Όριο 1.500 ευρώ στη φορολογική απαλλαγή για τις ετήσιες εισφορές και κλιμακούμενους συντελεστές φορολόγησης των εφάπαξ ή των συντάξεων από τα Ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης και τα ομαδικά ασφαλιστήρια, προβλέπει εγκύκλιος του διοικητή της ΑΑΔΕ, Γιώργου Πιτσιλή.
Με την εγκύκλιο αποσαφηνίζεται το φορολογικό καθεστώς των προαιρετικών ασφαλίσεων, καθώς υπήρχε σύγχυση η οποία δρούσε αποτρεπτικά για την ανάπτυξη του θεσμού των Ταμείων Επαγγελματικής Ασφάλισης, ένας θεσμός που προωθεί τα τελευταία χρόνια το υπουργείο Εργασίας και ειδικά ο αρμόδιος υφυπουργός, Πάνος Τσακλόγλου.
Αναλυτικότερα, η εγκύκλιος 2060/2024 του διοικητή της ΑΑΔΕ, Γιώργου Πιτσιλή, αφορά σε φυσικά πρόσωπα ασφαλισμένα σε Ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης προαιρετικής ασφάλισης, στα ταμεία που λειτουργούν ως Ν.Π.Δ.Δ. ή κλάδοι αυτών που χορηγούν παροχές, στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις που παρέχουν ομαδικά συνταξιοδοτικά ασφαλιστήρια συμβόλαια, στις επιχειρήσεις που συνάπτουν τέτοια συμβόλαια για τους εργαζομένους τους και στους δικαιούχους τέτοιων συμβολαίων.
Τα ποσά των εισφορών στα ανωτέρω ταμεία απαλλάσσονται του φόρου εισοδήματος, όταν το ύψος τους είναι μέχρι το 20% του ετήσιους εισοδήματος και μέχρι ποσού 1.500 ευρώ ετησίως. Όταν το ποσό των ετήσιων ασφαλίστρων σε ΤΕΑ ή εκείνα που προκύπτουν από ομαδικά συνταξιοδοτικά ασφαλιστήρια συμβόλαια, υπερβαίνει το 20% των ετήσιων αποδοχών, τότε το επιπλέον ποσό προστίθεται στο φορολογητέο εισόδημα του εργαζόμενου.
Σε περίπτωση που καταβάλλονται για ένα εργαζόμενο παράλληλα εντός του ίδιου έτους εισφορές σε ΤΕΑ προαιρετικής ασφάλισης ή σε ταμεία που λειτουργούν ως Ν.Π.Δ.Δ., σε ομαδικά συνταξιοδοτικά ασφαλιστήρια συμβόλαια /και ασφάλιστρα στο πλαίσιο ομαδικών ασφαλιστηρίων συμβολαίων, τα ποσά που καταβάλλονται αθροίζονται και λαμβάνονται υπόψη σωρευτικά για τη διαπίστωση τυχόν υπέρβασης του ορίου του ποσοστού είκοσι τοις εκατό (20%) επί του ακαθάριστου εισοδήματος από μισθωτή εργασία. Το υπερβάλλον ποσό που επιστρέφεται στον εργαζόμενο και συνυπολογίζεται στο εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις και φορολογείται κατά τα οριζόμενα στις οικείες διατάξεις.
Το όριο των 1.500 ευρώ
Προσοχή απαιτεί ο χειρισμός του ορίου των 1.500 ευρώ ανά εργαζόμενο, για την ιατροφαρμακευτική και νοσοκομειακή κάλυψή του ή για την κάλυψη του κινδύνου ζωής ή ανικανότητάς του εργαζομένου.
Η εγκύκλιος του κ. Πιτσιλή διευκρινίζει πως, από το εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις του εργαζομένου εξαιρούνται οι εισφορές ή/και τα ασφάλιστρα, κατά περίπτωση, που καταβάλλονται είτε από τον ίδιο τον εργαζόμενο είτε από τον εργοδότη για λογαριασμό του εργαζομένου, για την ιατροφαρμακευτική και νοσοκομειακή κάλυψη αυτού ή για την κάλυψη του κινδύνου ζωής ή ανικανότητάς του, μέχρι του ποσού των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ ετησίως ανά εργαζόμενο.
Το εν λόγω όριο των 1.500 ευρώ αφορά σωρευτικά τις εισφορές ή/και τα ασφάλιστρα (εργοδότη ή/και εργαζομένου) που καταβάλλονται σε ΤΕΑ προαιρετικής ασφάλισης ή/και στο πλαίσιο ομαδικών ασφαλιστηρίων συμβολαίων, αντίστοιχα και επομένως το άθροισμα των εισφορών ή/και ασφαλίστρων που καταβάλλονται ανά εργαζόμενο.
Επισημαίνεται ότι στην εξαίρεση αυτή, δεδομένου ότι αφορά την ιατροφαρμακευτική και νοσοκομειακή κάλυψη του εργαζομένου, δεν συμπεριλαμβάνονται ποσά εισφορών ή /και ασφαλίστρων που τυχόν καταβάλλονται είτε από τον εργαζόμενο είτε από τον εργοδότη για την ασφάλιση των συγγενικών προσώπων του εργαζομένου. Όμως:
Σε περίπτωση που τα εν λόγω ποσά εισφορών ή/και ασφαλίστρων, υπερβαίνουν το όριο των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ, το υπερβάλλον ποσό δεν εξαιρείται από τον υπολογισμό του εισοδήματος του εργαζόμενου από μισθωτή εργασία και συντάξεις.
Εάν το υπερβάλλον ποσό εισφορών ή/και ασφαλίστρων έχει καταβληθεί από τον εργοδότη αποτελεί παροχή σε είδος και αφού συναθροιστεί με τις λοιπές παροχές σε είδος, προστίθεται στο φορολογητέο εισόδημά του εργαζομένου, εφόσον η συνολική αξία των παροχών που λαμβάνει ο εργαζόμενος ετησίως υπερβαίνει το ποσό των 1.500 ανά φορολογικό έτος και μόνο για το υπερβάλλον ποσό.
Το ίδιο όριο ισχύει και για τις περιπτώσεις φορολογουμένων που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα και καταβάλλουν εισφορές ή ασφάλιστρα στο πλαίσιο ομαδικών ασφαλιστηρίων συμβολαίων που συνάπτονται μεταξύ ασφαλιστικών εταιρειών και των επιχειρήσεων στις οποίες παρέχουν τις υπηρεσίες τους. Τα ποσά έως 1.500 ευρώ εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά τους.
Η φορολόγηση των παροχών
Αναφορικά με τη φορολόγηση των συνταξιοδοτικών παροχών που καταβάλλονται στο πλαίσιο ομαδικών ασφαλιστήριων συνταξιοδοτικών συμβολαίων και από Ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης προαιρετικής ασφάλισης και ταμεία που λειτουργούν ως Ν.Π.Δ.Δ. η εγκύκλιος του διοικητή της ΑΑΔΕ, διευκρινίζει, πως το ασφάλισμα που καταβάλλεται, φορολογείται αυτοτελώς ως εξής:
- Για ασφάλισμα που αντιστοιχεί σε έως πέντε (5) έτη ασφάλισης, με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%), εφόσον καταβάλλεται με τη μορφή περιοδικής παροχής και με συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%), εφόσον καταβάλλεται εφάπαξ.
- Για ασφάλισμα που αντιστοιχεί σε περισσότερα από πέντε (5) και έως δέκα (10) έτη ασφάλισης, με συντελεστή επτάμιση τοις εκατό (7,5%), εφόσον καταβάλλεται με τη μορφή περιοδικής παροχής και με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%), εφόσον καταβάλλεται εφάπαξ.
- Για ασφάλισμα που αντιστοιχεί σε περισσότερα από δέκα (10) και έως είκοσι (20) έτη ασφάλισης, με συντελεστή πέντε τοις εκατό (5%), εφόσον καταβάλλεται με τη μορφή περιοδικής παροχής και με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%), εφόσον καταβάλλεται εφάπαξ.
- Για ασφάλισμα που αντιστοιχεί σε περισσότερα από είκοσι (20) έτη ασφάλισης, με συντελεστή δυόμιση τοις εκατό (2,5%), εφόσον καταβάλλεται με τη μορφή περιοδικής παροχής και με συντελεστή πέντε τοις εκατό (5%), εφόσον καταβάλλεται εφάπαξ.
Παράλληλα, οι ανωτέρω συντελεστές, κατά περίπτωση, προσαυξάνονται κατά 50% σε περίπτωση είσπραξης από τον δικαιούχο ποσού πρόωρης εξαγοράς. Ειδικά για τα πρόσωπα που ασφαλίστηκαν μετά τα 55 έτη, οι συντελεστές προσαυξάνονται κατά 5% για κάθε έτος που υπολείπεται των 5 ετών ασφάλισης.
Ωστόσο, δεν θεωρείται πρόωρη εξαγορά κάθε καταβολή που:
- Πραγματοποιείται σε εργαζόμενο ο οποίος έχει θεμελιώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα ή έχει υπερβεί το εξηκοστό (60ό) έτος της ηλικίας του, ή
- Γίνεται χωρίς τη βούληση του εργαζόμενου, όπως σε περίπτωση απόλυσης του εργαζόμενου ή πτώχευσης του εργοδότη, ή
- Πραγματοποιείται λόγω συμμετοχής του εργαζόμενου σε πρόγραμμα εθελουσίας εξόδου.
Ο επενδυτικός κίνδυνος
Ακόμη, για προγράμματα συνταξιοδοτικών παροχών των οποίων τα μέλη φέρουν τον επενδυτικό κίνδυνο, η προκαταβολή συνταξιοδοτικής παροχής προβλέπεται σε περιπτώσεις που τα μέλη ΤΕΑ συνεχίζουν να απασχολούνται, δηλαδή εξακολουθούν να είναι ασφαλισμένα, πλην όμως έχουν συμπληρώσει:
- είτε (α) το 62ο της ηλικίας τους
- είτε (β) το 55ο έτος της ηλικίας τους και 20 έτη ασφάλισης.
Δεδομένου ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση πληρούνται οι ελάχιστες προϋποθέσεις λήψης της παροχής, δηλ. τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα θα μπορούσαν ούτως ή άλλως να λάβουν το σύνολο της συνταξιοδοτικής παροχής τους, δύνανται, εάν επιθυμούν να παραμείνουν ασφαλισμένα στο ΤΕΑ λόγω ενεργής επαγγελματικής δραστηριότητας, να λάβουν μέχρι το 50% της αξίας του ατομικού λογαριασμού τους, ως προκαταβολή, και να αφήσουν το υπόλοιπο να σωρεύεται ώστε να λάβουν στο μέλλον την αναλογούσα παροχή.
Για τους λόγους αυτούς, η χρήση της σχετικής δυνατότητας δεν αποτελεί πρόωρη λήψη της παροχής και δεν επιβάλλεται στην περίπτωση αυτή η προσαύξηση των φορολογικών συντελεστών κατά 50%.
Όμως, η πρόωρη λήψη της συνταξιοδοτικής παροχής παρέχεται στα μέλη ως καταστατική δυνατότητα εφόσον έχουν διανυθεί 15 έτη ασφάλισης, χωρίς ηλικιακή προϋπόθεση και επισύρει την προσαύξηση των φορολογικών συντελεστών κατά πενήντα τοις εκατό (50%).
Τα έτη ασφάλισης
Ως προς τον υπολογισμό των ετών ασφάλισης σε ΤΕΑ προαιρετικής ασφάλισης, σε ΝΠΔΔ και σε ομαδικά ασφαλιστήρια συνταξιοδοτικά συμβόλαια ισχύουν τα οριζόμενα από την οικεία νομοθεσία για τον χρόνο ασφάλισης που λαμβάνεται υπόψη για την θεμελίωση της συνταξιοδοτικής παροχής στα ανωτέρω ταμεία.
Για την εξεύρεση των ετών ασφάλισης, λαμβάνεται υπόψη το σύνολο του χρόνου που έχει διανυθεί σε διαφορετικές χρονικές περιόδους στο πλαίσιο ομαδικού ασφαλιστηρίου συνταξιοδοτικού συμβολαίου ή σε ΤΕΑ προαιρετικής ασφάλισης ή σε ΝΠΔΔ, για τη λήψη της παροχής από κάθε ένα, εκτός εάν οι χρονικές περίοδοι ταυτίζονται, οπότε θα ληφθούν υπόψη μία φορά.
Εφόσον καταβληθεί η παροχή, χρόνος που λήφθηκε υπόψη για τον υπολογισμό του φόρου που αντιστοιχεί σε αυτή δεν προσμετράται εκ νέου για τη φορολόγηση μελλοντικής παροχής στο πλαίσιο μεταγενέστερης ασφάλισης σε ΤΕΑ προαιρετικής ασφάλισης ή ΝΠΔΔ ή ομαδικό ασφαλιστήριο συνταξιοδοτικό συμβόλαιο. Αντίθετα, εάν δεν καταβλήθηκε παροχή ή για αυτή που καταβλήθηκε, δεν λήφθηκε υπόψη το σχετικό χρονικό διάστημα για τη φορολόγησή της, σε περίπτωση μεταγενέστερης καταβολής θα προσμετρηθεί ο χρόνος αυτός υπό την ανωτέρω αναφερόμενη προϋπόθεση, ότι δεν ταυτίζεται με άλλη χρονική περίοδο που λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό του φόρου της μεταγενέστερης παροχής.
Επομένως, σε περίπτωση που καταβλήθηκε παροχή πριν την 1-1-2024 οπότε ως προς την επιβολή του φόρου εισοδήματος εφαρμόσθηκαν οι προϊσχύουσες διατάξεις και επομένως δεν λήφθηκαν υπόψη τα έτη ασφάλισης που είχαν διανυθεί (στο πλαίσιο ομαδικού ασφαλιστηρίου συνταξιοδοτικού συμβολαίου ή σε ΤΕΑ προαιρετικής ασφάλισης ή σε ΝΠΔΔ, τα έτη ασφάλισης αυτά θα ληφθούν υπόψη σε περίπτωση καταβολής παροχής από 1-1-202, για τη φορολόγηση ή την απαλλαγή τους.
Ως προς την προσαύξηση των συντελεστών σε περίπτωση πρόωρης εξαγοράς/ρευστοποίησης ή/και ασφάλισης μετά τα πενήντα πέντε (55) έτη, διευκρινίζονται τα εξής:
- Δεν αποτελούν πρόωρη ρευστοποίηση ατομικού λογαριασμού, η καταβολή και η προκαταβολή παροχών, εφόσον πληρούνται οι οριζόμενες στις διατάξεις αυτές προϋποθέσεις λήψης της συνταξιοδοτικής παροχής. Ωστόσο, σε περίπτωση που ορίζονται στο καταστατικό των ΤΕΑ προαιρετικής ασφάλισης, αυστηρότερες από τις ως άνω προϋποθέσεις, θα λαμβάνονται κατά περίπτωση υπόψη οι προϋποθέσεις αυτές.
- Σε περίπτωση που φορολογούμενος ασφαλίστηκε μετά τα 55 έτη και εισέπραξε κανονικά (όχι πρόωρα) τη σχετική συνταξιοδοτική παροχή, οι συντελεστές φόρου θα προσαυξηθούν κατά 5% για κάθε έτος που υπολείπεται των πέντε (5) ετών ασφάλισης.
- Σε περίπτωση πρόωρης εξαγοράς ομαδικού ασφαλιστηρίου συνταξιοδοτικού συμβολαίου ή πρόωρης ρευστοποίησης ατομικού λογαριασμού ΤΕΑ προαιρετικής ασφάλισης ή ΝΠΔΔ, από φορολογούμενο που ασφαλίστηκε μετά τα 55 έτη, εφαρμόζονται αθροιστικά οι κατά περίπτωση οι προσαυξήσεις των συντελεστών.
Παραδείγματα
- Έστω φορολογούμενος που ασφαλίσθηκε σε ομαδικό ασφαλιστήριο συνταξιοδοτικό συμβόλαιο, ηλικίας 59 ετών, προβαίνει σε πρόωρη εξαγορά μετά από ένα έτος αφού έχει συμπληρώσει το εξηκοστό έτος και λαμβάνει εφάπαξ παροχή. Στην προκειμένη περίπτωση εφαρμόζεται ο συντελεστής είκοσι τοις εκατό (20%) για την εφάπαξ καταβολή, προσαυξημένος κατά 5%Χ4 έτη που υπολείπονται της πενταετίας. Επομένως, στην περίπτωση αυτή για τη φορολόγηση της εφάπαξ παροχής θα εφαρμοσθεί συντελεστής 24%. Επισημαίνεται ότι, στην περίπτωση αυτή δεν εφαρμόζεται η προσαύξηση κατά πενήντα τοις εκατό (50%) του προτελευταίου εδαφίου της παρ. 4α του άρθρου 15 του ΚΦΕ, καθώς ο ασφαλισμένος κατά το χρόνο εξαγοράς έχει υπερβεί το 60ό έτος της ηλικίας.
- Έστω φορολογούμενος που ασφαλίσθηκε σε ομαδικό ασφαλιστήριο συνταξιοδοτικό συμβόλαιο, ηλικίας 58 ετών, και δεν έχει θεμελιώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα, προβαίνει σε πρόωρη εξαγορά μετά από ένα έτος σε ηλικία 59 ετών και λαμβάνει εφάπαξ παροχή. Στην προκειμένη περίπτωση εφαρμόζεται ο συντελεστής είκοσι τοις εκατό (20%) για την εφάπαξ καταβολή της περ. (i) της παρ. 4α του άρθρου 15 ΚΦΕ, προσαυξημένος κατά 50% λόγω πρόωρης εξαγοράς + 5%*4 έτη που υπολείπονται της πενταετίας= 70%. Επομένως στην περίπτωση αυτή για τη φορολόγηση της εφάπαξ παροχής θα εφαρμοσθεί συντελεστής 34%.