Ήταν μια «αχτίδα αισιοδοξίας», όπως το έθεσε και ο Θόδωρος Σκυλακάκης, τα φορολογικά έσοδα του Αυγούστου, σε μια περίοδο ακραίας πίεσης στον προϋπολογισμό, που θυμίζει έντονα ως τώρα το δημοσιονομικό εκτροχιασμό του 2009. Θα πρέπει, όμως, να τεθεί σε σωστές διαστάσεις και να αποφευχθούν άκαιροι πανηγυρισμοί, κάτι που άλλωστε τόνισε και ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, τονίζοντας ότι δεν αλλάζουν οι προβλέψεις για μειωμένα έσοδα τους επόμενους μήνες.
Τα φορολογικά έσοδα του Αυγούστου, μήνα όπου κατά παράδοση κορυφώνεται η τουριστική κίνηση, ενώ φέτος είχαμε μια πρωτοφανώς ισχνή τουριστική περίοδο, ξεπέρασαν κατά 400 εκατ. ευρώ τις επικαιροποιημένες εκτιμήσεις που είχε κάνει το οικονομικό επιτελείο στα τέλη του Απριλίου, λαμβάνοντας υπόψη τις επιδράσεις της πανδημίας. Ήταν, βέβαια, κατά πολύ χαμηλότερα από τις αρχικές εκτιμήσεις του προϋπολογισμού, πριν ξεσπάσει αυτή η κρίση. Και υπάρχει μια στατιστική ιδιομορφία, στην οποία φαίνεται ότι αποδίδεται αυτή η πολύ καλή επίδοση: όταν έγιναν οι επικαιροποιημένες εκτιμήσεις, τον Απρίλιο, δεν είχε ληφθεί υπόψη η σημαντική καθυστέρηση στην υποβολή των φορολογικών δηλώσεων, που μετέθεσε την πρώτη δόση του φόρου εισοδήματος τον Αύγουστο, τονώνοντας σημαντικά τα έσοδα αυτού του μήνα.
Σε κάθε περίπτωση, ισχύει η διαπίστωση του Θ. Σκυλακάκη, που δημιουργεί κάποια αισιοδοξία για το μέλλον: «Η επίδοση αυτή έχει προφανώς και κάποια συγκυριακά χαρακτηριστικά, όμως με βεβαιότητα αντανακλά στη διατήρηση της κουλτούρας πληρωμών των φυσικών προσώπων και των επιχειρήσεων και στην αυξημένη ρευστότητα που έχει επιτευχθεί στην οικονομία με τα πολλαπλά μέτρα τα οποία έλαβε η Κυβέρνηση».
Με άλλα λόγια, το θετικό στοιχείο είναι ότι οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά δεν έχουν φθάσει σε τέτοια «ασφυξία», ώστε να δούμε μια γενικευμένη αδυναμία στις πληρωμές των φόρων. Ύστερα από ένα lockdown και μια πολύ κακή τουριστική σεζόν, είναι σημαντικό για τη συνέχεια αυτής της οικονομικής και δημοσιονομικής κρίσης το γεγονός ότι οι φορολογούμενοι δεν έχουν φθάσει στο «δεν μπορώ να πληρώσω», ή, ακόμη χειρότερα, στο «δεν πληρώνω».
Αυτό δεν σημαίνει, όμως, ότι υπάρχει τόσο «λίπος» στους φορολογούμενους, ώστε να μην υπάρχει λόγος ανησυχίας για την εξέλιξη των εσόδων τους επόμενους μήνες. Μάλιστα, δεν έχει φύγει από τον ορίζοντα η απειλή ενός νέου lockdown, με ό,τι αυτό θα συνεπαγόταν για τη φοροδοτική ικανότητα των Ελλήνων. Το σπουδαιότερο, όμως, είναι ότι οι δαπάνες που καλείται να χρηματοδοτήσει η Πολιτεία για την αντιμετώπιση της πανδημίας είναι τεράστιες και, όση αντοχή και αν δείχνουν οι φορολογούμενοι, που ήδη είναι εξαντλημένοι από την προηγούμενη, δεκαετή κρίση, ο προϋπολογισμός θα εμφανίσει πολύ μεγάλο έλλειμμα φέτος, τουλάχιστον 6% του ΑΕΠ, ενώ είναι πολύ δύσκολες οι προβλέψεις για τον επόμενο χρόνο, παρότι τα στελέχη του οικονομικού επιτελείου δηλώνουν ότι δεν θα είναι δύσκολο να μειωθεί το έλλειμμα στο μηδέν (για πλεόνασμα, ούτε λόγος).
Καλό είναι λοιπόν ότι οι φορολογούμενοι πήγαν τον Αύγουστο στο ταμείο της εφορίας και έδωσαν στα κρατικά ταμεία μια πολύτιμη «ανάσα». Όμως, τα δύσκολα είναι μπροστά. Και δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η δημοσιονομική χαλαρότητα με άδεια της Ευρώπης έχει ημερομηνία λήξεως (άγνωστη, προς το παρόν). Από το 2022 η Ελλάδα, θα πρέπει να συμφωνήσει με τους Ευρωπαίους εταίρους και δανειστές πώς θα επανέλθει σε ένα πολύ δύσκολο στόχο: να διατηρήσει βιώσιμη την εξυπηρέτηση του μεγαλύτερου (ως ποσοστό του ΑΕΠ) χρέους της ευρωζώνης.