Έντονο επενδυτικό ενδιαφέρον σημειώθηκε κατά τη διάρκεια της πρόσφατης δημοπρασίας 10ετών ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου, καθώς οι προσφορές των επενδυτών άγγιξαν το 1 δισ. ευρώ.
Σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ), στη διαδικασία επανανοίγματος για τα 10ετή ομόλογα (επιτόκιο 3,625%, με λήξη στις 15 Ιουνίου 2035), προσφέρθηκε συνολικό ποσό 941 εκατ. ευρώ για τίτλους αξίας 250 εκατ. ευρώ. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα το δημοπρατούμενο ποσό να υπερκαλυφθεί κατά 3,76 φορές, ενώ η τελική απόδοση διαμορφώθηκε στο 3,26%.
Η νέα δημοπρασία συνέβαλε στη σημαντική ενίσχυση των ταμειακών διαθεσίμων του Ελληνικού Δημοσίου, τα οποία, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του ΟΔΔΗΧ, διαμορφώθηκαν στα 41,9 δισ. ευρώ στο τέλος Ιουνίου.
Η αύξηση τους κατά περίπου 2 δισ. ευρώ σε σχέση με τα τέλη Μαρτίου (40,1 δισ. ευρώ), οφείλεται τόσο στην εκδοτική δραστηριότητα των ομολόγων, από την οποία το κράτος άντλησε περίπου 8 δισ. ευρώ, όσο και σε χρηματοδοτικά εργαλεία, όπως τα δάνεια από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΙΒ), ύψους περίπου 2 δισ. ευρώ.
Η εν λόγω έκδοση εντάσσεται στο ευρύτερο πρόγραμμα εκδόσεων που έχει προαναγγείλει ο ΟΔΔΗΧ για το 2025, με στόχο τη βελτίωση της λειτουργίας της εγχώριας δευτερογενούς αγοράς ελληνικών κρατικών ομολόγων.
Οι εκτιμήσεις του ΟΔΔΗΧ υπογραμμίζουν πως το υπάρχον σημαντικό απόθεμα ρευστότητας υπερκαλύπτει τις ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας για τα επόμενα τρία έτη, εξασφαλίζοντας επαρκές "μαξιλάρι ασφαλείας" ενάντια σε ενδεχόμενους κινδύνους αναχρηματοδότησης και διακυμάνσεων επιτοκίων σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα.
Το ισχυρό αυτό απόθεμα, σε συνδυασμό με το «ελκυστικό προφίλ» του ελληνικού δημόσιου χρέους, αποτυπώνει τη ανθεκτικότητα των ελληνικών ομολόγων στις διακυμάνσεις της δευτερογενούς αγοράς. Αυτό συμβαίνει παρά τις αυξημένες πιέσεις που καταγράφονται σε μεγαλύτερες αγορές της ευρωζώνης, όπως π.χ. στη Γαλλία.
Είναι χαρακτηριστικό ότι για το 2025, οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας περιορίζονται στο 5,8% του ΑΕΠ (έναντι 10,3% κατά μέσο όρο στη ζώνη του ευρώ). Για σύγκριση, στη Ιταλία το ποσοστό αυτό ανέρχεται στο 25,6% και στην Ισπανία στο 16,3%.
Η σταθερότητα αυτή αποτυπώνεται και στη σύγκριση των επιτοκίων: το περιθώριο των ελληνικών 10ετών ομολόγων έναντι των αντίστοιχων γερμανικών βρίσκεται στο 0,64%, ενώ το περιθώριο των γαλλικών έχει αγγίξει το 0,79% και των ιταλικών το 0,78%. Η απόδοση των ελληνικών 10ετών ομολόγων κυμαίνεται στο 3,34%, αισθητά πιο χαμηλά σε σχέση με τα ιταλικά (3,48%) και τα γαλλικά (3,49%).
Με ενδιαφέρον αναμένεται πλέον η επικείμενη αναθεώρηση της πιστοληπτικής αξιολόγησης της Ελλάδας από τον οίκο Moody's, που είναι προγραμματισμένη για την Παρασκευή 19 Σεπτεμβρίου.
Σημειώνεται ότι επί του παρόντος η Moody's κατατάσσει την ελληνική οικονομία στη βαθμίδα «Baa3» με σταθερή προοπτική, στοιχείο που υποδηλώνει σταθερότητα και εμπιστοσύνη των αγορών στο μέλλον της ελληνικής οικονομίας.