Σε «κούρεμα» της διαδικασίας ανάλωσης κεφαλαίου, μέσω της οποία καλύπτονται οι τεκμαρτές δαπάνες διαβίωσης και το πόθεν έσχες, προχωρεί το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, διαβλέποντας παράθυρα φοροδιαφυγής μέσω της συγκεκριμένης μεθόδου.
Στην ανάλωση κεφαλαίου καταφεύγουν οι φορολογούμενοι, όταν οι τεκμαρτές δαπάνες του τρέχοντος φορολογικού έτους είναι υψηλότερες των πραγματικών εισοδημάτων ή προβαίνει στην απόκτηση περιουσιακού στοιχείου.
Ο φορολογούμενος που θα διαπιστώσει ότι έχει πρόβλημα τεκμηρίων, εφόσον στο παρελθόν δήλωνε υψηλά εισοδήματα μπορεί να τα επικαλεστεί προκειμένου να αποφύγει τη φορολόγηση με βάση το τεκμήριο. Όμως το ΥΠΕΘΟ ετοιμάζει τρεις παρεμβάσεις, με τις οποίες ψαλιδίζεται το όφελος της συγκεκριμένης μεθόδου.
Πώς λειτουργεί
Σύμφωνα με τη νομοθεσία, ο φορολογούμενος μπορεί να επικαλεστεί εισοδήματα δεκαετιών, χωρίς κανένα περιορισμό, ακόμη και από το πρώτο έτος που υπέβαλε φορολογική δήλωση και να υποστηρίξει ότι τα τεκμήρια καλύπτονται από το απόθεμα των δηλωθέντων εισοδημάτων του παρελθόντος.
Για το σκοπό αυτό, θα πρέπει να συντάξει σε ένα αρχείο μια «κατάσταση ανάλωσης κεφαλαίου», με τη μορφή πίνακα, που θα περιέχει τρεις τουλάχιστον σειρές και με αριθμό στηλών ίσο με τον αριθμό των παρελθόντων ετών στα οποία ανατρέχει συν μία ακόμη στήλη για τα σύνολα των ποσών όλων των ετών.
Ειδικότερα:
Στην πρώτη σειρά κάθε στήλης πρέπει να αναγράψει τα εισοδήματα και τα έσοδα που δήλωσε στη φορολογική δήλωση του κάθε έτους, στη δεύτερη σειρά τα ποσά των τεκμηρίων του ιδίου έτους τα οποία αφαιρούνται και στην τρίτη σειρά το υπόλοιπο εναπομείναν «κεφάλαιο» που μπορεί να επικαλεστεί για το ίδιο έτος.
Στην τελευταία στήλη του πίνακα θα πρέπει να αναγράφονται, ως αθροίσματα, στην πρώτη σειρά τα συνολικά ποσά εισοδημάτων και εσόδων όλων των παρελθόντων ετών που επικαλείται ο φορολογούμενος, στη δεύτερη σειρά τα συνολικά ποσά τεκμηρίων που εκπίπτουν από τα εισοδήματα και έσοδα όλων των ετών και στην τρίτη σειρά το συνολικό εναπομείναν «κεφάλαιο προς ανάλωση» από όλα τα παρελθόντα έτη.
Τα ποσά που αναγράφονται στον πίνακα αυτόν, θα πρέπει να αποδεικνύονται από τα δεδομένα των φορολογικών δηλώσεων των παρελθόντων ετών που θα επικαλεστεί ο φορολογούμενος. Τις δηλώσεις που υποβλήθηκαν από το 2003 και μετά (χρήση 2002) μπορεί να τις αναζητήσει στο αρχείο του Taxisnet. Αν επικαλεστεί εισοδήματα παλαιότερων ετών, τότε θα πρέπει να έχει αντίγραφα ο ίδιος ή να τα αναζητήσει στην οικεία ΔΟΥ.
Από το άθροισμα που θα προκύψει, αφαιρούνται τα ποσά που ελήφθησαν υπόψη στις ίδιες φορολογικές δηλώσεις ως τεκμήρια διαβίωσης (για κατοικίες, Ι.Χ. αυτοκίνητα, πισίνες, σκάφη, υπηρετικό προσωπικό κ.λπ.), καθώς και τα ποσά που δήλωσε στις ίδιες δηλώσεις ότι δαπάνησε για να αποκτήσει περιουσιακά στοιχεία (ακίνητα, Ι.Χ. αυτοκίνητα, σκάφη, κινητά αντικείμενα μεγάλης αξίας κ.λπ.).
Το ποσό που θα απομείνει είναι το «κεφάλαιο» των προηγούμενων ετών που μπορεί ο φορολογούμενος να επικαλεστεί για να καλύψει τη διαφορά τεκμηρίων.
Ακόμη, κάθε φορά που χρησιμοποιείται ένα ποσό για την κάλυψη τεκμηρίων ενός έτους, το ποσό αυτό αφαιρείται από το συνολικό άθροισμα και για τα επόμενα έτη το απόθεμα μειώνεται.
Για παράδειγμα, εάν έχει σχηματιστεί απόθεμα εισοδημάτων προηγουμένων φορολογικών ετών ύψους 100.000 ευρώ, και χρησιμοποιηθεί ένα έτος το ποσό των 20.000 ευρώ, τότε απομένουν 80.000 ευρώ για τα επόμενα «δύσκολα» έτη.
Τι θα αλλάξει
Με το υφιστάμενο σύστημα, από το «κεφάλαιο» των προηγουμένων φορολογικών ετών αφαιρούνται μόνο τα ετήσια τεκμήρια. Με τις αλλαγές που σχεδιάζει του υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, θα περιοριστεί σημαντικά το διαθέσιμο ποσό που μπαίνει στον «κουμπαρά» κάλυψης των τεκμηρίων.
Συγκεκριμένα, οι αλλαγές που δρομολογούνται είναι:
Τέλος τα μετρητά: Οι φορολογούμενοι που θα επικαλεστούν ανάλωση εισοδήματος, θα πρέπει να αποδείξουν ότι είναι υπαρκτά τα κεφάλαια. Στο πλαίσιο αυτό, η εφορία θα δέχεται ποσά φορολογικών αποταμιεύσεων, μόνο εφόσον υπάρχουν στο τραπεζικό σύστημα και δεν θα μπορεί ο φορολογούμενος να επικαλεστεί κεφάλαια τα οποία τα είχε σε μετρητά στο «στρώμα».
Σήμερα υπάρχει μια διχογνωμία στις φορολογικές υπηρεσίες, σχετικά με την αντιμετώπιση των φορολογουμένων που επικαλούνται μετρητά για την ανάλωση κεφαλαίου και ορισμένες φορές τα αποδέχονται και άλλες τα απορρίπτουν και ζητούν τεκμηρίωση της ύπαρξης των ποσών με στοιχεία των τραπεζών, που φυσικά δεν υπάρχουν.
Με τη νέα ρύθμιση, το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών φιλοδοξεί να αποσαφηνίσει το πλαίσιο και να εισάγει διάταξη η οποία θα προβλέπει πως θα αναγνωρίζονται μόνο τα «φορολογικά αποθέματα» που βρίσκονται εντός του τραπεζικού συστήματος και όχι σε μετρητά.
Αφαίρεση όλων των δαπανών: Από το δηλωθέν εισόδημα κάθε έτους θα αφαιρούνται, εκτός από τις τεκμαρτές δαπάνες και όλες οι ετήσιες δαπάνες που πραγματοποίησε ο φορολογούμενος για τοκοχρεολύσια δανείων, ενοίκια, ασφάλιστρα, αγορές καταναλωτικών αγαθών, λογαριασμοί τηλεφωνίας, ρεύματος, όπως και οι πληρωμές φόρων. Με τον τρόπο αυτό το διαθέσιμο ποσό που θα απομένει για να κτίζεται το απόθεμα της ανάληψης κεφαλαίων προηγουμένων ετών θα περιοριστεί δραματικά, αλλά στο υπουργείο Οικονομικών εκτιμούν ότι θα είναι πιο δίκαιη η μέθοδος.
Περιορισμός των ετών επίκλησης: Θα περιοριστούν τα έτη στα οποία μπορεί να ανατρέξει ο φορολογούμενος για επικαλεστεί εισοδήματα, ενδεχομένως μέχρι τα 10 – 15 έτη.
Στόχος είναι οι συγκεκριμένες αλλαγές να ισχύσουν από τις δηλώσεις που θα υποβληθούν το έτος 2025, ενώ υπό μελέτη είναι εάν θα έχουν αναδρομική εφαρμογή ή όχι.