Αύξηση τζίρου και μείωση κερδών κατέγραψε το 2022 ο όμιλος της ΒΙΑΝΕΞ που ανήκει στην οικογένεια Γιαννακόπουλου. Οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις που έχουν συνταχθεί σύμφωνα με τα Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα δείχνουν αύξηση του ενοποιημένου τζίρου κατά 4,9% στα 390,4 εκατ. ευρώ έναντι 372,2 εκατ. ευρώ το 2021. Σημειώνεται ότι ο «καθαρός» κύκλος εργασιών διαμορφώθηκε μετά την αφαίρεση του Claw Back και του Rebate, ύψους 54,9 εκατ. ευρώ.
Τα μικτά κέρδη ανήλθαν στα 79,4 εκατ. ευρώ από 78,5 εκατ. ευρώ το 2021 και τα κέρδη προ φόρων κατήλθαν στα 16,7 εκατ. ευρώ από 19,4 εκατ. ευρώ το 2021, καθώς αυξήθηκαν οι δαπάνες διοίκησης, έρευνας και διάθεσης. Τα καθαρά κέρδη διαμορφώθηκαν στα 13,2 εκατ. ευρώ από 16,9 εκατ. ευρώ το 2021.
Η μητρική εταιρεία εμφάνισε τζίρο 313,6 εκατ. ευρώ από 316,5 εκατ. ευρώ το 2021 (-0,91%) και καθαρά κέρδη 10,54 εκατ. ευρώ. Η γενική συνέλευση ενέκρινε τη διανομή μερίσματος για τη χρήση του 2022 σχεδόν το σύνολο των κερδών της μητρικής, ήτοι 10,47 εκατ. ευρώ. Η εταιρεία εντός του 2022 είχε μοιράσει στους μετόχους μέρισμα 14,6 εκατ. ευρώ από τα κέρδη χρήσης 2021.
Από τα 390 εκατ. ευρώ του τζίρου τα 346,6 εκατ. ευρώ προήλθαν από την εσωτερική αγορά, τα 17,9 εκατ. ευρώ από την ευρωπαϊκή αγορά και τα 25,8 εκατ. ευρώ από αγορές τρίτων χωρών. Η εταιρεία παράγει και εμπορεύεται φαρμακευτικά προϊόντα δικής της ιδιοκτησίας ή under license από τρίτους. Επίσης παράγει προϊόντα για λογαριασμό τρίτων (contract manufacturing).
Από τον ενοποιημένο τζίρο (μαζί με το Rebate και το Claw Back) ύψους 445,3 εκατ. ευρώ τα 95,6 εκατ. προήλθαν από τις βιομηχανικές δραστηριότητες, τα 323,2 εκατ. ευρώ από τις εμπορικές δραστηριότητες και τα 26,5 εκατ.ευρώ από παροχή υπηρεσιών.
Το κυκλοφορούν ενεργητικό (αποθέματα, απαιτήσεις, διαθέσιμα) αυξήθηκε το 2022 σε 219 εκατ. ευρώ και το σύνολο των βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων στα 220 εκατ. ευρώ με αποτέλεσμα η άμεση ρευστότητα του ομίλου να βρίσκεται στο ικανοποιητικό 99,6%.
Ο όμιλος χάρη στις λειτουργικές ροές που είχε το 2022 κατάφερε να μειώσει το δανεισμό (τράπεζες, factoring και χρηματοδοτικές μισθώσεις) από 67 εκατ. ευρώ σε 64 εκατ. ευρώ και να προχωρήσει σε επενδύσεις 4 εκατ. ευρώ. Τα κόστη εξυπηρέτησης του δανεισμού ανήλθαν στα 3,5 εκατ. ευρώ από 2,6 εκατ. ευρώ το 2021.
Η εταιρεία μετρά 53 χρόνια ζωής καθώς ιδρύθηκε το 1971. Διαθέτει 4 εργοστάσια (ένα στη Μεταμόρφωση, δύο στην Παλλήνη, ένα στην Πάτρα), κτίριο στη Βαρυμπόμπη όπου στεγάζονται οι διοικητικές υπηρεσίες και μια νέα εγκατάσταση στο Γέρακα με τμήμα επικόλλησης ετικετών ΕΟΦ, αποθήκες και γραφεία. Ο όμιλος έχει αναπτύξει συνεργασίες με γνωστά ονόματα της διεθνούς φαρμακοβιομηχανίας όπως Merck (HΠΑ), Τakeda Chemical (Iαπωνία), Sigma Tau (Ιταλία), Sanofi (Γαλλία) και Organon (Βέλγιο).
«Προσαρμογή αμοιβών για να αντιμετωπισθούν οι απώλειες εισοδήματος»
Για την τρέχουσα χρήση η εταιρεία επισημαίνει τα εξής: «Λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση της οικονομίας στην Ελλάδα, τις μειώσεις των τιμών των φαρμάκων και την επιβολή των νομοθετημένων κρατήσεων (claw back και rebate) η οικονομική προοπτική του Ομίλου για τη χρήση 2023 θα διαμορφωθεί στο ίδιο επίπεδο με αυτό της χρήσης 2022. Το γεγονός αυτό θα έχει ως συνέπεια τα οικονομικά αποτελέσματα της χρήσεως 2023 να διαμορφωθούν στο ίδιο επίπεδο με αυτά της χρήσης 2022. Η διοίκηση παρακολουθεί στενά και λαμβάνει αναγκαία μέτρα προκειμένου να διασφαλιστεί η επιχειρηματική συνέχεια με γνώμονα την υψηλή ποιότητα των εμπορευμάτων στους πελάτες αλλά και τη διασφάλιση των θέσεων εργασίας με προσαρμογή των αμοιβών ώστε να αντιμετωπισθεί η απώλεια εισοδήματος λόγω του υψηλού πληθωρισμού».
Η εταιρεία αύξησε τον αριθμό τον εργαζομένων πέρυσι σε 1.169 από 1.125 το 2021 δαπανώντας για μισθούς και ημερομίσθια 36,9 εκατ. ευρώ (μέσος μισθός 2.250 ευρώ). Η εταιρεία ήταν από τις λίγες επιχειρήσεις που στην αρχή της οικονομικής κρίσης και παρά το γεγονός ότι είχε απολέσει πάνω από 80 εκατ, ευρώ τζίρου λόγω της μείωσης της φαρμακευτικής δαπάνης παρείχε αυξήσεις στο προσωπικό.