Σε κίνδυνο βρίσκονται σχεδόν οι μισές θέσεις εργασίας στην Ελλάδα, καθώς επεκτείνονται ραγδαία οι τεχνολογίες αυτοματοποίησης της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης. Το «τρένο» της τεχνολογικής εξέλιξης δεν μπορεί να χαθεί, υπογραμμίζει ο ΣΕΒ, καθώς προσφέρει μια μεγάλη ευκαιρία αύξησης της παραγωγικότητας και του κατά κεφαλήν εισοδήματος. Όμως, είναι επιτακτική ανάγκη εκπαίδευσης εργαζομένων σε νέες δεξιότητες, για να περιοριστεί ο αντίκτυπος του «τεχνολογικού σοκ».
Η εφαρμογή των αναδυόμενων νέων τεχνολογιών στο πλαίσιο της λεγόμενης 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης αναμένεται να αυξήσει την παραγωγικότητα και το κατά κεφαλήν εισόδημα, τονίζουν οι οικονομολόγοι του ΣΕΒ. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό για χώρες όπως η Ελλάδα, που αντιμετωπίζει γήρανση του πληθυσμού και μείωση του πληθυσμού στις εργάσιμες ηλικίες και, κατά συνέπεια, του εργατικού δυναμικού. Η Ελλάδα, συνεπώς, θα πρέπει να προσβλέπει σε ταχεία υιοθέτηση της αυτοματοποίησης της παραγωγής σε όλη την οικονομία, που φέρνουν οι νέες τεχνολογίες.
Σε διαφορετική περίπτωση, το επίπεδο διαβίωσης του πληθυσμού δεν θα μπορεί να αυξηθεί. Στη μεταβατική περίοδο, όμως, εφαρμογής των νέων τεχνολογιών, και λόγω της υψηλής ταχύτητας με την οποία επέρχονται οι αλλαγές, όχι μόνο πρέπει να επιταχυνθούν οι επενδύσεις αλλά και να γίνει μια τεράστια προσπάθεια επανακατάρτισης των εργαζομένων στις δεξιότητες και τις τεχνολογίες της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης, ώστε να διευκολυνθεί η αναδιάρθρωση της παραγωγής που επέρχεται.
Στην Ελλάδα, υπολογίζεται από τη McKinsey, ότι οι αυτοματισμοί μπορούν να επηρεάσουν την απασχόληση σε ποσοστό 48% (μεσοσταθμικά) και κυρίως ως προς τις εργασίες ρουτίνας και χαμηλής εξειδίκευσης.
Στο διάγραμμα, καταγράφονται οι κλάδοι που αντιμετωπίζουν τις μεγαλύτερες δυνητικές απώλειες λόγω της δυνατότητας αυτοματισμού των εργασιακών καθηκόντων που επιτελούν, οι εργαζόμενοι, με τους κλάδους του εμπορίου, της γεωργίας, της μεταποίησης, και του τουρισμού, να αντιμετωπίζουν δυνητική εκτόπιση θέσεων εργασίας κατά 331 χιλ., 240 χιλ., 236 χιλ. και 210 χιλ. αντιστοίχως.
Αριθμός εργαζομένων που θα μπορούσε να υποκατασταθεί από μηχανές στην Ελλάδα κατά κλάδο
Πρόκειται για ενδεικτικές προσεγγίσεις που, παρ' όλη την αβεβαιότητα των υπολογισμών, όπως επισημαίνουν οι αναλυτές του ΣΕΒ, παρουσιάζουν ανάγλυφα το μέγεθος της πρόκλησης που αντιμετωπίζει κάθε επιχείρηση, κάθε κλάδος και κάθε χώρα, ανάλογα με την κλαδική διάρθρωση της παραγωγής.
Η διοχέτευση του εργατικού δυναμικού σε άλλες παραγωγικές δραστηριότητες με κατάρτιση σε νέες δεξιότητες, και με νέα θεσμική οργάνωση της εργασίας ενδεχομένως, είναι το μεγάλο στοίχημα της νέας εποχής που ανατέλλει. Όπως συνέβη και σε άλλες φάσεις εισαγωγής τεχνολογιών στην παγκόσμια οικονομική ιστορία, δεν έχει ποτέ προκύψει πρόκληση μαζικής και μόνιμης ανεργίας, καθώς αργότερα ή γρηγορότερα, η ανάπτυξη νέων προϊόντων και υπηρεσιών από την εφαρμογή των νέων τεχνολογιών απορροφά το διαθέσιμο εργατικό δυναμικό, υπό την προϋπόθεση ότι το τελευταίο αποκτά στη διαδικασία το κατάλληλο σετ δεξιοτήτων, σε χρόνους συμβατούς με τον ομαλό μετασχηματισμό της παραγωγικής βάσης. Αυτό δεν αποκλείει μεταβατικά προβλήματα απορρόφησης ανθρώπων που εκτοπίζονται από την παραγωγική διαδικασία, αν και αυτά εκτιμώνται ως μη σημαντικά σε βάθος χρόνου.
Τι πρέπει να κάνει η Ελλάδα
Με δεδομένη την κλαδική διάρθρωση της ελληνικής οικονομίας, απαιτούνται επενδύσεις συμβατές με τις επερχόμενες τεχνολογικές εξελίξεις και κατάρτιση εργαζομένων σε μαζική κλίμακα.
Η ετοιμότητα των κλάδων της ελληνικής οικονομίας για να ανταποκριθούν στις προκλήσεις των επενδύσεων σε τεχνολογίες της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης τεκμαίρεται και από το είδος των επενδύσεων που επιχειρούν, σε σχέση με τα αντίστοιχα μεγέθη των χωρών της ΕΕ-28, και πιο συγκεκριμένα, επενδύσεις σε μηχανολογικό εξοπλισμό (περιλαμβανομένου εξοπλισμού Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών - ΤΠΕ) και προϊόντα πνευματικής ιδιοκτησίας (Δ04). Τα τελευταία περιλαμβάνουν πάγια περιουσιακά στοιχεία που ενσωματώνουν τα αποτελέσματα έρευνας και ανάπτυξης, τα αποτελέσματα μεταλλευτικών ερευνών και αξιολογήσεων, το λογισμικό ηλεκτρονικών υπολογιστών και βάσεις δεδομένων, ψυχαγωγικά, λογοτεχνικά πρωτότυπα και λοιπά προϊόντα πνευματικής ιδιοκτησίας, τα οποία προορίζονται για χρήση διάρκειας μεγαλύτερης του έτους.
Υστέρηση σε επενδύσεις
Στην ελληνική μεταποίηση (τον κατ’ εξοχήν κλάδο εφαρμογής των νέων τεχνολογιών, αν και όχι μόνο) κατευθύνεται το 20,7% των συνολικών επενδύσεων σε μηχανολογικό εξοπλισμό (έναντι 28,2% στην ΕΕ), το 7,9% των συνολικών επενδύσεων σε προϊόντα πνευματικής ιδιοκτησίας (έναντι 34% στην ΕΕ), το 16,3% των συνολικών επενδύσεων σε κατασκευές πλην κατοικιών (έναντι 5,4% στην ΕΕ) και το 0,5% των συνολικών επενδύσεων σε μεταφορικά μέσα (έναντι 6,2% στην ΕΕ)
Επίσης, στην ελληνική μεταποίηση, το 42,4% των επενδύσεων κατευθύνεται σε επενδύσεις σε μηχανολογικό εξοπλισμό (έναντι 37,8% στην ΕΕ), το 8,3% σε επενδύσεις σε προϊόντα πνευματικής ιδιοκτησίας (έναντι 49,6% στην ΕΕ), το 48,5% σε επενδύσεις σε κατασκευές πλην κατοικιών (έναντι 9% στην ΕΕ) και το 0,8% σε επενδύσεις σε μεταφορικά μέσα (έναντι 3,6% στην ΕΕ).
Ακόμη και αν ληφθεί υπόψη ότι η ελληνική μεταποίηση σε μέγεθος είναι τα 2/3 περίπου της ευρωπαϊκής μεταποίησης, το μίγμα αυτό επενδύσεων (ντουβάρια και μηχανήματα και όχι προϊόντα πνευματικής ιδιοκτησίας) δεν αφήνει σαφή περιθώρια για να ισχυρισθεί κανείς ότι η ελληνική μεταποίηση προετοιμάζεται για την επέλαση της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης. Σημειώνεται ότι στην ελληνική μεταποίηση δυνητικά θα υποκατασταθούν μηχανές στο 66% του εργατικού δυναμικού και, συνεπώς, η προετοιμασία θα έπρεπε, σε όρους συμβατών επενδύσεων, να είναι ταχύτερη. Ο κίνδυνος των καθυστερήσεων είναι ορατός, με αποτέλεσμα να μην μπορέσει η ελληνική μεταποίηση να παρακολουθήσει τις εξελίξεις στις διεθνείς τάσεις ανταγωνιστικότητας και να συρρικνωθεί.
Το θέμα, βεβαίως, είναι γενικότερο και αφορά σε όλους τους μεγάλους κλάδους της ελληνικής οικονομίας, όπως στη γεωργία, στον τουρισμό, στις μεταφορές και αποθήκευση, στο εμπόριο, κλπ. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του κλάδου των logistics (μεταφορές και αποθήκευση), όπου παρά του ότι το δυνητικό αποτέλεσμα υποκατάστασης μηχανών σε εργατικό δυναμικό είναι τόσο υψηλό όσο στη μεταποίηση (66%), ο κλάδος υστερεί απελπιστικά όχι μόνο σε επενδύσεις σε προϊόντα πνευματικής ιδιοκτησίας αλλά και σε επενδύσεις σε μηχανολογικό εξοπλισμό.
Προκαλεί, επίσης, θλιβερή, αν και όχι μη αναμενόμενη, εντύπωση η σχετικά υψηλή υστέρηση σε επενδύσεις συμβατές με τις επερχόμενες τεχνολογικές εξελίξεις, σε κλάδους όπου κυριαρχούν επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας υπό κρατικό έλεγχο, όπως ο ηλεκτρισμός και το φυσικό αέριο, η παροχή νερού, αλλά και η δημόσια διοίκηση στο σύνολο της.
Οι κλάδοι που επενδύουν αναλογικά περισσότερο σε προϊόντα πνευματικής ιδιοκτησίας και μηχανολογικό εξοπλισμό, αν και αντιμετωπίζουν μικρότερο ποσοστό δυνητικής υποκατάστασης μηχανών σε εργατικό δυναμικό, είναι οι τράπεζες/ασφάλειες, η ενημέρωση και η επικοινωνία, οι επαγγελματικές υπηρεσίες, η υγεία και η εκπαίδευση, όπου οι νέες τεχνολογίες ενδεχομένως ενσωματώνονται ευκολότερα και ταχύτερα στο μηχανολογικό εξοπλισμό που χρησιμοποιείται.
Κατάρτιση και εκπαίδευση εργαζομένων
Βεβαίως, δεν απαιτούνται μόνο συμβατές επενδύσεις για την εξάπλωση των νέων τεχνολογιών. Απαιτείται και κατάρτιση και εκπαίδευση των εργαζομένων που δυνητικά μπορούν να αντικατασταθούν από μηχανές ή, το ίδιο, θα πρέπει να αποκτήσουν διαφορετικές, και μεγαλύτερης τεχνολογικής έντασης, δεξιότητες για να μπορέσουν να απασχοληθούν στο νέο περιβάλλον. Και στη θεματική αυτή, παρατηρείται θεαματική υστέρηση.
Η δυνητική απαξίωση θέσεων εργασίας που θα φέρει η εφαρμογή των νέων τεχνολογιών στην Ελλάδα, ανέρχεται σε 331 χιλ. (από 689 χιλ. σήμερα) στο εμπόριο, 240 χιλ. (από 470 χιλ. σήμερα) στη γεωργία, 236 χιλ. (από 358 χιλ. σήμερα) στη μεταποίηση, 210 χιλ. (από 362 χιλ. σήμερα) στον τουρισμό, 158 χιλ. (από 337 χιλ. σήμερα) στη δημόσια διοίκηση, 122 χιλ. (από 185 χιλ. σήμερα) στις μεταφορές και αποθήκευση, κ.ο.κ. Δ03 και Δ09). Όλοι αυτοί οι εργαζόμενοι που επηρεάζονται προφανώς θα πρέπει να επανακαταρτιστούν σε κάποιο βαθμό, αφενός για να μην περιθωριοποιηθούν και αφετέρου για να γίνει η εισαγωγή των νέων τεχνολογιών χωρίς καθυστερήσεις.
Όμως, στην Ελλάδα το 2018, μόνο το 6,3% των εργαζομένων ηλικίας 18-64 ετών συμμετείχαν σε προγράμματα εκπαίδευσης και κατάρτισης, έναντι 14,8% στην ΕΕ-28. Σημειώνεται ότι, από το σύνολο των εργαζομένων που εκπαιδεύονται και καταρτίζονται, το 62% είναι χαμηλών και μεσαίων δεξιοτήτων και το 38% υψηλών δεξιοτήτων. Στους κλάδους δε, όπου η δυνητική αντικατάσταση εργαζομένων σε απόλυτα μεγέθη είναι μεγάλη, όπως στο εμπόριο, τη γεωργία και τη μεταποίηση, τα ποσοστά εργαζομένων που εκπαιδεύονται και καταρτίζονται είναι ακόμη χαμηλότερα.
Για παράδειγμα, το ποσοστό αυτό στο εμπόριο είναι 5,5% (έναντι 13,3% στην ΕΕ-28), στη γεωργία δεν υπάρχουν στοιχεία για την Ελλάδα ενώ στην ΕΕ-28 εκπαιδεύεται και καταρτίζεται το 6% των εργαζομένων, και, τέλος, στη μεταποίηση το ποσοστό αυτό ανέρχεται σε 3,5% (έναντι 9,5% στην ΕΕ-28). Τα ίδια ισχύουν και για κλάδους δημοσίου συμφέροντος, όπως η δημόσια διοίκηση (6,4% στην Ελλάδα, 16,8% στην ΕΕ-28), ο ηλεκτρισμός και το φυσικό αέριο (6% στην Ελλάδα, 15,3% στην ΕΕ-28), και η παροχή νερού (4,5% στην Ελλάδα, 8,6% στην ΕΕ-28). Σημειώνεται ότι η συμμετοχή των εργαζομένων χαμηλών και μεσαίων δεξιοτήτων στους ανωτέρω κλάδους υπερτερεί εκείνων με υψηλές δεξιότητες.
Μεγαλύτερα ποσοστά παρατηρούνται στον κλάδο του τουρισμού (9,4% στην Ελλάδα, 16,1% στην ΕΕ-28), αν και στον κλάδο αυτό παραδοσιακά απασχολούνται εργαζόμενοι (κυρίως σε νεαρές ηλικίες) που επιδιώκουν, μέσω εκπαίδευσης και κατάρτισης, να αναβαθμίσουν τις επαγγελματικές τους προοπτικές (κάτι που συμβαίνει, επίσης, στον κλάδο των τεχνών και της διασκέδασης).
Άλλοι κλάδοι που έχουν υψηλότερα ποσοστά εργαζομένων σε εκπαίδευση και κατάρτιση, αν και πολύ μικρότερα απ’ ότι στην ΕΕ-28, είναι ο κλάδος της ενημέρωσης και επικοινωνίας (12,7% στην Ελλάδα, 17,8% στην ΕΕ-28), οι τράπεζες και ασφάλειες (7,1% στην Ελλάδα, 20,2% στην ΕΕ-28), οι επαγγελματικές δραστηριότητες (8,8% στην Ελλάδα, 19,7% στην ΕΕ-28), και, τέλος, η υγεία (7,2% στην Ελλάδα, 20,8% στην ΕΕ-28) και η εκπαίδευση (7,9% στην Ελλάδα, 22,2% στην ΕΕ-28). Στους ανωτέρω κλάδους, παρατηρείται ότι τα ποσοστά των εργαζομένων που εκπαιδεύονται και καταρτίζονται είναι μεγαλύτερα για τους εργαζομένους υψηλών δεξιοτήτων.
Συνολικά, τα στοιχεία αυτά είναι μάλλον αποθαρρυντικά ως προς προοπτικές της απασχόλησης στην Ελλάδα τα επόμενα χρόνια ενόψει των επερχόμενων τεχνολογικών εξελίξεων, αλλά και ως προς την επίτευξη ισχυρών αναπτυξιακών ρυθμών και αύξησης της ευημερίας του πληθυσμού.
Το έλλειμμα της επαγγελματικής κατάρτισης στην Ελλάδα έναντι της ΕΕ-28 αποτυπώνεται ανάγλυφα στα στατιστικά στοιχεία. Μόνο το 18% των εργαζομένων των ελληνικών επιχειρήσεων (έναντι 37% στην ΕΕ-28) συμμετέχουν σε προγράμματα συνεχιζόμενης επαγγελματικής κατάρτισης μέσω δομών στις επιχειρήσεις (που διαθέτουν στέλεχος ή μονάδα, υπεύθυνων για την οργάνωση προγραμμάτων συνεχιζόμενης επαγγελματικής κατάρτισης ή έχουν ένα σχέδιο, ή και προϋπολογισμό, κατάρτισης).
Όσον αφορά στις ανάγκες σε συγκεκριμένες δεξιότητες για την ανάπτυξη των επιχειρήσεων, το 29% των ελληνικών επιχειρήσεων (έναντι 21% στην ΕΕ-28) έχουν πρόσθετες ανάγκες σε βασικές δεξιότητες Η/Υ, το 18% (έναντι 12% στην ΕΕ-28) σε ανώτερες δεξιότητες Η/Υ, το 48% (έναντι 41% στην ΕΕ-28) σε δεξιότητες διαχείρισης πελατών, το 20% (έναντι 11% στην ΕΕ-28) σε δεξιότητες ξένων γλωσσών, και το 50% (έναντι 46% στην ΕΕ-28) σε δεξιότητες τεχνικού ή πρακτικού χαρακτήρα, ή δεξιότητες που σχετίζονται με τη συγκεκριμένη εργασία. Αντιθέτως, οι ελληνικές επιχειρήσεις φαίνεται να αντιμετωπίζουν μικρότερα σχετικά ελλείμματα σε δεξιότητες διοίκησης ή εργασίας σε ομάδες ή διαχείρισης υπαλληλικού προσωπικού ή γραμματικών/ αριθμητικών δυνατοτήτων.
Οι κατευθυντήριες γραμμές
Το World Economic Forum (A Global Standard for Lifelong Learning and Worker Engagement to Support Advanced Manufacturing, Νοέμβριος 2019) πρόσφατα κωδικοποίησε αυτονόητες κατευθυντήριες γραμμές για τη δια βίου μάθηση και την ενεργή συμμετοχή των εργαζομένων στο νέο εργασιακό περιβάλλον που διαμορφώνεται. Καλεί, δε, τις επιχειρήσεις, τα εργατικά συνδικάτα, τους επιχειρησιακούς συνδέσμους και τις κυβερνήσεις να σχεδιάσουν μαζί στρατηγικές για το μέλλον της εργασίας που να ικανοποιούν τις παρακάτω αρχές:
- Προετοιμασία των σπουδαστών γυμνασίων, λυκείων και σχολείων τεχνικής και επαγγελματικής εκπαίδευσης, και πανεπιστημίων σε προγράμματα σπουδών και απόκτησης δεξιοτήτων που επιτρέπουν την εργασία τους με τις νέες τεχνολογίες.
- Παροχή σε μόνιμη βάση συμβατής κατάρτισης σε όλες τις ειδικότητες εργαζομένων και αυτοαπασχολούμενων.
- Συμμετοχή του κόσμου της εργασίας στη διαμόρφωση των νέων τεχνολογιών και την εφαρμογή τους στο επιχειρησιακό πεδίο.
- Δυνατότητα επανακατάρτισης στις νέες τεχνολογίες σε ανθρώπους που επανεισέρχονται στο εργατικό δυναμικό μετά από προσωρινή απουσία τους για διάφορους λόγους.
- Παροχή ευκαιριών επαναδραστηριοποίησης και στήριξης εισοδήματος σε εργαζομένους που εκτοπίζονται από τις νέες τεχνολογίες στην παραγωγική διαδικασία.
- Μαζική κινητοποίηση οργανισμών απασχόλησης εργατικού δυναμικού, και εξεύρεσης εργασίας, με έμφαση στην αντιστοίχιση δεξιοτήτων με τις αναδυόμενες ευκαιρίες απασχόλησης.