Τα ενεργειακά αποτελούν τον κοινό παρονομαστή σε τρεις εμβληματικές επενδύσεις για υποδομές επί ελληνικού εδάφους και οι οποίες ενδιαφέρουν έντονα τον αμερικανικό παράγοντα μέσω της κρατικής αναπτυξιακής τράπεζας, γνωστής ως Department Finance Corporation. Tόσο στις υποδομές φυσικού αερίου της Καβάλας και της Αλεξανδρούπολης, όσο και στα Ναυπηγεία Ελευσίνας, η ενέργεια αποτελεί την λέξη - κλειδί και στρατηγικός στόχος είναι η αποδυνάμωση της επιρροής της ρωσικής Gazprom.
Στην περίπτωση της Υπόγειας Αποθήκης Φυσικού Αερίου Καβάλας, εκτιμώμενου προϋπολογισμού 300-400 εκατ. ευρώ, για την διεκδίκηση της οποίας το ΤΑΙΠΕΔ τράβηξε χθες την σκανδάλη έναρξης του διαγωνισμού, ο ρόλος της ως ενός από τους λιγοστούς χώρους φύλαξης αποθεμάτων για μεγάλο διάστημα στην ΝΑ Ευρώπη πυροδοτεί το αμερικανικό ενδιαφέρον, όπως έχει κάνει σαφές ο πρέσβης των ΗΠΑ Τζ. Πάιατ.
Το ίδιο, αλλά για διαφορετικούς λόγους ισχύει για το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης, για το οποίο επίσης το ΤΑΙΠΕΔ βρίσκεται ένα βήμα πριν από την προκήρυξη του διαγωνισμού. Τόσο ως σημείο μεταφοράς και υποστήριξης ενόπλων δυνάμεων στα Βαλκάνια, όσο και ως ενεργειακός κόμβος, καθώς γειτνιάζει με τον υπό σχεδιασμό FSRU, δηλαδή τον σταθμό αποθήκευσης υγροποιημένου αερίου και εν συνεχεία επαναεριοποίησής του, η Αλεξανδρούπολη αποτελεί εδώ και χρόνια ίσως το νούμερο ένα αμερικανικό επενδυτικό στόχο στην Ελλάδα.
Τα ενεργειακά όμως αποτελούν ένα από τα «κλειδιά» και για την περίπτωση των Ναυπηγείων Ελευσίνας. Όπως φαίνεται από την πρόσφατη επιστολή της DFC προς το υπ. Ανάπτυξης, οι Αμερικανοί θεωρούν το σημείο κατάλληλο για τη συντήρηση και την υποστήριξη του στόλου των πλοίων που θα μεταφέρουν υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG) από τις ΗΠΑ και τη Δυτική Αφρική στην Ελλάδα και μετά στα Δυτικά Βαλκάνια.
Στο ερώτημα που θα καταλήγει η διαδρομή των πλοίων, η απάντηση είναι μία: Στο FSRU της Αλεξανδρούπολης και στην υπόγεια αποθήκη φυσικού αερίου της Καβάλας. Αμφότερες οι υποδομές προβλέπεται να συνδεθούν μελλοντικά με το σύστημα αγωγών δυτικών συμφερόντων, όπως ο TAP και αργότερα ο ελληνοβουλγαρικός IGB, ο διασυνδετήριος με την Β.Μακεδονία, καθώς και η επέκτασή του για μεταφορά καυσίμου στην Σερβία, οι οποίοι έχουν ως βασικό στόχο να σπάσουν την ρωσική επικυριαρχία της Gazprom στα Βαλκάνια.
Στην πράξη αυτή είναι στην πλήρη της ανάπτυξη μια βασική πτυχή του αμερικανικού πλάνου για επενδύσεις στις ελληνικές υποδομές, το οποίο έχει ήδη αρχίσει να ξεδιπλώνεται μέσω της DFC αλλά και των κινήσεων σε διπλωματικό επίπεδο.
Δεν έχουν περάσει παρά μερικές εβδομάδες από τότε που ο Τζ. Πάιατ έκανε σαφές ότι η αμερικανική αναπτυξιακή τράπεζα ενδιαφέρεται να επενδύσει εκτός από το FSRU της Αλεξανδρούπολης και τους αγωγούς που προορίζονται να συνδέσουν την Ελλάδα με γειτονικές χώρες και στο project της Υπόγειας Αποθήκης Φυσικού Αερίου στο εξαντλημένο κοίτασμα της Καβάλα.
Ο Τζ. Πάιατ εξήγησε πρόσφατα (σε συνέντευξη στην ΕΡΤ) τη μεγάλη στρατηγική αξία της Αλεξανδρούπολης στον αμερικανικό σχεδιασμό για τη μείωση της επιρροής της ρωσικής Gazprom. «Η Αλεξανδρούπολη είναι μεγαλύτερη (σ.σ.: υπόθεση από την επένδυση στα Ναυπηγεία Ελευσίνας) γιατί αυτό που πραγματικά κοιτάς είναι ένα ολόκληρο σύμπλεγμα έργων», τόνισε. «Έχεις την πλωτή μονάδα επαναεριοποίησης. Έχεις τον αγωγό IGB ο οποίος προχωράει. Έχεις την ιδιωτικοποίηση του λιμανιού. Έχεις την αποθήκη αερίου στην Καβάλα. Η ανάδειξη της Αλεξανδρούπολης ως σημαντικού κόμβου εφοδιασμού, τόσο για τη μεταφορά υλικών και αγαθών στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας, όσο και ως πύλη προς τα Δυτικά Βαλκάνια, συμβάλλει στην προώθηση του στόχου μας για ενεργειακή διαφοροποίηση για όλες αυτές τις χώρες από τη Βουλγαρία έως τη Δύση, που εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την Gazprom αυτή τη στιγμή».
Δύο ειδών έσοδα
Η υπόγεια αποθήκη αερίου θα δημιουργηθεί σε βάθος 1.700 μέτρων στον κόλπο της Καβάλας. Απέχει μόλις 11 χλμ από τον Πρίνο και θα έχει εμπορική λειτουργία, αλλά και ως χώρος φύλαξης των στρατηγικών αποθεμάτων της χώρας.
Ο επενδυτής δηλαδή που θα επικρατήσει στον διαγωνισμό θα εισπράττει δύο ειδών έσοδα: Ένα ρυθμιζόμενο από την ΡΑΕ, γνωστό ως μεσοσταθμικό κόστος απόδοσης κεφαλαίου (WACC), το οποίο δεν έχει ακόμη ορισθεί αλλά σίγουρα θα είναι υψηλό, προκειμένου να αποσβεστεί σχετικά γρήγορα η επένδυση των 300 - 400 εκατ ευρώ. Σημειωτέον ότι στις υπόλοιπες ενεργειακές υποδομές της χώρας, αυτό κινείται στα επίπεδα του 8% - 9% και είναι από τα υψηλότερα στην Ευρώπη (εξ ου και το μεγάλο ενδιαφέρον π.χ. για την ΔΕΠΑ Υποδομών).
Το δεύτερο έσοδο που θα εισπράττει ο επενδυτής θα είναι εμπορικό και θα ισοδυναμεί με το ενοίκιο το οποίο θα του καταβάλλουν όσοι θέλουν να αποθηκεύσουν στην ΥΑΦΑ Καβάλας φυσικό αέριο, πιθανότατα εμπλουτισμένο με υδρογόνο. Και αυτό, καθώς η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, επειδή από το 2022 και μετά παύει να χρηματοδοτεί πλέον τα παραδοσιακά έργα φυσικού αερίου, πιθανότατα η ΥΑΦΑ Καβάλας θα δέχεται και αποθήκευση υδρογόνου ή αναμεμειγμένο με φυσικό αέριο, όπως είχε γράψει το Businessdaily.
Εφόσον τώρα το εμπορικό έσοδο που θα εισπράττει ο επενδυτής θα είναι μεγαλύτερο από το ρυθμιζόμενο, τότε αυτό θα αφαιρείται από το τελευταίο, προκειμένου να μειωθεί η επιβάρυνση των καταναλωτών. Και αυτό καθώς το ρυθμιζόμενο έσοδο θα το πληρώνει μέσω των ρυθμιζόμενων χρεώσεων ο τελικός καταναώτής στα τιμολόγια του φυσικού αερίου.
Το προφίλ του έργου
Στην ουσία πρόκειται για έργο που απουσιάζει όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και από την ευρύτερη περιοχή της Βαλκανικής και το οποίο, έχοντας χωρητικότητα 360 εκατομμυρίων κυβικών μέτρων αερίου θα είναι σε θέση να φυλάξει στρατηγικά αποθέματα για μεγάλο χρονικό διάστημα. Τέτοια δυνατότητα δεν διαθέτουν ούτε η αποθήκη της Ρεβυθούσας, ούτε ο υπό σχεδίαση πλωτός σταθμός της Αλεξανδρούπολης, καθώς αμφότεροι έχουν ως αντικείμενο την υποδοχή υγροποιημένων ποσοτήτων (LNG), την διατήρησή τους για σύντομο διάστημα και την εν συνεχεία επαναεριοποίησή τους.
Στο συγκεκριμένο διαγωνισμό ο οποίος προκηρύχθηκε χθες, εκτιμάται ότι είναι πολύ πιθανό να εκδηλώσουν ενδιαφέρον και αμερικανικά επιχειρηματικά σχήματα έχοντας την χρηματοδοτική στήριξη της DFC. Ενδιαφέρον επίσης συμμετοχής στον διαγωνισμό έχουν εκδηλώσει ατύπως εδώ και χρόνια, η κοινοπραξία Storengy η οποία απαρτίζεται από την ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, την γαλλική Engie και την Energean, καθώς επίσης η κοινοπραξία Senfluga, που ελέγχει τον ΔΕΣΦΑ. Την τελευταία απαρτίζουν τρεις Ευρωπαίοι διαχειριστές δικτύων αερίου, η ιταλική Snam, η βελγική Fluxys και η ισπανική Enagas και εφόσον πράγματι κατέβει στο διαγωνισμό, τίθεται το ερώτημα κατά πόσο θα υπάρξει ζήτημα ανταγωνισμού, υπό την έννοια ότι σήμερα αυτή ελέγχει ούτως ή άλλως όλες σχεδόν τις υποδομες αερίου της χώρας (Ρεβυθούσα, αγωγούς υψηλής πίεσης).
Η χρήση υπόγειων χώρων για αποθήκευση φυσικού αερίου είναι μια τεχνική που εφαρμόζεται διεθνώς για περισσότερα από 40 χρόνια. Σε όλο τον πλανήτη, υπολογίζεται ότι υπάρχουν σήμερα γύρω στις 650 υπόγειες αποθήκες φυσικού αερίου, δυναμικότητας κοντά στα 350 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα. Στην Ευρώπη μάλιστα υπολογίζεται ότι υπάρχουν περίπου 110 υπόγειες αποθήκες σε περισσότερες από 15 χώρες.
Η Ελλάδα ανήκει σε εκείνες τις ευρωπαϊκές χώρες που δεν διαθέτουν αποθήκες. Όταν θα κατασκευασθεί η εν λόγω υποδομή, εκτιμάται ότι θα αναβαθμίσει σημαντικά τον ενεργειακό ρόλο της χώρας.