Η διεθνής γεωπολιτική αστάθεια και οι οικονομικές πιέσεις από τον πληθωρισμό επηρεάζουν έντονα τις αγορές, με κάθε χώρα να αναζητά τη δική της στρατηγική. Για την Ελλάδα, αυτές οι εξελίξεις έχουν άμεσο αντίκτυπο στον τουρισμό, που αποτελεί βασικό μοχλό της οικονομίας. Η ανθεκτικότητα και η βιώσιμη ανάπτυξη του ελληνικού τουρισμού βρέθηκαν στο επίκεντρο του πάνελ «TOURISM AHEAD: Οικονομία, Κοινωνία, Γεωπολιτικά, με το βλέμμα στο 2030», στο πλαίσιο του συνεδρίου του ΣΕΤΕ στο Ωδείο Αθηνών, όπου συμμετείχαν κορυφαίοι εκπρόσωποι πολιτικής, οικονομίας και ακαδημαϊκής κοινότητας.
Στη συζήτηση έλαβαν μέρος ο υφυπουργός Εξωτερικών Χάρης Θεοχάρης, ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ Γιάννης Παράσχης, ο διευθύνων σύμβουλος της Eurobank ΑΕ Φωκίων Καραβίας και ο καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και διευθυντής του Ινστιτούτου Διεθνών Υποθέσεων Κωνσταντίνος Φίλης.
Ο κ. Θεοχάρης μίλησε για ένα «γεωπολιτικό σοκ» που επηρεάζει παγκοσμίως ζητήματα όπως η ενέργεια, το περιβάλλον, ο ψηφιακός μετασχηματισμός και η γεωστρατηγική. Τόνισε ότι η Ελλάδα, παρά τις κρίσεις, έχει ενισχύσει το αποτύπωμά της αξιοποιώντας τη γεωστρατηγική της θέση ως άξονας μεταξύ Ασίας και Ευρώπης, ενώ υπογράμμισε τη σημασία των πρωτοβουλιών που δίνουν στη χώρα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.
Ο καθηγητής Φίλης ανέλυσε το γεωπολιτικό τοπίο, σημειώνοντας τη μετάβαση από την παγκοσμιοποίηση σε μικρότερες περιφερειακές ενότητες. Επεσήμανε την απουσία ενός «παγκόσμιου χωροφύλακα» και τη μειωμένη παρέμβαση των ΗΠΑ σε ζητήματα που δεν άπτονται άμεσα των συμφερόντων τους, με παράδειγμα την Ουκρανία.
Ο κ. Καραβίας χαρακτήρισε την ευρωπαϊκή οικονομία συνδυασμό ανθεκτικότητας και στασιμότητας. Παρά τις προβλέψεις για ανάπτυξη 1% το 2025 και 1,5% το 2026, παραμένουν θεσμικά εμπόδια, όπως η «παγωμένη» Έκθεση Ντράγκι και η πολιτική ακινησία σε χώρες-κλειδιά. Αναφέρθηκε επίσης στην επιτυχημένη αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης από ελληνικές επιχειρήσεις και τη στήριξη μικρών επιχειρήσεων μέσω της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας.
Ωστόσο, στάθηκε στην πρόκληση της παραγωγικότητας, επισημαίνοντας ότι η παραγωγικότητα της εργασίας στην Ελλάδα έχει υποχωρήσει στο 70% του μέσου όρου της Ευρωζώνης, ενώ ο τουρισμός διατηρεί χαμηλότερη παραγωγικότητα σε σχέση με τη βιομηχανία. Υπογράμμισε πως το 25% των δανείων του Ταμείου Ανάκαμψης παραμένει αδιάθετο, δείχνοντας έλλειψη ζήτησης σε άλλους τομείς.
Ο κ. Θεοχάρης αντέτεινε πως η Ελλάδα διακρίνεται για ανθεκτικότητα και σταθερότητα, με ρυθμούς ανάπτυξης διπλάσιους του ευρωπαϊκού μέσου όρου και πραγματική σύγκλιση. Επισήμανε ότι οι επενδύσεις το 2025 ξεπερνούν το 15% του ΑΕΠ, με στόχο το 17,7% να υπερκαλύπτεται. Έθεσε ως προτεραιότητες την ενίσχυση της παραγωγικότητας και την αναβάθμιση του ανθρώπινου δυναμικού, μέσω λύσεων σε ενεργειακά και εκπαιδευτικά ζητήματα.
Επιπλέον, ο υφυπουργός Εξωτερικών ανέδειξε τη σημασία της «ήπιας ισχύος» της Ελλάδας, τονίζοντας τη θερμή υποδοχή επισκεπτών από το Ισραήλ και αραβικές χώρες, που ενισχύει τις οικονομικές και πολιτικές σχέσεις. Ο κ. Φίλης ανέφερε ότι η Ελλάδα θεωρείται «safe haven» για τους Ισραηλινούς, με τις πτήσεις από Τελ Αβίβ προς Αθήνα να παραμένουν γεμάτες ακόμη και σε περιόδους κρίσης. Επεσήμανε επίσης την επιτυχημένη απελευθέρωση του καθεστώτος βίζας για Τούρκους επισκέπτες σε συγκεκριμένα νησιά, που ενίσχυσε τις τοπικές οικονομίες.
Ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ, Γιάννης Παράσχης, σημείωσε ότι ο ελληνικός τουρισμός βρίσκεται σε ισχυρή αφετηρία, αλλά απαιτούνται επενδύσεις «πέραν του ήλιου και της θάλασσας» για ποιοτική ανάπτυξη, αύξηση της κατά κεφαλήν δαπάνης και διαφοροποίηση προϊόντων και προορισμών. Τόνισε την ανάγκη για ένα συνεκτικό αφήγημα για το μέλλον του τουρισμού, με συνεργασία κράτους, αυτοδιοίκησης και ιδιωτικού τομέα.
Ο κ. Καραβίας διαβεβαίωσε ότι η Eurobank παραμένει σταθερός υποστηρικτής του τουρισμού, έχοντας στηρίξει τον κλάδο ακόμα και στις δύσκολες περιόδους της πανδημίας.
Το πάνελ κατέληξε ότι, παρά τις διεθνείς προκλήσεις, ο ελληνικός τουρισμός διατηρεί ισχυρή αναπτυξιακή δυναμική. Για τη διατήρηση αυτής της πορείας, κρίσιμες είναι οι στοχευμένες επενδύσεις, η βελτίωση της παραγωγικότητας και η διαμόρφωση κοινού οράματος, ώστε ο τουρισμός να παραμείνει βασικός πυλώνας ανάπτυξης της οικονομίας έως το 2030 και μετέπειτα.