«Η κρατική αρωγή είναι απαραίτητο να παρέχεται γενναιόδωρα για όσο καιρό διαρκέσει η "κοινωνική απομόνωση", το "κλείσιμο στις επιχειρήσεις" και ο περιορισμός στην ελεύθερη μετακίνηση ανθρώπων μεταξύ των χωρών», τονίζουν οι αναλυτές του ΣΕΒ σε σημείωμα για την οικονομική κρίση που προκαλείται από την πανδημία, ενώ προτείνουν να προχωρήσει η ελληνική κυβέρνηση σε δανεισμό από την αγορά ομολόγων, αξιοποιώντας και τις νέες δυνατότητες που δίνει το πρόγραμμα των 750 δισ. ευρώ από την ΕΚΤ.
Όπως τονίζεται από τους αναλυτές του ΣΕΒ,
- Σημαντικές παράμετροι στην χορήγηση της αρωγής είναι το μέγεθος και η ταχύτητα της δημοσιονομικής προώθησης πόρων στην οικονομία. Λόγω της μαζικότητας των περιπτώσεων της αρωγής, ιδίως σε οικονομίες όπως η ελληνική, όπου οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις απασχολούν την πλειοψηφία των εργαζομένων, είναι απαραίτητο οι πόροι να διοχετευθούν άμεσα, χωρίς γραφειοκρατικές διαδικασίες, ενδεχομένως και ανεξαρτήτως κριτηρίων αναγκαιότητας και σκοπιμότητας, σε όλους τους εργαζομένους και επιχειρήσεις.
- Όσον αφορά στην Ελλάδα ειδικότερα, η χώρα μας διαθέτει απόθεμα ασφαλείας άνω των €30 δισ., πόροι που χτίστηκαν με τα πρωτογενή πλεονάσματα και με προσφυγή σε εξωτερικό δανεισμό, για να στηρίξουν την έξοδο της χώρας στις αγορές. Η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να διερευνήσει την δυνατότητα να δανειστεί στις διεθνείς αγορές, τώρα που μπορεί να αξιοποιήσει και το πρόγραμμα αγοράς ελληνικών ομολόγων ύψους €12 δισ. από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, και, ταυτόχρονα, να κάνει χρήση, σε συμφωνία με τους εταίρους, μέρους του αποθέματος ασφαλείας, που διαθέτει, για την αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεων της πανδημίας.
- Σε κάθε περίπτωση, τα μέτρα που έχει λάβει η ελληνική κυβέρνηση πιθανώς να χρειαστεί να συμπληρωθούν με νέα, σε περίπτωση που η εξάπλωση της επιδημίας του κορωνοϊού δεν περιοριστεί μέσα στον Απρίλιο.
Η ανάλυση του ΣΕΒ
Η παγκόσμια κοινότητα βρίσκεται αντιμέτωπη με την πρωτοφανή κρίση πανδημίας του κορωνοϊού SARS-COV-2, που προκαλεί τη νόσο COVID-19. H αντιμετώπισή της απαιτεί μέτρα περιορισμού των κοινωνικών επαφών, άρα -σε ό,τι αφορά την οικονομία- αυτό συνεπάγεται ένα ραγδαίο περιορισμό της οικονομικής δραστηριότητας, που εκδηλώνεται με την ταυτόχρονη μείωση της ζήτησης και της προσφοράς, οδηγώντας αναπόφευκτα σε ύφεση.
Στις συνήθεις οικονομικές κρίσεις η μακροοικονομική πολιτική στοχεύει στην ενίσχυση της ζήτησης. Στην παρούσα κρίση, παρόλα αυτά, τα μέτρα για την στήριξη της οικονομίας πρέπει εξίσου να ενισχύσουν την προσφορά, δεδομένου ότι επιχειρήσεις και εργαζόμενοι θα βρεθούν σε αδυναμία εκπλήρωσης των συμβατικών και οικονομικών τους υποχρεώσεων, καθώς οι κυβερνήσεις παίρνουν όλα τα απαραίτητα επιδημιολογικά μέτρα αντιμετώπισης μιας επείγουσας κατάστασης ιατρικού χαρακτήρα.
Υπό αυτή την έννοια, η τόνωση της ζήτησης από μόνη της δε θα οδηγήσει σε αντίστοιχη αύξηση της προσφοράς. Αυτό συμβαίνει επειδή υπό τις παρούσες συνθήκες οι πολίτες δε μπορούν να καταναλώσουν, αφού τα καταστήματα είναι κλειστά, ενώ παράλληλα παραμένουν στο σπίτι τους, σύμφωνα με τις οδηγίες των δημόσιων αρχών, με σκοπό τον περιορισμό της εξάπλωσης του ιού.
Παράλληλα οι επιχειρήσεις αδυνατούν να συνεχίσουν την ομαλή τους λειτουργία μένοντας πρακτικά με πολύ λιγότερους ή και χωρίς καθόλου εργαζόμενους. Σε ό,τι αφορά την εξ αποστάσεως εργασία, αυτή έχει τα όριά της, αφού αποτελεί αποτελεσματική επιλογή μοντέλου εργασίας κυρίως στις περιπτώσεις εργαζομένων που παράγουν έργο γραφείου. Η ενσωμάτωση της ρομποτικής στην παραγωγή έχει επίσης περιορισμένα αποτελέσματα, δεδομένου ότι δεν είναι διαδεδομένη πρακτική.
Το ηλεκτρονικό εμπόριο προϋποθέτει ότι λειτουργούν τα εργοστάσια, ότι παράγουν προϊόντα και ότι γίνονται ομαλά οι μεταφορές και λειτουργεί η εφοδιαστική αλυσίδα. Άρα, διερευνώντας πιθανά σενάρια οικονομικών πολιτικών, η βέλτιστη επιλογή υπό τις σημερινές συνθήκες είναι η κρατική στήριξη να κατευθυνθεί εκεί όπου είναι απαραίτητη. Να μη μείνει εργαζόμενος χωρίς ένα ελάχιστο εισόδημα, να μην κλείσει επιχείρηση επειδή δεν μπορεί να παράγει προϊόντα και υπηρεσίες, την ίδια στιγμή που οι υποχρεώσεις εργαζομένων και επιχειρήσεων προς τις τράπεζες, την εφορία, τα ασφαλιστικά ταμεία, άλλες επιχειρήσεις, κλπ., αν και μειωμένες, θα συνεχίσουν να τρέχουν.
Η παρέμβαση του κράτους
Η κρατική αρωγή είναι απαραίτητο να παρέχεται γενναιόδωρα για όσο καιρό διαρκέσει η «κοινωνική απομόνωση», το «κλείσιμο στις επιχειρήσεις» και ο περιορισμός στην ελεύθερη μετακίνηση ανθρώπων μεταξύ των χωρών. Ήδη, οι κυβερνήσεις, περιλαμβανομένης της ελληνικής, έχουν ανακοινώσει μια πληθώρα μέτρων στήριξης για εργαζόμενους και επιχειρήσεις.
Σημαντικές παράμετροι στην χορήγηση της αρωγής είναι το μέγεθος και η ταχύτητα της δημοσιονομικής προώθησης πόρων στην οικονομία. Λόγω της μαζικότητας των περιπτώσεων της αρωγής, ιδίως σε οικονομίες όπως η ελληνική, όπου οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις απασχολούν την πλειοψηφία των εργαζομένων, είναι απαραίτητο οι πόροι να διοχετευθούν άμεσα, χωρίς γραφειοκρατικές διαδικασίες, ενδεχομένως και ανεξαρτήτως κριτηρίων αναγκαιότητας και σκοπιμότητας, σε όλους τους εργαζομένους και επιχειρήσεις.
Αυτή η επιλογή δημιουργεί τον κίνδυνο της σπατάλης για κάποιους από τους έκτακτους πόρους, που θα διοχετευθούν στην οικονομία, όμως υπό τις τρέχουσες συνθήκες μεγαλύτερο βάρος θα πρέπει να δοθεί στο όφελος που θα προκύψει από την ταχεία ένεση ρευστότητας στην οικονομία, η οποία συρρικνώνεται ταχύτατα λόγω των έκτακτων συνθηκών της κρίσης.
Η απελευθέρωση των πόρων πρέπει να γίνει αξιοποιώντας τα ηλεκτρονικά μέσα, παρακάμπτοντας τις δαιδαλώδεις διαδικασίες αιτήσεων, υποβολής δικαιολογητικών κ.ο.κ., δεδομένου ότι λόγω της άμεσης ανάγκης για τη διοχέτευση πόρων στην οικονομία, εξαντλητικές διαδικασίες πιστωτικών κριτηρίων, χειρουργικής ακριβείας παρεμβάσεις κατά κλάδο οικονομικής δραστηριότητας, ή κριτήρια προσβασιμότητας, τα οποία είναι δύσκολο να αξιολογηθούν ταχέως αν συντρέχουν ή όχι, θα καταστήσουν τα μέτρα ατελέσφορά.
Όσον αφορά στην Ελλάδα ειδικότερα, η χώρα μας διαθέτει απόθεμα ασφαλείας άνω των €30 δισ., πόροι που χτίστηκαν με τα πρωτογενή πλεονάσματα και με προσφυγή σε εξωτερικό δανεισμό, για να στηρίξουν την έξοδο της χώρας στις αγορές. Σύμφωνα με τον οικονομικό τύπο, η Γερμανία ήδη ετοιμάζεται να βγει στις αγορές για €350 δισ. περίπου, ενώ σχεδιάζεται και η δημιουργία ενός ταμείου διάσωσης γερμανικών επιχειρήσεων ύψους €600 δισ. Συνεπώς, η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να διερευνήσει την δυνατότητα να δανειστεί στις διεθνείς αγορές, τώρα που μπορεί να αξιοποιήσει και το πρόγραμμα αγοράς ελληνικών ομολόγων ύψους €12 δισ. από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, και, ταυτόχρονα, να κάνει χρήση, σε συμφωνία με τους εταίρους, μέρους του αποθέματος ασφαλείας, που διαθέτει, για την αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεων της πανδημίας.
Τα καλά νέα είναι ότι ήδη η παγκόσμια επιστημονική κοινότητα εργάζεται συστηματικά για την παραγωγή φαρμάκων και εμβολίων κατά του κορωνοϊού. Συνεπώς, έχουμε μια οικονομική κρίση που δεν έχει σχέση με την προηγούμενη μεγάλη χρηματοοικονομική κρίση και ύφεση του 2008-9, που απαιτεί, όμως, μαζική κρατική παρέμβαση για περιορισμένη χρονική διάρκεια. Αργά ή γρήγορα, η κανονικότητα θα επανέλθει. Όταν αυτό συμβεί, προέχει οι απώλειες ανθρώπινης ζωής να έχουν περιοριστεί στο ελάχιστο δυνατό, ενώ παράλληλα να μην έχουν χαθεί παρά όσο το δυνατό λιγότερες θέσεις εργασίας και επιχειρήσεις.
Η ελληνική οικονομία, έχοντας καταφέρει μόλις πρόσφατα να εξέλθει από μία παρατεταμένη και βαθιά περίοδο ύφεσης, βρίσκεται αντιμέτωπη με την πρόκληση της ραγδαίας εξάπλωσης της πανδημίας του κορωνοϊού. Τα μέχρι στιγμής διαθέσιμα στοιχεία δεν είναι επαρκή για την αποτύπωση των πιθανών επιπτώσεων, ούτε προσφέρουν ενδείξεις για ασφαλείς εκτιμήσεις. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (ΕΕ) εκτιμά ότι ο ρυθμός ανάπτυξης στην Ευρώπη το 2020 θα επιβραδυνθεί κατά 2,5 π.μ. και θα διαμορφωθεί σε -1% περίπου.
Την ίδια ώρα, σύμφωνα με δημοσίευμα της Frankfurter Allgemeine (17 Μαρτίου 2020), η επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), Κριστίν Λαγκάρντ, δήλωσε στους ευρωπαίους ηγέτες, κατά τη Σύνοδο Κορυφής στις 17 Μαρτίου 2020, ότι αν τα μέτρα περιορισμού μετάδοσης του κορωνοϊού διαρκέσουν τρεις μήνες η ύφεση στην Ευρώπη μπορεί να φτάσει στο -5% το 2020.
Οι πρώτες ενδείξεις για την πορεία της ευρωπαϊκής οικονομίας είναι αποθαρρυντικές. Η καταναλωτική εμπιστοσύνη στην Ευρωζώνη διαμορφώθηκε στις -11,6 μονάδες τον Μάρτιο του 2020, σημειώνοντας πτώση 5 μονάδων σε σύγκριση με τον προηγούμενο μήνα, σύμφωνα με την προκαταρτική εκτίμηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (flash estimate). Αν και το επίπεδο αυτό είναι υψηλότερο από εκείνα που είχαν καταγραφεί κατά τη χρηματοπιστωτική κρίση το 2008 και μέχρι τον Μάρτιο του 2014 (Μ.Ο. Οκτ 2008 – Μαρ 2014 = -16,8 μονάδες), η πτώση των 5 μονάδων σε μηνιαία βάση είναι η μεγαλύτερη που έχει καταγραφεί στην ιστορία του δείκτη (από το 1985).
Επιπρόσθετα, το επίπεδο των -11,6 μονάδων είναι χαμηλότερο από τον μακροχρόνιο μέσο όρο (2000 – 2019) των -11 μονάδων. Σημειώνεται ότι, λόγω της κρίσης της εξάπλωσης του κορωνοϊού και των σχετικών περιοριστικών μέτρων, η συλλογή δεδομένων τον Μάρτιο του 2020 ολοκληρώθηκε νωρίτερα από ό,τι συνήθως, ενώ συγκεντρώθηκε μόνο το 15% των απαντήσεων των καταναλωτών. Ανάλογη πτώση καταγράφεται και στον σύνθετο Δείκτη Υπευθύνων Προμηθειών (Composite PMI) στην Ευρωζώνη και στη Γερμανία (σύμφωνα με την προκαταρτική εκτίμηση για τον Μάρτιο 2020), ο οποίος ακολουθεί αντίστοιχη πορεία με τον Δείκτη Υπευθύνων Προμηθειών στη μεταποίηση (Manufacturing PMI) στην Κίνα (Διάγραμμα 1ης σελίδας και Δ01).
Στην Ελλάδα, σύμφωνα με δηλώσεις του Υπουργού Οικονομικών, οι πρώτες εκτιμήσεις κάνουν λόγο για ύφεση το 2020. Η Τράπεζα της Ελλάδος στην Έκθεση του Διοικητή για το 2019 (20 Μαρτίου 2020), προβλέπει ότι θα υπάρξει σημαντική αρνητική επίπτωση στην οικονομία τα δύο πρώτα τρίμηνα του 2020, η οποία θα αντισταθμιστεί μερικώς τα δύο τελευταία τρίμηνα.
Πώς αντέδρασαν ΕΕ και ΕΚΤ
Η αντίδραση της ΕΕ και της ΕΚΤ για την αντιμετώπιση αυτής της κρίσης ήταν άμεση. Στο Eurogroup της 16 Μαρτίου 2020 αποφασίστηκε να δοθεί δημοσιονομική ευελιξία σε όλες τις χώρες, περιλαμβανομένης και της Ελλάδας, εξαιρώντας τις δημοσιονομικές επιπτώσεις των μέτρων που λαμβάνονται από τους στόχους για τα πρωτογενή πλεονάσματα.
Ακολούθως, στο Συμβούλιο των Υπουργών Οικονομικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 23 Μαρτίου 2020, αποφασίστηκε η ενεργοποίηση, για πρώτη φορά στην ιστορία της ΕΕ, της «ρήτρας γενικής διαφυγής» (general escape clause), η οποία παρέχει στα κράτη – μέλη τα δημοσιονομικά περιθώρια ώστε να λάβουν κάθε αναγκαίο μέτρο για την υποστήριξη της δημόσιας υγείας, του συστήματος κοινωνικής προστασίας και της οικονομίας, αποκλίνοντας από τον μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης.
Επιπρόσθετα, στο Eurogroup της 24 Μαρτίου 2020 (δηλώσεις του Προέδρου του Eurogroup Μάριο Σεντένο, και επιστολή του προς τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου), αν και δεν επιτεύχθηκε συμφωνία για τις δράσεις σε κεντρικό επίπεδο (ευρωομόλογο), υπήρξε συμφωνία για την επιστράτευση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) και τη χρήση των πόρων του ύψους €410 δισ. (3,4% του ΑΕΠ της Ευρωζώνης) για τη διαχείριση της πανδημίας του κορωνοϊού.
Η χρήση των πόρων αυτών προτάθηκε να γίνει στη βάση της υφιστάμενης πιστωτικής γραμμής ECCL (Enhanced Conditions Credit Line) και να είναι διαθέσιμοι σε όλα τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης, τα οποία θα μπορούν να αντλήσουν 2% του ΑΕΠ. Στην περίπτωση της Ελλάδας αυτό ισοδυναμεί με €4 δισ. περίπου. Κατά τα άλλα, οι τελικές αποφάσεις για την πιθανή έκδοση ευρωομολόγου (ή κορωνο-ομόλογο) αναμένεται να ληφθούν στη Σύνοδο Κορυφής στις 26 Μαρτίου 2020.
Μετά από αυτές τις εξελίξεις, ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας μαζί με άλλους 8 Ευρωπαίους ηγέτες (Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία, Βέλγιο, Λουξεμβούργο, Ιρλανδία, Πορτογαλία και Σλοβενία) απέστειλαν επιστολή προς τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, επισημαίνοντας την ανάγκη δημιουργίας «Ομολόγου-Corona», προκειμένου να εξασφαλισθεί η σταθερή και μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση των πολιτικών που απαιτούνται για την αντιμετώπιση των ζημιών από την πανδημία του κορωνοϊού.
Στην επιστολή, επίσης, τονίζεται η ανάγκη να ευθυγραμμιστούν οι πρακτικές εναντίον της πανδημίας και μεταξύ άλλων καλούν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να καταλήξει σε σαφείς, συμφωνημένες κατευθυντήριες γραμμές, σε μια κοινή βάση για τη συλλογή και την ανταλλαγή ιατρικών και επιδημιολογικών πληροφοριών, καθώς και σε μια ενιαία στρατηγική που θα αντιμετωπίζει στο άμεσο μέλλον την κλιμακωτή εξέλιξη της επιδημίας. Παράλληλα, οι 9 ηγέτες δεσμεύονται ότι θα διατηρήσουν τα εσωτερικά σύνορα ανοιχτά στο εμπόριο, στην πληροφόρηση και στις απαραίτητες μετακινήσεις πολιτών, ειδικά εκείνων που εργάζονται σε παραμεθόριες περιοχές.
Παράλληλα, η απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για το νέο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων ύψους €750 δισ., παρέχει τη δυνατότητα αγοράς ελληνικών ομολόγων ύψους περίπου €12 δισ. Η απόφαση αυτή αποτελεί σημαντική πρωτοβουλία για τη χρηματοδότηση των μέτρων για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της εξάπλωσης του κορωνοϊού, καθώς και για τη σταθεροποίηση των αγορών. Αμέσως μετά από αυτή την απόφαση οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων και ο γενικός δείκτης στο Χρηματιστήριο Αθηνών σημείωσαν διορθωτικές τάσεις (Δ02).
Τα μέτρα της ελληνικής κυβέρνησης
Στο πλαίσιο αυτό, η ελληνική κυβέρνηση έχει ήδη ανακοινώσει μέτρα ύψους συνολικά €10 δισ. Τα μέτρα αυτά περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων:
- Έκτακτη οικονομική ενίσχυση ύψους €800 για 1,4 εκατ. εργαζόμενους, ελεύθερους επαγγελματίες και ατομικές επιχειρήσεις, με βάση λίστα των κλάδων που πλήττονται (αρχική λίστα 20/03/2020 και επικαιροποιημένη λίστα 24/03/2020). Σύμφωνα με υπολογισμούς του Υπουργείου Οικονομικών, στους κλάδους αυτούς περιλαμβάνονται περίπου 440.000 ιδιωτικές επιχειρήσεις, με 1 εκατ. εργαζομένους, και μηνιαίο τζίρο περίπου €6,5 δισ.
- Δυνατότητα αναστολής καταβολής υποχρεώσεων πληρωμής φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων σε επιχειρήσεις που έκλεισαν με κρατική απόφαση.
- Ενίσχυση του συστήματος υγείας, με τουλάχιστον €200 εκατ., επιπλέον του υφιστάμενου Προϋπολογισμού του Υπουργείου Υγείας.
- Αναστολή έως την 31η Ιουλίου 2020 των οφειλών που έχουν βεβαιωθεί από δηλώσεις Φ.Π.Α. Μαρτίου και βεβαιωμένων οφειλών στις Δ.Ο.Υ ή τα Ελεγκτικά Κέντρα χωρίς τόκους και προσαυξήσεις, πληρωτέες τον Μάρτιο.
- Άμεση αποπληρωμή όλων των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων προς τους πολίτες και τις επιχειρήσεις, επιστρέφοντας τα ποσά όλων των υπό έλεγχο υποθέσεων, ύψους έως €30 χιλ.
- Διευρυμένο πλαίσιο χρηματοδότησης, με τη μορφή επιστρεπτέας προκαταβολής, με εκτεταμένο χρονικό ορίζοντα αποπληρωμής και περίοδο χάριτος, για όλες τις επιχειρήσεις που πλήττονται, συνολικού ύψους €1 δισ.
- Διάθεση €1,8 δισ. μέσω του Ειδικού Ευρωπαϊκού Επενδυτικού Ταμείου για την ενίσχυση της ρευστότητας των επιχειρήσεων, τη στήριξη της απασχόλησης και των εισοδημάτων των εργαζομένων.
- Μείωση του ΦΠΑ σε 6%, από 24%, σε προϊόντα που είναι απαραίτητα για την προστασία από τον κορωνοϊό και την αποφυγή της μετάδοσής του (μάσκες, γάντια, αντισηπτικά διαλύματα κλπ).
- Καταβολή 60% του μισθώματος για τους μήνες Μάρτιο έως Απρίλιο για επαγγελματικά ακίνητα και για την πρώτη κατοικία για επιχειρήσεις και εργαζόμενους των επιχειρήσεων αντίστοιχα, που η λειτουργία τους διακόπτεται υποχρεωτικά.
Σημειώνεται ότι για να ωφεληθούν οι επιχειρήσεις από τα παραπάνω μέτρα προϋπόθεση τίθεται η διατήρηση της απασχόλησης.
Ειδικότερα, όσον αφορά στην αγορά εργασίας, ανακοινώθηκαν μέτρα (09/03/2020, 18/03/2020 και 20/03/2020) από το Υπουργείο Εργασίας που περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων τη διευκόλυνση της τηλεργασίας, απαγόρευση απολύσεων εργαζομένων σε επιχειρήσεις που αναστέλλεται η λειτουργίας τους με εντολή δημόσιας αρχής, παράταση της καταβολής του επιδόματος ανεργίας για 2 μήνες και δυνατότητα αναστολής σύμβασης εργασίας για έναν μήνα (με δυνατότητα παράτασης) σε επιχειρήσεις που πλήττονται.
Ποια μέτρα έλαβαν άλλες χώρες
Παρόμοια μέτρα, grosso modo, έχουν ανακοινωθεί και στις περισσότερες άλλες χώρες. Μέτρα, πάντως, που είναι πιο στοχευμένα στην πλευρά της προσφοράς ξεχωρίζουν. Για παράδειγμα, στο Ηνωμένο Βασίλειο ανακοινώθηκαν εφάπαξ επιχορηγήσεις (μη επιστρεπτέες προκαταβολές) ή grants ύψους UKP 10.000 – UKP 25.000 (συνολικά UKP 20 δισ.) για μικρές επιχειρήσεις, ώστε να βοηθηθούν στην πληρωμή ενοικίων και business rates (φόροι στο δικαίωμα να ασκείς εμπορική δραστηριότητα που, συνήθως, ανέρχονται στο 50% του ετήσιου επιτοκίου). Επίσης, ανακοινώθηκε πρόγραμμα διατήρησης της απασχόλησης, ώστε να αποφευχθούν μαζικές απολύσεις, με το κράτος να καταβάλει το 80% των μισθών σε εργαζόμενους που πλήττονται και διαφορετικά θα απολύονταν, μέχρι ενός ποσού UKP 2.500 τον μήνα. Το κόστος υπολογίζεται από τους Financial Times σε UKP 43 δισ. ή 2% του ΑΕΠ για την στήριξη 1 εκατ. εργαζομένων.
Όσον αφορά στις ΗΠΑ, αναμένεται άμεσα να γίνει νόμος η συμφωνία που επιτεύχθηκε (24/03/2020) μεταξύ Ρεπουμπλικάνων και Δημοκρατικών για την στήριξη της οικονομίας με USD 2 τρισ. (ή 10% του ΑΕΠ). Μεταξύ άλλων, προβλέπεται ποσό ύψους USD 500 δισ. να τεθεί στην διάθεση του Υπουργείου Οικονομικών για την στήριξη κλάδων της οικονομίας που πλήττονται (USD 50 δισ. για αεροπορικές εταιρείες), την μεταφορά πόρων σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, σε νοσοκομεία κ.ο.κ. Προβλέπεται, επίσης, η πληρωμή των μισθών εργαζομένων σε κλάδους που πλήττονται και δεν απολύονται, για μέχρι και 4 μήνες. Κυρίως, όμως, ξεχωρίζει το μέτρο της εφάπαξ καταβολής USD 1.200 σε κάθε πολίτη με εισόδημα μέχρι USD 75.000 τον χρόνο (USD 2.400 για ζευγάρι μέχρι USD 150.000 τον χρόνο), και USD 500 για κάθε παιδί, με την βοήθεια να μειώνεται σταδιακά και να μηδενίζεται για USD 99.000 ατομικό εισόδημα. Το μέτρο αυτό υπολογίζεται να κοστίσει περί τα USD 250 δισ.
Πρόσθετες ενισχύσεις
Σε κάθε περίπτωση, τα μέτρα που έχει λάβει η ελληνική κυβέρνηση πιθανώς να χρειαστεί να συμπληρωθούν με νέα, σε περίπτωση που η εξάπλωση της επιδημίας του κορωνοϊού δεν περιοριστεί μέσα στον Απρίλιο. Ήδη, σύμφωνα με την τοποθέτηση του Υπουργού Εργασίας στην Ολομέλεια της Βουλής την 19η Μαρτίου 2020, τις πρώτες 19 ημέρες του Μαρτίου 2020 το ισοζύγιο προσλήψεων – απολύσεων ήταν αρνητικό κατά 41 χιλ. θέσεις, έναντι θετικού ισοζυγίου κατά 43,4 χιλ. τον Μάρτιο του 2019 και κατά 55,5 χιλ. τον Μάρτιο του 2018.
Επιπρόσθετα, κατά την εξειδίκευση των παραπάνω μέτρων (Δελτίο Τύπου Υπουργείου Οικονομικών 24/03/2020) ο Υπουργός Οικονομικών προανήγγειλε νέα μέτρα, αναφέροντας ότι αυτά που έχουν ήδη ανακοινωθεί καλύπτουν 600 χιλ. επιχειρήσεις, 550 χιλ. αυτοαπασχολούμενους και 1,2 εκατ. μισθωτούς (60% του συνόλου των μισθωτών σε ιδιωτικές επιχειρήσεις). Κατά την εκτίμηση του Υπουργείου Οικονομικών, οι αναστολές φορολογικών υποχρεώσεων ξεπερνούν τα €2 δισ., ενώ η αποζημίωση ειδικού σκοπού και η κάλυψη των ασφαλιστικών εισφορών μισθωτών και ελεύθερων επαγγελματιών, διαμορφώνεται επίσης στα €2 δισ. Η συνολική ταμειακή επιβάρυνση ανέρχεται στα €6 δισ. για τον Μάρτιο και τον Απρίλιο και το συνολικό δημοσιονομικό κόστος (μαζί με την επιστρεπτέα προκαταβολή για την ενίσχυση της ρευστότητας επιχειρήσεων, τις επιπρόσθετες δαπάνες για την δημόσια υγεία και το Δώρο Πάσχα προς τους εργαζόμενους στα νοσοκομεία) διαμορφώνεται σε €4,7 δισ., που αντιστοιχεί στο 2,5% του ΑΕΠ (έναντι 2% του ΑΕΠ κατά μέσο όρο στην ΕΕ).
Παράλληλα, η λίστα των κλάδων που πλήττονται ήδη διευρύνεται (επικαιροποιημένη λίστα 24/03/2020), καθώς η μειωμένη ζήτηση λόγω των περιοριστικών μέτρων, σε συνδυασμό με την αναμενόμενη πτώση της εξωτερικής ζήτησης, θα επηρεάσει σημαντικά και άλλους κλάδους, ιδίως της μεταποίησης, όπου απασχολούνται 350 χιλ. περίπου εργαζόμενοι, εκ των οποίων οι 293 χιλ. είναι μισθωτοί με μέσες μηνιαίες (Χ14 μήνες) μικτές αμοιβές €1.562 (περιλαμβανομένων των εργοδοτικών εισφορών, Δ05).