Οι οικονομικά ασθενέστεροι θα έχουν το μεγαλύτερο όφελος από τη μεταρρύθμιση στην φορολογία εισοδήματος που προωθεί μέσα στον Νοέμβριο η κυβέρνηση, ενώ ήδη οι μικροί ιδιοκτήτες ακινήτων, με περιουσία αξίας έως 200.000 ευρώ, είχαν και τα μεγαλύτερα οφέλη από τη μείωση του ΕΝΦΙΑ, όπως τόνισε ο Χρήστος Σταϊκούρας, μιλώντας στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής, όπου συζητείται το προσχέδιο του προϋπολογισμού για το 2019.
Ο υπουργός Οικονομικών περιέγραψε τις μεταρρυθμίσεις που φέρνει το νέο φορολογικό νομοσχέδιο, το οποίο θα κατατεθεί στη Βουλή τον επόμενο μήνα, υπογραμμίζοντας: «απλουστεύουμε και απλοποιούμε τον φορολογικό κώδικα, ενισχύουμε πρωτοβουλίες εταιρικής κοινωνικής ευθύνης, αναμορφώνουμε το πλαίσιο παροχών σε είδος, ενισχύουμε τη διαφάνεια στις συναλλαγές, εκσυγχρονίζουμε τις διατάξεις για τη φορολογική κατοικία, προωθούμε την αποτελεσματικότερη στόχευση των ελέγχων και την υιοθέτηση άλλων έμμεσων τεχνικών σύμφωνα με τις διεθνείς πρακτικές».
Για την πολιτική κατεύθυνση των φορολογικών μεταρρυθμίσεων, ο κ. Σταϊκούρας υπογράμμισε ότι «πλέον σχεδιάζονται και εφαρμόζονται πολιτικές όχι ταξικές, αλλά αυτές που απευθύνονται σε όλες τις Ελληνίδες και σε όλους τους Έλληνες. Μειώνονται φόροι που ανακουφίζουν χιλιάδες νοικοκυριά και επιχειρήσεις, χωρίς να διαταράσσεται η δημοσιονομική πειθαρχία της χώρας. Και ο όποιος διαθέσιμος δημοσιονομικός χώρος αξιοποιείται επ’ ωφελεία, κυρίως, των χαμηλότερων εισοδηματικών στρωμάτων και της μεσαίας τάξης».
Τα παραδείγματα αλλαγής της κατεύθυνσης της φορολογικής πολιτικής, που ανέφερε ο κ. Σταϊκούρας στη Βουλή είναι τέσσερα:
- Μείωση του ΕΝΦΙΑ: Η μείωση που είδαν 7,2 εκατ. πολίτες με ακίνητη περιουσία από 1 έως 500.000 ευρώ αποτέλεσε το 86% της συνολικής ελάφρυνσης. Όσοι έχουν ακίνητη περιουσία μέχρι 200.000 ευρώ ωφελήθηκαν το 67% της συνολικής ελάφρυνσης. Επίσης, 474.000 συμπατριώτες μας, με αξία ακίνητης περιουσίας μεγαλύτερη των 200.000 ευρώ, πολλοί από τους οποίους ανήκουν στη μεσαία τάξη, και οι οποίοι δεν θα έβλεπαν καμία ελάφρυνση με την ρύθμιση της προηγούμενης κυβέρνησης, σήμερα ωφελήθηκαν, για πρώτη φορά. Μελέτη του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων εκτιμά ότι η μείωση του ΕΝΦΙΑ, με τον τρόπο που έγινε οδήγησε σε πολύ μεγαλύτερη ποσοστιαία αύξηση στο μέσο εισόδημα του φτωχότερου 10% του πληθυσμού, συνεισφέροντας στη μείωση των οικονομικών ανισοτήτων.
- Μείωση του φόρου φυσικών προσώπων για τα χαμηλότερα εισοδήματα το 2020, η μείωση της φορολογίας για τα νομικά πρόσωπα που αφορά και χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις, η παροχή πρόσθετου αφορολόγητου 1.000 ευρώ για κάθε παιδί, μέχρι και τα 4 τέκνα, και η μείωση ασφαλιστικών εισφορών για πλήρους απασχόλησης εργαζόμενους ωφελούν όλα τα εισοδηματικά στρώματα και τα οφέλη είναι μεγαλύτερα στα χαμηλότερα κλιμάκια (ως ποσοστό της φορολογικής επιβάρυνσης). Για δηλωθέντα εισοδήματα έως 8.500 ευρώ, η συνολική φορολογική επιβάρυνση μειώνεται, κατά μέσο όρο, 20%. Αντίθετα, η αντίστοιχη μείωση σε υψηλά εισοδήματα, άνω των 26.000 ευρώ, ανέρχεται σε μονοψήφιο ποσοστό.
- Η εμπροσθοβαρής αξιοποίηση του επιδόματος θέρμανσης, το οποίο επιπλέον θα είναι και διευρυμένο, διευκολύνοντας τα ασθενέστερα εισοδηματικά στρώματα να θερμανθούν.
- Η αναμόρφωση του πλαισίου προσδιορισµού των αντικειμενικών αξιών της ακίνητης περιουσίας είναι μια μεταρρύθμιση που θα θα εδράζεται σε δύο βασικά στοιχεία: στην επέκταση και εξορθολογισμό του συστήματος ζωνών αντικειμενικού προσδιορισµού της αξίας της ακίνητης περιουσίας. Και στη βελτίωση του συστήματος των ιδιωτών εκτιμητών, δίνοντας έμφαση στην τυποποίηση της διαδικασίας ώστε να δίνει καλύτερα, πιο αξιοποιήσιμα και όσο γίνεται πιο αντικειμενικά αποτελέσματα. Μέσα από αυτές τις αλλαγές θα καταστεί η φορολόγηση στην ακίνητη περιουσία πιο αποτελεσματική και κοινωνικά πιο δίκαιη.
Δεν εγκαταλείπεται η προσπάθεια για το πλεόνασμα
Απαντώντας στην κριτική από τον ΣΥΡΙΖΑ περί εγκατάλειψης της προσπάθειας για μείωση του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα, ο κ. Σταϊκούρας ξεκαθάρισε ότι «η μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων βρίσκεται στον πυρήνα της στρατηγικής μας» και είναι ένας στόχος που προσεγγίζεται «με τεκμηρίωση και υπευθυνότητα». Η διαπραγμάτευση, όπως είπε ο κ. Σταϊκούρας, «έχει αρχίσει και συνεχίζεται σύμφωνα µε τον σχεδιασμό. Οι συνθήκες ωριμάζουν». Με αυτή την αναφορά, ο υπ. Οικονομικών «φωτογράφισε» την προσπάθεια για μια συμφωνία στο Eurogroup του Δεκεμβρίου.
Ο υπουργός Οικονομικών αρνήθηκε ότι είναι υπεραισιόδοξος ο στόχος του προϋπολογισμού για ρυθμό ανάπτυξης 2,8% το 2020, τονίζοντας ότι «η επίδοση της ελληνικής οικονομίας ως προς το ρυθμό μεγέθυνσης, κατά το δεύτερο εξάμηνο του τρέχοντος έτους θα είναι αρκετά υψηλότερη από αυτόν που υπήρξε κατά το πρώτο, όταν και διαμορφώθηκε στο 1,5%, ενώ η επίδοση του 2020 θα είναι υψηλότερη από αυτή του 2019. Σε αυτή την εκτίμηση συνηγορούν ακόμη και οι πλέον απαισιόδοξες εκτιμήσεις κάποιων φορέων».