Με τη σαφή στροφή προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ώστε να πιάσουμε τους στόχους του ΕΣΕΚ, αλλά και με το κόστος της λιγνιτικής παραγωγής να αυξάνεται μετά και από την άνοδο των δικαιωμάτων ρύπων, φαίνεται πως στον αγώνα λιγνίτη – ΑΠΕ το 2020 ήταν συντριπτική η επικράτηση των ανανεώσιμων πηγών.
Σύμφωνα με έκθεση του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (ΙΕΑ), η παραγωγή από λιγνίτη μειώθηκε κατά 45,1% σε σχέση με το 2019 και το μερίδιό της μειώθηκε από 26,3% σε 15,6%. Αντίθετα, το μερίδιο του φυσικού αερίου αυξήθηκε από 24,6% σε 29,3%, των αιολικών από 16,3% σε 26,5% και των φωτοβολταϊκών από 10% σε 11,8%, διαμορφώνοντας ένα συνολικό μερίδιο 38,3% για τις ΑΠΕ υπερδιπλάσιο από το αντίστοιχο μερίδιο του λιγνίτη.
Η δυναμική αυτή πορεία προς την απολιγνιτοποίηση του ενεργειακού μείγματος, ακόμα και πριν το κλείσιμο κι άλλων μονάδων της ΔΕΗ, είχε φανεί ήδη εδώ και κάποιους μήνες. Είναι ενδεικτικό ότι, όπως αναφέρει το πρόσφατο δελτίο ενέργειας του ΑΔΜΗΕ στο 11μηνο του 2020 παρήχθησαν ή εισήχθησαν στο ηλεκτρικό σύστημα 45.771GWh, με τον λιγνίτη να έχει μόλις το 11% ή αλλιώς 4.892GWh από τη συνολική ενέργεια. Τα πρωτεία κέρδισε το φυσικό αέριο με μερίδιο 35% (16.073GWh). Οι ΑΠΕ σημείωσαν συνολικό μερίδιο 29% ενώ ένα 6% του μεριδίου είχαν τα υδροηλεκτρικά.
Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά η ζήτηση της ηλεκτρικής ενέργειας κατέγραψε μείωση 4,1% από τις 47.598GWh στις 45.670GWh. Ειδικότερα, η μεγαλύτερη μείωση προήλθε από το δίκτυο 3,3% (1.287GWh) τους πελάτες υψηλής τάσης 7,6% (490GWh) και τα ορυχεία της ΔΕΗ 33,1% (160GWh).
Η τάση αυτή, της πτώσης του λιγνίτη είχε φανεί ήδη νωρίτερα μέσα στο έτος. Η 8η Ιουνίου 2020 ήταν μέρα – ρεκόρ, όταν ο λιγνίτης είχε μηδενική συνεισφορά στην κάλυψη της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας. Σύμφωνα με έκθεση του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (ΙΕΑ) πτώση 14,3% σε σύγκριση με τον Αύγουστο του 2019 και κατά 7,0% σε σύγκριση με τον Ιούλιο του 2020 παρουσίασε η καθαρή παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα που έφτασε τις 4,0 τεραβατώρες τον Αύγουστο του 2020. Τον Αύγουστο, η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από άνθρακα μειώθηκε κατά 59,7% σε σύγκριση με τον Αύγουστο του 2019, σε 310,7 γιγαβατώρες.
Η παραγωγή ενέργειας από άνθρακα αντιστοιχούσε στο 7,7% του συνολικού μείγματος τον Αύγουστο του 2020 σε σύγκριση με το 16,4% τον Αύγουστο του 2019. «Αυτή η χαμηλότερη παραγωγή από άνθρακα ακολουθεί μια πτωτική τάση που παρατηρείται από τις αρχές του 2018 και είναι σύμφωνη με την απόφαση να καταργηθεί η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας άνθρακα έως το 2028», τονίζει η έκθεση.
Στην ουσία πρόκειται για συνέχιση της πτωτικής τάσης παραγωγής από λιγνίτη που είχε διαφανεί και στην έκθεση του ΙΕΑ για τους πρώτους έξι μήνες της χρονιάς. Ειδικότερα, η παραγωγή ηλεκτρικού από μη ανανεώσιμες πηγές σημείωσε πτώση 19,7% στο εξάμηνο συγκριτικά με το ίδιο διάστημα το 2019 φτάνοντας στο 54% της συνολικής παραγωγής. Παράλληλα, αυξήθηκε κατά 8,9% η παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος από ανανεώσιμες πηγές, συγκριτικά με την ίδια περίοδο το 2019, ποσοστό που ξεπερνάει τον μέσο όρο στο σύνολο των χωρών του ΟΟΣΑ. Η παραγωγή ρεύματος από ΑΠΕ έφτασε στο 46% της συνολικής παραγωγής την περίοδο αυτή.
Υψηλά τα κόστη από τα δικαιώματα ρύπων
Άνοδο πάνω από 80% έχουν καταγράψει τους τελευταίους 5 μήνες τα δικαιώματα ρύπων που έφτασαν από 23 ευρώ/τόνο τον περασμένο Οκτώβριο στα 42,28 αυτή την εβδομάδα. Το κόστος αυτό βαίνει όλο και πιο δυσβάστακτο για τη ΔΕΗ που έχει ήδη πληρώσει πάνω από 150 εκατ. ευρώ για δικαιώματα ρύπων για τις μονάδες που βρίσκονται σε λειτουργία. Με τη σειρά του, έχει αυξηθεί επίσης και το κόστος της ενέργειας που παράγεται με αυτό τον τρόπο κατά τουλάχιστον 30 ευρώ τη μεγαβατώρα.
«Τα νούμερα δείχνουν πως ούτως ή άλλως οι λιγνίτες δεν θα δούλευαν», σημείωσε η Αλεξάνδρα Σδούκου, Γενική Γραμματέας Ενέργειας και Ορυκτών Πρώτων Υλών του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, μιλώντας σε εκδήλωση του ΙΕΝΕ, αναφερόμενη στην άνοδο των δικαιωμάτων ρύπων. Όπως είπε, τα δικαιώματα αυτά έφταναν πριν από λίγο καιρό τα 38 ευρώ ανά τόνο με το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας να φτάνει στα 90 ευρώ ανά μεγαβατώρα περίπου, έναντι 60 ευρώ ανά Μεγαβατώρα από αντίστοιχες μονάδες φυσικού αερίου. Η κ. Σδούκου σημείωσε ότι πρέπει να κερδηθεί το στοίχημα της δίκαιης μετάβασης των λιγνιτικών περιοχών με τη συνεργασία της τοπικής κοινωνίας.
Πρώτη χώρα στον κόσμο η Ελλάδα που θα απεξαρτηθεί από τον άνθρακα
Βελτιωμένη κατά οκτώ θέσεις σε σχέση με την περασμένη χρονιά είναι η κατάταξη της Ελλάδας στο δείκτη «World Energy Trilemma», κυρίως χάρη στην πρόοδο που σημειώνεται προς την απεξάρτηση από τον λιγνίτη. Σύμφωνα με τελευταία έκθεση του Παγκόσμιου Συμβουλίου Ενέργειας (World Energy Council – WEC), η χώρα κατατάσσεται στην 39η θέση από τις 108 χώρες που εξετάζονται, ενώ το 2019 βρίσκονταν στην 47η θέση.
Σύμφωνα με το WEC, που διενεργεί κάθε χρόνο την έρευνα σε συνεργασία με τη διεθνή συμβουλευτική εταιρεία Oliver Wyman, η Ελλάδα βρίσκεται σε καλό δρόμο για να γίνει η πρώτη οικονομία παγκοσμίως που, ενώ ήταν εξαρτημένη από τον λιγνίτη, αρχίζει να απομακρύνεται πλήρως από το ρυπογόνο αυτό καύσιμο. Όπως σημειώνει η έκθεση, την περασμένη χρονιά η χώρα επιτάχυνε την διαδικασία της απεξάρτησης από το λιγνίτη. Το α’ εξάμηνο, ο λιγνίτης συμμετείχε με ποσοστό μόλις 12% στην κάλυψη της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας, κάτι που αποτελεί μεγάλη αλλαγή, συγκριτικά με το 52% το 2010.
Αναφορικά με τις ΑΠΕ, η έκθεση σημειώνει ότι η Ελλάδα εκπληρώνει το στόχο της για 18% ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα το 2020. Ένας νέος νόμος έχει καταργήσει την απαίτηση για τα έργα ΑΠΕ ηλεκτρικής ενέργειας να λάβουν άδεια παραγωγής και μείωσε ριζικά τον απαιτούμενο χρόνο για άλλες άδειες και εγκρίσεις. Πρόκειται για μία απαραίτητη αλλαγή ώστε να καταφέρει η Ελλάδα να επιτύχει τον στόχο για 35% συμμετοχή των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα το 2030.
«Βασιλιάς» η ηλιακή ενέργεια
Η πράσινη ενέργεια θα αποτελέσει το 80% της παγκόσμιας αύξησης της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας μέσα στην επόμενη δεκαετία με την ηλιακή ενέργεια να οδηγεί την κούρσα επέκτασης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας τα επόμενα 10 χρόνια, σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας (ΙΕΑ).
Στο ετήσιο World Energy Outlook 2020 ο οργανισμός αναφέρει ότι ο συνδυασμός πράσινης ηλιακής και αιολικής ενέργειας θα αυξηθεί κατά σχεδόν 30% το 2030 από 8% το 2019, αναφέρει η έκθεση με την ενέργεια από φωτοβολταϊκά να αυξάνεται κατά μέσο όρο 12% ετησίως.
«Βλέπω ότι η ηλιακή ενέργεια θα είναι ο νέος βασιλιάς των παγκόσμιων αγορών ηλεκτρικής ενέργειας. Με βάση τις σημερινές ρυθμίσεις πολιτικής, η ηλιακή ενέργεια είναι σε καλό δρόμο για να δημιουργήσει νέα ρεκόρ ανάπτυξης ετησίως μετά το 2022. Εάν οι κυβερνήσεις και οι επενδυτές εντείνουν τις προσπάθειές τους για καθαρή ενέργεια σύμφωνα με το Σενάριο Αειφόρου Ανάπτυξης, η ανάπτυξη τόσο της ηλιακής όσο και της αιολικής ενέργειας θα είναι ακόμη πιο θεαματική – και εξαιρετικά ενθαρρυντική για την αντιμετώπιση της παγκόσμιας κλιματικής πρόκλησης» τόνισε ο εκτελεστικός διευθυντής του IEA, Φατίχ Μπιρόλ.
Όπως επισημαίνει η έκθεση η ηλιακή ενέργεια είναι φθηνότερη συγκριτικά με τον άνθρακα και το φυσικό αέριο. Η ανάπτυξη της ηλιακής ενέργειας θα χρειαστεί να υποστηριχθεί από πολιτικές και τεχνολογίες που θα επιτρέπουν πολύ φθηνή πρόσβαση στο κεφάλαιο στις κορυφαίες αγορές επισημαίνει η έκθεση.
Η παραγωγή ενέργειας από ΑΠΕ είναι η μόνη σημαντική πηγή ενέργειας που συνέχισε να αυξάνεται το 2020, πρόσθεσε ο οργανισμός. Ένα πιο φιλόδοξο σενάριο, όπως για παράδειγμα η υιοθέτηση του στόχου μηδενικών εκπομπών έως το 2050, θα έδινε ακόμα μεγαλύτερη ώθηση στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας μέσω φωτοβολταϊκών. Παρά την αύξηση της ηλιακής και της αιολικής ενέργειας, οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα αναμένεται να αυξηθούν το 2021 μετά από πτώση 2,4 γιγατόννων (Gt) το 2020 και να ξεπεράσουν τα επίπεδα του 2019 το 2027 πριν αυξηθούν σε 36 Gt το 2030, σύμφωνα με την έκθεση.