«Προχθές έφαγα δύο πάστες στου Μιλάνου, στην Κηφισιά. Την πρώτη την πλήρωσα 16 εκατομμύρια, τη δεύτερη, αμέσως μετά, ούτε πέντε λεπτά δεν είχαν περάσει, 20 εκατομμύρια».
Αυτά έγραφε η Ελένη Βλάχου στο ημερολόγιό της τον Αύγουστο του 1944, περιγράφοντας μια κατάσταση που εμείς σήμερα δύσκολα μπορούμε να φανταστούμε. Είναι αδιανόητη η νομισματική αναταραχή που επικράτησε στην κατοχή με την ανεξέλεγκτη εκτύπωση χαρτονομισμάτων, χαρτονομίσματα που τελικά έπαψαν να έχουν ουσιαστική αξία: εκατομμύρια κόστιζε μια πάστα!
Και όμως ένα σημαντικό μέρος των συμπολιτών μας πίστευε και εξακολουθεί να πιστεύει –το 26,3% σύμφωνα με την έρευνα της διαΝΕΟσις επιλέγει την επιστροφή στη δραχμή - ότι όλα θα είχαν λυθεί και η κρίση θα είχε ξεπεραστεί αν δεν ήμασταν στο ευρώ, αν είχαμε τον «έλεγχο» του νομίσματος.
Καλύτερα με δραχμή και άφραγκοι παρά ευρώ και δούλοι, λέει το σύνθημα με απόλυτη, βίαιη, βεβαιότητα, βεβαιότητα που στηρίζεται σε ένα και μόνο πράγμα: Την άγνοια και την ακραία απλοποίηση της εξαιρετικά σύνθετης και πολύπλοκης πραγματικότητας, η οποία όμως προσφέρει μια πού βολική προοπτική: την μαγική διαφυγή από τα προβλήματα και την κρίση. Καλύτερα με δραχμή και άφραγκος, γράφει στον τοίχο περήφανα μόνο μια μικρή λεπτομέρεια φαίνεται πως διαφεύγει: ότι το άφραγκος μας έχει μείνει κληρονομία από την εποχή της ηρωικής δραχμής, όπου όλοι όμως περίμεναν και ζητούσαν τα γαλλικά φράγκα και όταν τελείωναν, αλλοίμονο, μέναμε "άφραγκοι".
Λες και το χάος στα νοσοκομεία, τα δικαστήρια και τη δικαιοσύνη, η ανεπάρκεια της δημόσιας διοίκησης, τα φακελάκια, η γραφειοκρατία, η θλιβερή κατάσταση των πανεπιστημίων, το πολεοδομικό χάος, η φοροδιαφυγή και άλλα τόσα δεινά που ταλαιπωρούν δεκαετίες τον τόπο θα λύνονταν στη στιγμή αν είχαμε εθνικό νόμισμα.
Όπως εμείς σήμερα αδυνατούμε να συλλάβουμε την νομισματική αποδιοργάνωση που περιέγραφε η Ελένη Βλάχου, έτσι και οι επόμενες γενιές θα αδυνατούν να αντιληφθούν την ανοησία για το πως η χώρα προχώρησε σε μια σύγκρουση με την ΕΕ που παραλίγο να της κοστίσει την παραμονή της στην ευρωζώνη με επιχειρήματα του τύπου «θα δώσουν τα λεφτά, γιατί δεν τους συμφέρει να διαλύσουμε την Ευρωζώνη…».
Θα είναι αδύνατο να συλλάβουν την επιπολαιότητα και την ανευθυνότητα με την οποία η γενιά μας, μια γενιά που είχε την τύχη να ζήσει σε ένα άνευ προηγουμένου επίπεδο ευημερίας στην ιστορία του τόπου, οδήγησε τη χώρα στα βράχια επιδιώκοντας μια μαγική διαφυγή από την πραγματικότητα με οδηγό την έπαρση, την αυθάδεια, την αλαζονεία και την άγνοια.
(Πρώτη δημοσίευση Economistas)