«Ανάσα» ενδέχεται να πάρουν το επόμενο διάστημα οι συνδρομητές τηλεόρασης και οι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι, καθώς έχει επανέλθει η συζήτηση για την κατάργηση του τέλους 10% στη συνδρομητική τηλεόραση, με το οικονομικό επιτελείο να της κυβέρνησης να δείχνει ανοιχτό σε αυτή την πρόταση.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το οικονομικό επιτελείο εξετάζει την κατάργηση του τέλους στη συνδρομητική. Κάτι που αποτελεί και πάγιο αίτημα των παρόχων, ενώ και το δημοσιονομικό όφελος δεν είναι μεγάλο και υπολογίζεται σε περίπου 30 εκατ. ευρώ. Το μέτρο είχε επιβληθεί ως μνημονιακή υποχρέωση το καλοκαίρι του 2016 και είχε ανασταλεί από το φθινόπωρο του 2020 λόγω της πανδημίας, ενώ επέστρεψε τον Ιούνιο του 2022 συναντώντας τη σθεναρή αντίδραση των παρόχων.
Υπενθυμίζουμε πως η Ένωση Εταιρειών Κινητής Τηλεφωνίας (ΕΕΚΤ) με επιστολή της το περασμένο καλοκαίρι είχε ζητήσει την παράταση της άρσης τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2023, σημειώνοντας ότι η επιβολή του τέλους επιβαρύνει ακόμα περισσότερο τα ελληνικά νοικοκυριά, ενώ αποτελεί και άδικη αντιμετώπιση των ελληνικών εταιρειών συνδρομητικής τηλεόρασης, ωστόσο το αίτημα αυτό δεν εισακούστηκε από την κυβέρνηση.
Είχε επισημάνει πως είναι άδικη η επιβολή του τέλους καθώς δεν επιβάλλεται σε όσους δεν έχουν έδρα στη χώρα υπογραμμίζοντας πως «κατά αυτόν τον τρόπο δημιουργείται ένα άνισο περιβάλλον, όπου παραβιάζονται οι βασικές αρχές ανταγωνισμού με το βάρος του τέλους να επιβάλλεται μόνο στις ελληνικές επιχειρήσεις».
Όπως αναφέρουν στελέχη του τηλεπικοινωνιακού κλάδου στο BD, «θα έπρεπε να έχει καταργηθεί εδώ και καιρό το τέλος. Δεν γίνεται το Netflix και το Disney+ και οι άλλες πλατφόρμες streaming να μην πληρώνουν και οι Έλληνες πάροχοι να πληρώνουν. Αν θέλεις να κρατήσεις ίσες αποστάσεις θα πρέπει να μην πληρώνει κανείς ή να πληρώνουν όλοι. Δεν γίνεται να υπάρχουν δυο μέτρα και δυο σταθμά», τονίζοντας πως πλέον «οι πάροχοι τα έχουν αναλύσει σε όλα τα επιτελεία και σε κάθε κυβέρνηση και σε όλους τους υπουργούς. Στο χέρι της κυβέρνησης είναι τι θα κάνει και τι θα αποφασίσει».
Σύμφωνα με πληροφορίες, κάποιοι από τους παρόχους φέρεται να έχουν ρίξει στο τραπέζι και τη σκέψη για αλλαγή της φορολογικής τους έδρας με στόχο να αντιμετωπιστούν επί ίσοις όροις με τις διεθνείς πλατφόρμες που δεν πληρώνουν φόρο στην Ελλάδα, «αλλά λαμβάνουν χρήματα από το Δημόσιο, σε περίπτωση που κάνουν μια παραγωγή στη χώρα μας».
Με τη συνδρομητική τηλεόραση να δείχνει πως ανακάμπτει το 2023, τονίζουν πως η οριστική κατάργηση του τέλους μπορεί να δώσει νέα πνοή στην αγορά και να ενισχύσει το θετικό μομέντουμ που έχει δημιουργηθεί, ενώ θα διευκολύνει και την περαιτέρω μείωση των τιμών, καθώς μέχρι σήμερα οι φόροι που επιβάλλονται και φτάνουν το 45% του λογαριασμού δεν άφηναν πολλά περιθώρια για τιμολογιακούς ελιγμούς.
Αναφέρουν επίσης πως η υψηλή φορολογία που υπάρχει, εκτός από τις συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού που δημιουργεί με τις διεθνείς πλατφόρμες όπως το Netflix και το Disney+, οδηγεί τους καταναλωτές στην πειρατεία, παρά το γεγονός ότι πλέον κινδυνεύουν και αυτοί να βρεθούν υπόλογοι έναντι του νόμου.
Αναγκαίο να υπάρξει δίκαιος ανταγωνισμός
Παράλληλα σημειώνουν πως «δύο από τους βασικότερους ανασταλτικούς παράγοντες για την ανάπτυξη της συνδρομητικής στην Ελλάδα είναι η πειρατεία και το τέλος της συνδρομητικής που είναι επιπλέον 3-4 ευρώ σε κάθε λογαριασμό. Αν αυστηροποιηθεί το πλαίσιο και αν καταργηθεί το τέλος θα μπορούσε να δώσει το έναυσμα στους καταναλωτές να στραφούν πιο εύκολα στη συνδρομητική και επίσης μπορεί να οδηγήσει σε πτώση των τιμών».
Τονίζουν πως υπάρχει ανάγκη να ληφθούν μέτρα ώστε να υπάρξουν δίκαιες συνθήκες που θα επιτρέψουν και να μεγαλώσει η πίτα των συνδρομητών, επισημαίνοντας πως αν και οι πλατφόρμες όπως το Netflix άλλαξαν τον τρόπο που βλέπουμε τηλεόραση και ανέβασαν τον πήχη των απαιτήσεων των καταναλωτών για ποιοτικό περιεχόμενο, δεν έχουν καμία συνεισφορά στην ελληνική οικονομία.
Την ίδια στιγμή οι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι προχωρούν σε επενδύσεις για εμπλουτισμό του περιεχομένου, πραγματοποιούν δικές τους παραγωγές ενισχύοντας το εισόδημα εκατοντάδων εργαζομένων, και συνεισφέρουν στα έσοδα του κράτους και μέσω της φορολόγησης των εσόδων τους.
Από την άλλη πλευρά, κολοσσοί με έσοδα δισεκατομμυρίων, χάρη στη φορολογική ελευθερία που έχουν, έχουν την δυνατότητα να προσφέρουν πολύ χαμηλές τιμές συνδρομών, συμπιέζοντας περαιτέρω τα περιθώρια κέρδους, ενώ παράλληλα λειτουργούν σε καθεστώς αδιαφάνειας καθώς κανείς δεν γνωρίζει τον αριθμό των συνδρομητών που έχουν αφού δεν εμφανίζονται στα επίσημα στοιχεία της ΕΕΤΤ.
Ωστόσο στελέχη του τηλεπικοινωνιακού κλάδου υπογραμμίζουν ότι είναι έτοιμοι να αντιμετωπίσουν τον αυξανόμενο ανταγωνισμό έχοντας ως οδηγό το αθλητικό περιεχόμενο αλλά και βάζοντας στο κάδρο νέες συνεργασίες και παραγωγές που θα ενισχύσουν το χαρτοφυλάκιό τους προσφέροντας μια ολιστική εμπειρία στον καταναλωτή που δεν μπορούν να προσφέρουν οι άλλες πλατφόρμες.