Η επιτυχημένη προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης από τις ελληνικές επιχειρήσεις εξαρτάται, σε καθοριστικό βαθμό, από την ύπαρξη αποτελεσματικής εταιρικής διακυβέρνησης, σύμφωνα με τα αποτελέσματα έρευνας της ΕΥ, Long-TermValue and CorporateGovernance Survey Ελλάδα 2023. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε μεταξύ 7 και 27 Φεβρουαρίου 2023 και κατέγραψε τις απόψεις 100 διευθυντικών στελεχών και μελών Διοικητικών Συμβουλίων ελληνικών επιχειρήσεων.
Η χάραξη των πολιτικών για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής αποτελεί, σε μεγάλο βαθμό, ευθύνη των εθνικών κυβερνήσεων. Ωστόσο, η υλοποίηση των πολιτικών αυτών και η επίτευξη ουσιαστικής προόδου, εναπόκειται, κυρίως, στις επιχειρήσεις, οι οποίες καλούνται να στραφούν στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, να βελτιώσουν την ενεργειακή απόδοσή τους, καθώς και να μειώσουν τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου και την παραγωγή απόβλητων. Παράλληλα, είναι απαραίτητο να επενδύσουν στην καινοτομία, και να αξιοποιήσουν τη σχέση τους με τους καταναλωτές, για να τους εκπαιδεύσουν σχετικά με τη σημασία των βιώσιμων επιλογών και να ενθαρρύνουν την υπεύθυνη κατανάλωση. Σε αυτό το περιβάλλον, το 92% των στελεχών που συμμετείχαν στην έρευνα της EY, δήλωσαν ότι σκοπεύουν να αυξήσουν τις επενδύσεις τους για την υλοποίηση της στρατηγικής ESG της επιχείρησής τους, τον επόμενο χρόνο.
Σύμφωνα με την έρευνα της EY, οι επιχειρήσεις που επενδύουν σε δράσεις για τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής, δε δημιουργούν απλώς περισσότερη αξία για τον πλανήτη, την κοινωνία, τους πελάτες και τους εργαζόμενους, αλλά δημιουργούν, παράλληλα, και μακροπρόθεσμη χρηματοοικονομική αξία για τις ίδιες και βελτιώνουν την κεφαλαιοποίησή τους. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 72% των ερωτηθέντων στην Ελλάδα - και το 69% σε αντίστοιχη έρευνα που διεξήχθη σε 15 ευρωπαϊκές χώρες - ανέφεραν ότι οι επενδύσεις αυτές έχουν θετική χρηματοοικονομική επίδραση στον οργανισμό τους. Αντίστοιχα, σύμφωνα με την πρόσφατη έρευνα της EY, SustainableValueStudy Ελλάδα 2023, 45% των ερωτηθέντων ανέφεραν ότι αποκόμισαν υψηλότερη χρηματοοικονομική αξία από τις πρωτοβουλίες τους για το κλίμα, σε σχέση με τις προσδοκίες τους. Η EY περιγράφει τον μηχανισμό αυτό ως "value-ledsustainability", δηλαδή, βιώσιμη ανάπτυξη που προκύπτει από πολιτικές που χαράσσονται με γνώμονα τη δημιουργία ευρύτερης αξίας.
Ωστόσο, είναι γεγονός ότι οι μακροπρόθεσμες επενδύσεις για τη βιώσιμη ανάπτυξη, δεν είναι πάντα συμβατές με τους βραχυπρόθεσμους στόχους ενός οργανισμού. Σε αυτή την κατεύθυνση, το 93% των συμμετεχόντων στη χώρα μας - έναντι 67% στο ευρωπαϊκό δείγμα - διαπιστώνουν ότι υπάρχουν σημαντικές διαφορές απόψεων εντός της ηγετικής τους ομάδας, σχετικά με τον τρόπο εξισορρόπησης των βραχυπρόθεσμων στόχων με τις μακροπρόθεσμες επενδύσεις και τη βιώσιμη ανάπτυξη, ενώ 87% (64% στο ευρωπαϊκό δείγμα) αναφέρουν ότι αντιμετωπίζουν πιέσεις για βραχυπρόθεσμα κέρδη από τους επενδυτές.
Η έρευνα της EY επιβεβαιώνει ότι η προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης με γνώμονα τη δημιουργία ευρύτερης αξίας εξαρτάται, σε καθοριστικό βαθμό, από την ύπαρξη αποτελεσματικής εταιρικής διακυβέρνησης και εντοπίζει περιθώρια βελτίωσης ως προς τις δυνατότητες των Διοικητικών Συμβουλίων να ασκούν εποπτεία στην εφαρμογή πρακτικών ESG. Σημειώνεται ότι, τα στελέχη των ελληνικών επιχειρήσεων εμφανίζονται πιο ικανοποιημένα για τον ενεργό ρόλο των Διοικητικών τους Συμβουλίων στις δράσεις τους για το κλίμα, σε σχέση με τους ομολόγους τους στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Σημαντικά ποσοστά των ερωτώμενων, δε θεωρούν ότι τα Διοικητικά τους Συμβούλια είναι «εξαιρετικά αποτελεσματικά» σε θέματα, όπως ο έλεγχος της διοίκησης της εταιρείας σχετικά με τα σχέδιά της για το κλίμα (70%), η εποπτεία που ασκούν όσον αφορά την εκτέλεση και την πρόοδο έναντι των δεσμεύσεων για το κλίμα (54%), και η αλληλεπίδρασή τους με τους μετόχους για τα σχέδια και τις δράσεις για το κλίμα (61%).
Με αυτά τα δεδομένα, μόνο το 27% των ερωτώμενων εκτιμούν ότι το ESG έχει ενσωματωθεί πλήρως στις δομές, αλλά και τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων του Διοικητικού Συμβουλίου. Αντίστοιχα, το 56% πιστεύουν ότι απαιτούνται περαιτέρω αλλαγές, περιορισμένης έκτασης, και 17% ότι απαιτούνται σημαντικές αλλαγές για την πληρέστερη ενσωμάτωση του ESG.
Η έρευνα διαπιστώνει ότι απαιτείται σαφέστερος καθορισμός των αρμοδιοτήτων και των ευθυνών των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου σχετικά με την κλιματική αλλαγή. Καταγράφει, επίσης, τους εσωτερικούς παράγοντες που επιδρούν στην ικανότητα των επιχειρήσεων να δημιουργούν μακροπρόθεσμη αξία μέσω μίας ισχυρής στρατηγικής ESG, τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν και τα μέτρα που λαμβάνουν για την πληρέστερη ενσωμάτωση του ESG στις δομές και τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων. Κεντρικό συμπέρασμα της έρευνας είναι ότι, για να μπορέσουν οι επιχειρήσεις να ανταποκριθούν στον ρόλο τους για τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής, απαιτείται συστηματική, υπεύθυνη και αυθεντική διακυβέρνηση.