Η αλλαγή σελίδας του γκρίζου τοπίου των λιγνιτικών πεδίων, το σχέδιο για τις επιχωματώσεις, τις αναπλάσεις και ως ένα βαθμό για τα projects της επόμενης ημέρας, θα έχει την «σφραγίδα» της πανίσχυρης RWE. Οι Γερμανοί ενδιαφέρονται όχι μόνο σε επίπεδο knowhow αλλά και επενδύσεων. Το θύμισε χθες ο υπ. Ενέργειας Κ. Χατζηδάκης κατά την συνάντηση που είχε με τον Περιφερειάρχη Δ.Μακεδονίας και τους δημάρχους των λιγνιτικών περιοχών.
Η γερμανική ωστόσο παρουσία σε μεγάλα «πράσινα» projects με επίκεντρο την Δ.Μακεδονία δεν σταματά εκεί. Το μεγαλύτερο μέχρι σήμερα φωτοβολταικό πάρκο στην Ελλάδα, αυτό στην Κοζάνη, ισχύος 204 MW, στο οποίο επίσης αναφέρθηκε χθες ο υπουργός, πουλήθηκε προ μηνών από την γερμανική Juwi στα ΕΛΠΕ με το “κλειδί στο χέρι”.
Τη μονάδα παραγωγής ενέργειας από καύση σκουπιδιών που εξετάζεται να γίνει στις εγκαταστάσεις μιας από τις σημερινές μονάδες της ΔΕΗ στη Δ.Μακεδονία "φλερτάρουν" πλειάδα γερμανικών εταιρειών. Ενδιαφέρον που εκφράστηκε και κατά την διάρκεια ημερίδας του ελληνο-γερμανικού επιμελητηρίου το Μάρτιο στην Θεσσαλονίκη με αντικείμενο τα απορρίμματα, όπου συμμετείχαν η EEW Energy from Waste που παράγει ενέργεια από υπολείμματα απορριμμάτων, αλλά και οι Steinert, Europress Umwelttechnik, CuyMettal Komponenten, FAN separator και ERK οι οποίες δραστηριοποιούνται στον μηχανολογικό εξοπλισμό.
Όλες αυτές οι επιχειρήσεις, από την RWE και την Juwi μέχρι τις εταιρείες στα απορρίμματα, συνεργάζονται με γερμανικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, όπως η κρατική Αναπτυξιακή Τράπεζα KfW, αλλά και μεγαλύτερες όπως οι Deutsche Bank και Commerzbank, με ολοένα και μεγαλύτερα «πράσινα» χαρτοφυλάκια. Αλλά και σε επίπεδο κοινοτικών πόρων, δεδομένου ότι αυτοί θα χρηματοδοτήσουν σε μεγάλο βαθμό την απολιγνιτοποίηση, πάλι η Γερμανία έχει κομβικό ρόλο, αφού είναι η χώρα που αναλογικά συνεισφέρει τα περισσότερα κεφάλαια στον κοινοτικό προϋπολογισμό. Σημειωτέον ότι ειδικά το Μεταβατικό Πρόγραμμα για την μετάβαση των περιοχών στην επόμενη ημέρα, αυτό δηλαδή της περιόδου 2020-2021 θα χρηματοδοτηθεί στη συντριπτική του πλειοψηφία από κεφάλαια του ΕΣΠΑ.
Οι επτά άξονες
Από όποια πτυχή και να το δει κανείς, η γερμανική παρουσία στο εγχείρημα απολιγνιτοποίησης της Δ. Μακεδονίας και της Μεγαλόπολης μοιάζει καθοριστική. Εύλογα επομένως προκύπτει το ερώτημα κατά πόσο θα δούμε γερμανικές επενδύσεις πέραν του ενεργειακού και σε άλλους τομείς, αντίστοιχους με τους άξονες του επικείμενου master plan για την μετά λιγνιτική εποχή, δηλαδή στην μεταποίηση, τον αγροτουρισμό, την τεχνολογία και την καινοτομία.
Είναι οι τέσσερις από τους 7 συνολικές άξονες του Μεταβατικού Προγράμματος, όπως περιγράφηκαν κατά την συνεδρίαση της αρμόδιας Συντονιστικής Επιτροπής την περασμένη εβδομάδα, υπό τον Κ. Μουσουρούλη, με τους υπόλοιπους τρεις να αφορούν την προώθηση της απασχόλησης και των αυτοαπασχολούμενων, την αντιμετώπιση των κοινωνικών επιπτώσεων και την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής, καθώς επίσης την τεχνική στήριξη και ωρίμανση των έργων.
Εκείνο πάντως που αποτελεί ακόμη την μείζονα εκκρεμότητα αφορά τα κονδύλια με τα οποία θα γίνουν όλα αυτά. Νούμερα, δηλαδή για το πόσα θα είναι τα κεφάλαια του τρέχοντος ΕΣΠΑ 2014-2021 που θα χρηματοδοτήσουν την πρώτη φάση, αυτή της διετίας 2020-2021, ακόμη δεν έχουμε ακούσει. Η απάντηση εξαρτάται από το πότε θα «τρέξει» η αναθεώρηση του ΕΣΠΑ, η οποία προγραμματίζεται για κάπου γύρω στον Ιούνιο, οπότε και θα γίνει σαφές με ποιους πόρους θα χρηματοδοτηθούν οι πρώτες επενδύσεις στα γκρίζα τοπία της Κοζάνης, της Πτολεμαίδας, του Αμυνταίου και της Φλώρινας. Έως τότε θα έχει προσληφθεί και σύμβουλος που θα αναλάβει να εκπονήσει το master plan της απολιγνιτοποίησης, για το οποίο πρόσφατα προκηρύχθηκε διαγωνισμός και μέσα στις επόμενες εβδομάδες αναμένεται να ανακηρυχθεί ο ανάδοχος.
Πόσο θα κοστίσει να «σβήσουν» τα φουγάρα
Εξίσου κρίσιμο είναι και το ερώτημα από που θα βρει η ΔΕΗ τα κονδύλια για να κλείσει τις λιγνιτικές της μονάδες. Το σβήσιμο ενός εργοστασίου λιγνίτη συνεπάγεται και υποχρεώσεις αναφορικά με την απόσυρση του εξοπλισμού (decommissioning) και την αποκατάσταση των εδαφών των ορυχείων. Χρήσιμη για τους όποιους υπολογισμούς είναι και εδώ η γερμανική εμπειρία.
Σύμφωνα με παλαιότερες εκτιμήσεις της RWE η «γερμανική απολιγνιτοποίηση» θα κοστίσει 1,2 δισ. ευρώ για κάθε 1.000 μεγαβάτ ισχύος που θα αποσυρθούν. Βάσει αυτού του υπολογισμού ήταν που η γερμανική εταιρεία διεκδίκησε και πέτυχε να πάρει από την γερμανική κυβέρνηση αποζημιώσεις ύψους 40 δισ. ευρώ, ως μέρος του προγραμματισμού της να βάλει τέλος στη χρήση άνθρακα μέχρι το 2038. Το κόστος αυτό αφορά στο σχεδιασμό και τη διαχείριση του παροπλισμού των εργοστασίων, την κατεδάφιση και αποκατάσταση του τοπίου, αλλά και την αποζημίωση για την πρόωρη απόσυρση των μονάδων.
Στην Ελλάδα ωστόσο, δεν έχει προβλεφθεί ακόμη κάποιο σχετικό κονδύλι για την ΔΕΗ. Εάν με βάση την γερμανική εμπειρία επιχειρηθεί να υπολογιστεί πόσο θα κοστίσει στην ΔΕΗ η απόσυρση του δικού της στόλου, συνολικής ισχύος 3,4 GW προκύπτει χονδρικά μέχρι και το 2028, οπότε και ο πρωθυπουργός έχει δεσμευτεί να μπει τέλος στο λιγνίτη, ένα κόστος της τάξης των 4 δισ. ευρώ. Ήτοι περίπου 450 εκατ. ευρώ το χρόνο αν η δαπάνη επιμεριστεί στα επόμενα εννιά χρόνια, αφού η αρχή θα γίνει από φέτος τον Σεπτέμβριο με το σβήσιμο του Αμυνταίου. Στο ερώτημα από ποιους πόρους αυτό θα καλυφθεί, σαφής απάντηση προς το παρόν δεν υπαρχει.