Ορατός γίνεται πλέον ο κίνδυνος να καθυστερήσουν δισεκατομμύρια ευρώ που περιμένει η Ελλάδα από το ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης των 750 δισ., καθώς ούτε η χθεσινή τηλεδιάσκεψη των Ευρωπαίων ηγετών πέτυχε να ξεπερασθεί η εμπλοκή στην έγκριση του πολυετούς προϋπολογισμού της Ε.Ε., την οποία έχει προκαλέσει το βέτο από την Ουγγαρία και την Πολωνία, οι οποίες αντιδρούν στη σύνδεση των επιδοτήσεων με την εφαρμογή των κανόνων για το κράτος δικαίου.
«Υπάρχει συναίνεση για τον κοινοτικό προϋπολογισμό, αλλά όχι και για το μηχανισμό για το κράτος δικαίου. (…) Αυτό (σ.σ.: το βέτο) σημαίνει ότι θα πρέπει να συνεχίσουμε να συζητούμε με την Ουγγαρία και την Πολωνία», δήλωσε η προεδρεύουσα της συνόδου, Γερμανίδα καγκελάριος, Άνγκελα Μέρκελ, μετά την αποτυχία των χθεσινών διαπραγματεύσεων και την απόφαση των ηγετών να παραπέμψουν το θέμα στους τεχνοκράτες για να αναζητηθεί μια συμβιβαστική λύση, που θα συζητηθεί στη σύνοδο του Δεκεμβρίου.
Αμήχανοι, κατά την απάντηση σε σχετικές δημοσιογραφικές ερωτήσεις, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ, και η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, απέφυγαν να σχολιάσουν επί της ουσίας το βέτο, «για να μη γίνει χειρότερη μια ήδη δύσκολη κατάσταση», όπως είπε χαρακτηριστικά ο Σαρλ Μισέλ.
«Εκατομμύρια επιχειρήσεις περιμένουν μια απάντηση», ανέφερε η πρόεδρος της Κομισιόν, ενώ ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου τόνισε ότι «αυτό το πακέτο είναι απαραίτητο για την οικονομική μας ανάκαμψη» και ότι πρέπει να εφαρμοστεί το συντομότερο δυνατόν. «Πρέπει να μείνουμε ενωμένοι», υπογράμμισε, προσθέτοντας ότι «η πλειοψηφία συμφώνησε με τον συμβιβασμό».
Η εμπλοκή στις διαπραγματεύσεις είναι εξαιρετικά σοβαρή, καθώς από την πλευρά της Ουγγαρίας και της Πολωνίας διαμηνύεται ότι δεν θα κάνουν πίσω οι δύο χώρες και θα συνεχίσουν να μπλοκάρουν τον προϋπολογισμό, εάν δεν εγκαταλειφθεί η σύνδεση των επιδοτήσεων και χρηματοδοτήσεων με την εφαρμογή των κανόνων του κράτους δικαίου, κάτι που θα μπορούσε να στερήσει σημαντικά κονδύλια από τις δύο χώρες, οι οποίες κατ’ επανάληψη έχουν επικριθεί για αυταρχική διακυβέρνηση, επεμβάσεις στη Δικαιοσύνη και στον Τύπο.
Από την άλλη, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, όπως και αρκετές χώρες με πρώτη την Ολλανδία, επιμένουν ότι δεν μπορούν να εγκρίνουν τον προϋπολογισμό χωρίς το μηχανισμό για το κράτος δικαίου, ο οποίος ήδη έχει αποδυναμωθεί αρκετά, σε σχέση με τις αρχικές προτάσεις του Κοινοβουλίου.
Αναζήτηση εναλλακτικών λύσεων
Αν και η πλευρά της Πολωνίας αφήνει, με δήλωση αξιωματούχου στο Reuters, ένα περιθώριο για συμβιβασμό, ήδη στους διπλωματικούς κύκλους συζητούνται ιδέες που θα μπορούσαν να απομονώσουν τις δύο χώρες και να προωθηθεί χωρίς την έγκρισή τους η λειτουργία του Ταμείου Ανάκαμψης.
Σύμφωνα με το Reuters, Γάλλοι διπλωμάτες εισηγούνται να εγκριθεί το σχέδιο για το Ταμείο στο πλαίσιο της διακυβερνητικής συνεργασίας τουλάχιστον 9 χωρών, την οποία επιτρέπει η Συνθήκη, χωρίς τη συμμετοχή όσων διαφωνούν. Ολλανδοί διπλωμάτες προτείνουν μια διακυβερνητική συνθήκη για το Ταμείο Ανάκαμψης, επίσης χωρίς τη συμμετοχή όσων διαφωνούν.
Ωστόσο, τέτοιες ανορθόδοξες λύσεις δεν παύουν να ενέχουν κινδύνους. Αφενός θα υπάρξει σημαντική καθυστέρηση μέχρι να υλοποιηθούν, αφετέρου θα τεθούν άλλα σοβαρά νομικά και πολιτικά ζητήματα. Για παράδειγμα, πώς θα μπορέσει η Ευρωπαϊκή Ένωση να δανεισθεί από την αγορά ομολόγων, όταν δεν θα λειτουργεί πλέον σε σχέση με το Ταμείο Ανάκαμψης ως ένας ενιαίος οργανισμός, αλλά περισσότερο σαν μια «συμμαχία προθύμων».
Η ανησυχία του Κ. Μητσοτάκη
Η ελληνική κυβέρνηση παρακολουθεί με μεγάλη ανησυχία τις εξελίξεις, καθώς το Ταμείο Ανάκαμψης, από το οποίο η Ελλάδα περιμένει συνολικά 32 δισ. ευρώ, αποτελεί το βασικό στήριγμα της ανάπτυξης για τον επόμενο χρόνο, αλλά και ένα σημαντικό εργαλείο για τη δημοσιονομική σταθερότητα.
Σύμφωνα με το Μαξίμου, ο Κυριάκος Μητσοτάκης τόνισε στη χθεσινή τηλεδιάσκεψη των ηγετών ότι τα μέτρα στήριξης των ευρωπαϊκών οικονομιών θα πρέπει να παραταθούν ώστε να καλύψουν το πρώτο τρίμηνο του 2021. Επίσης, ενημέρωσε τους ηγέτες της ΕΕ ότι η Ελλάδα είναι μία από τις πρώτες χώρες που υπέβαλαν το προσχέδιο για την αξιοποίηση των κοινοτικών πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, εκφράζοντας παράλληλα την ανησυχία του για τις δυσκολίες που έχουν προκύψει για την οριστική έγκριση του σχεδίου που συμφωνήθηκε το καλοκαίρι.