπερβούν τα 100 ευρώ, εκτός εάν ολοκληρωθούν με επιτυχία οι διαπραγματεύσεις με το Ιράν, αρθούν οι κυρώσεις και αυξηθούν οι εξαγωγές του στη διεθνή αγορά.
Όπως συμβαίνει, όμως, και με το αέριο, η Ρωσία κρατά τα κλειδιά και στην παγκόσμια αγορά πετρελαίου. Αν υπάρξει επίθεση στην Ουκρανία, πέραν από την δήθεν ειρηνευτική αποστολή στο Ντονμπάς, αναλυτές εκτιμούν ότι η διαταραχή στην αγορά πετρελαίου θα είναι εξαιρετικά σοβαρή. Η Capital Economics τονίζει ότι σε αυτό το σενάριο, που είναι και το χειρότερο, η τιμή του αργού πετρελαίου θα εκτιναχθεί στα 140 δολ.