Η πρόσφατη εξαγορά της Μάρμαρα Παυλίδης από το επενδυτικό fund Elements Capital Management έρχεται να προσθέσει ακόμη ένα κρίκο στη μακριά αλυσίδα ελληνικών πετυχημένων οικογενειακών επιχειρήσεων που πωλούνται σε ξένους, είτε πρόκειται για funds, είτε για στρατηγικούς επενδυτές.
Τα παραδείγματα πολλά: Από την ΑΒ Βασιλόπουλος, τον Παπαστράτο και τη Βαρυτίνη, έως τη Ρόκας, τη Pharmaten και την Cosmos Sport, με τελευταίο παράδειγμα τον Παυλίδη που εγκαινίασε το χορό των deals για το 2023.
Ποιοι όμως είναι οι λόγοι που μια ελληνική οικογενειακή επιχείρηση περνά σε ξένα χέρια; Σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, οι οικογενειακές επιχειρήσεις, τόσο στην Ελλάδα, όσο και στο εξωτερικό έχουν ένα όριο ανάπτυξης. Όταν μεγαλώσουν πάρα πολύ, είναι δύσκολο να διοικηθούν. Προκύπτουν τεχνικές δυσκολίες στον τρόπο διαχείρισής τους.
Απαιτείται τότε μια πιο θεσμική δομή λειτουργίας. Ιδίως, όταν η πρώτη γενιά δεν εμπιστεύεται τη δεύτερη γενιά για να αναλάβει τα ηνία της εταιρείας, ή όταν όντως η δεύτερη ή η τρίτη γενιά αξιοκρατικά μπορεί να μην έχει τις ικανότητες για τη διοίκηση της επιχείρησης. Τότε, η πρόσληψη επαγγελματιών managers είναι μονόδρομος.
Στην Ελλάδα όμως δεν υπάρχει αυτή η κουλτούρα, οι οικογένειες να δίνουν «χώρο» σε κάποιους επαγγελματίες για να διοικήσουν το δημιούργημά τους. Η επιλογή της πώλησης είναι μια διέξοδος, ιδίως όταν μεταξύ των μελών της οικογενείας έχουν προκύψει και διαφορές σε ό,τι αφορά στη στρατηγική της εταιρείας.
Στις περισσότερες περιπτώσεις όμως η πώληση της εταιρείας σε έναν ξένο επενδυτή γίνεται με γνώμονα το καλό της ίδιας της εταιρείας. Η ανάγκη για επενδύσεις και οι σκληροί όροι του ανταγωνισμού που επιβάλει η παγκοσμιοποίηση ευνοούν και ενθαρρύνουν τις συμμαχίες με ξένους επενδυτές που θα εγγυηθούν την ομαλή συνέχεια της λειτουργίας της επιχείρησης, αλλά και την περαιτέρω μεγέθυνσή της.
Οι περισσότερες από τις ελληνικές οικογενειακές εταιρείες που μεταβιβάστηκαν πέρασαν σε στρατηγικούς επενδυτές. Δηλαδή σε εταιρείες του ίδιου κλάδου που γνώριζαν πώς να τις αναπτύξουν και κυρίως είχαν την τεχνογνωσία και την οικονομική δυνατότητα για να το κάνουν.
Παράλληλα, και τα funds που αγόρασαν ελληνικές επιχειρήσεις στην πλειονότητά τους δεν ήταν καιροσκοπικά που «αρμέγουν» το απόκτημά τους πριν το βγάλουν πάλι προς πώληση. Είναι επενδυτές που έχουν καθορισμένη ημερομηνία εξόδου από την επένδυσή τους, αλλά μέχρι τότε βοηθούν την εταιρεία να «μεγαλώσει» ώστε όταν έρθει η ώρα της πώλησης να καταγράψουν και αυτοί κεφαλαιακά κέρδη.
Επίσης, σε αρκετές περιπτώσεις οι μέτοχοι που πωλούν διατηρούν ένα μικρό ποσοστό και παραμένουν στη διοίκηση τουλάχιστον για μια μεταβατική περίοδο. Επειδή ακριβώς πρόκειται για επιτυχημένες εταιρείες, οι αγοραστές επιδιώκουν αυτή τη συνεργασία που διασφαλίζει την ομαλή μετάβαση της επιχείρησης στο νέο καθεστώς.
Οι σημαντικότερες συμφωνίες με ξένους
Ας δούμε όμως μερικά παραδείγματα ιστορικών ελληνικών οικογενειακών επιχειρήσεων που πέρασαν σε ξένους ομίλους:
- ΑΒ Βασιλόπουλος
Η αρχή έγινε το 1992, όταν ο Γεράσιμος Bασιλόπουλος διαβλέποντας τις παγκόσμιες εξελίξεις, μεταβιβάζει την πλειοψηφία των μετοχών στον όμιλο Delhaize του Βελγίου εξασφαλίζοντας έτσι τη συνέχεια της εταιρείας σε ένα εξαιρετικά ανταγωνιστικό περιβάλλον. Στην αρχή οι Βέλγοι απέκτησαν το 65% και μετά, μέσα από τη διαδικασία δύο δημόσιων προτάσεων στο ΧΑ, απέκτησαν και το υπόλοιπο ποσοστό. Σήμερα η ΑΒ βρίσκεται στη δεύτερη θέση μεταξύ των λιανεμπορικών ομίλων, διαθέτει 600 καταστήματα, απασχολεί 15.000 εργαζόμενους και εξυπηρετεί ετησίως 2,2 εκατ. καταναλωτές.
- Παπαστράτος
Η πολυεθνική Philip Morris είχε αποκτήσει στο τέλος του 2003 από την οικογένεια Αβέρωφ το 75% της καπνοβιομηχανίας καταβάλλοντας 363 εκατ. ευρώ και, μαζί με τη δημόσια πρόταση που ακολούθησε και τη διαγραφή της μετοχής από το ΧΑ, το τίμημα προσέγγισε τα 480 εκατ. ευρώ. Το εργοστάσιο της Παπαστράτος στον Ασπρόπυργο με επενδύσεις άνω των 550 εκατ. ευρώ που χρηματοδότησε η μητρική έχει καταστεί ένα από τα πρώτα στον κόσμο που παράγουν τις θερμαινόμενες ράβδους καπνού (heets) για το μη καιόμενο καπνικό προϊόν IQOS. Επίσης, τα τελευταία πέντε χρόνια έχουν δημιουργηθεί 800 νέες θέσεις εργασίας. Παράλληλα, η Philp Morris μετατρέπει την Παπαστράτος σε διοικητικό κέντρο των λειτουργιών της για τη Νοτιοανατολική Ευρώπη με τομέα ευθύνης 12 χωρών.
- Ρόκας
Πρωτοπόροι στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) στην Ελλάδα τα μέλη της οικογένειας Ρόκα ξεκίνησαν διαπραγματεύσεις το 2004 με την ισπανική πολυθενική Iberdrola. Σταδιακά οι Ισπανοί απέκτησαν έως το 2007 την πλειοψηφία των μετοχών του ομίλου. H Rokas-Iberdrola διαθέτει σήμερα εγκατεστημένη ισχύ 335 MW κυρίως σε αιολικά πάρκα και βρίσκεται στην πέμπτη θέση μεταξύ των παραγωγών ενέργειας από ΑΠΕ. Επίσης, έχει λάβει βεβαιώσεις παραγωγού για αιολικά συνολικής ισχύος 706 MW
- Specifar
Το 2011 και ενώ η ελληνική οικονομία «φλέρταρε» με την πτώχευση, η αμερικανική Watson Ρharmaceuticals κατέβαλε 400 εκατ. ευρώ για να αποκτήσει την αμιγώς ελληνικών συμφερόντων φαρμακευτική εταιρεία Specifar, η οποία διαθέτει παραγωγική βάση με δύο μονάδες στη χώρα μας. Οι Αμερικανοί πλήρωσαν πέντε φορές παραπάνω τον τζίρο της Specifar (85 εκατ. ευρώ το 2010) για να την αποκτήσουν από την οικογένεια του Τίτου Βασιλόπουλου.
- Βαρυτίνη
Tο 2014 η γαλλική Imerys εξαγόρασε την S&B (Βαρυτίνη) από την οικογένεια Κυριακόπουλου έναντι 525 εκατ. ευρώ. Η Imerys Greece, όπως μετονομάστηκε η εταιρεία, είναι ένας σημαντικός παγκόσμιος παίκτης στον τομέα των βιομηχανικών ορυκτών με παρουσία σε 22 χώρες. Είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός πρωτογενώς επεξεργασμένου περλίτη παγκοσμίως και ο μεγαλύτερος εξαγωγέας μπεντονίτη παγκοσμίως αξιοποιώντας τους εξαιρετικής ποιότητας ορυκτούς πόρους και τα εργοστάσια επεξεργασίας που βρίσκονται στη Μήλο. Το σύνολο σχεδόν των προϊόντων της εταιρείας εξάγεται.
- Pharmaten
Το 2015 η Pharmaten της οικογένειας Κάτσου εξαγοράστηκε έναντι 475 εκατ. ευρώ από το αγγλικό private equity fund της BC Partners. Το 2021 η BC Partners μεταβίβασε την εταιρεία στο Partners Group που λειτουργεί για λογαριασμό πελατών του με enterprice value τα 1,6 δισ.ευρώ. Η Pharmaten διατηρεί ισχυρή θέση στην κατηγορία των γενοσήμων. Επίσης, έχει επικεντρωθεί στην έρευνα και ανάπτυξη βασικών τεχνολογιών, όπως τα μακράς δράσης ενέσιμα (LAI) και τα προϊόντα παρατεταμένης αποδέσμευσης (LAR), ενώ σήμερα διατηρεί έντονη εξαγωγική δραστηριότητα σε σχεδόν 100 χώρες παγκοσμίως.
- Γιούλα
Το 2016 η υαλουργία Γιούλα, συμφερόντων της οικογένειας Βουλγαράκη, συμφώνησε να πουλήσει τις δραστηριότητές της σε Ελλάδα, Ρουμανία και Βουλγαρία στον πορτογαλικό όμιλο BA Vidro. Το τίμημα ήταν 170 εκατ. ευρώ και μαζί με τα δάνεια της Γιούλα η αξία της συναλλαγής ξεπερνούσε τα 500 εκατ. ευρώ. Η οικογένεια Βουλγαράκη ωθήθηκε στην απόφαση αυτή λόγω του ακριβού κόστους του χρήματος που διαμορφωνόταν για τις ελληνικές επιχειρήσεις. Όπως χαρακτηριστικά έλεγαν, η Vidro δανείστηκε για να εξαγοράσει τις μονάδες της Γιούλα με επιτόκιο μόλις 1%, όταν η ελληνική επιχείρηση δεν μπορεί να δανειστεί εντός Ελλάδος παρά με επιτόκιο 8% - 9%.
- Profarm
Το 2020 η ΕΜΜΑ Capital του Τσέχου επιχειρηματία Γίρι Σμέτς, γνωστού και από το πέρασμά του από τον ΟΠΑΠ, ήρθε σε συμφωνία για την απόκτηση πλειοψηφικού πακέτου μετοχών στην ελληνική εταιρεία εμπορίας φαρμάκων Profarm. Ηταν η πρώτη μεγάλη ξένη τοποθέτηση στον ελληνικό κλάδο των φαρμακαποθηκών. Πωλητές ήταν οι οικογένειες Σκυλακάκη-Καλλιβρούση.
- Chipita
Το καλοκαίρι του 2021 ένα επιχειρηματικό θρίλερ έλαβε τέλος. Μετά από τρία χρόνια σκληρών διαπραγματεύσεων, ο αμερικανικός όμιλος της Mondelez εξαγοράζει την Chipita έναντι 2 δισ. δολαρίων. Η Chipita μεγαλούργησε με την ιδέα του Σπύρου Θεοδωρόπουλου να βιομηχανοποιήσει το κρουασάν. Το 2006 συγχωνεύθηκε με τη Δέλτα δημιουργώντας τη Vivartia, η οποία μετά εξαγοράστηκε από τη MIG. To 2010 ο Σπύρος Θεοδωρόπουλος μαζί με τον όμιλο Olayan παίρνουν πίσω την Chipita από τη MIG και ο όμιλος Olayan γίνεται ο μεγαλύτερος μέτοχος με 80%, το οποίο και πουλάει με τη σειρά του το 2021 στη Mondelez. Ο Σπυρος Θεοδωρόπουλος με τα χρήματα που αντιστοιχούσαν στο δικό του ποσοστό -περίπου 12%- κάνει το colpo grosso και στις αρχές του 2022 εξαγοράζει το 45% της σοκολατοβιομηχανίας ΙΟΝ με option για το 75% από την οικογένεια Κωτσιόπουλου.
- Ευρωπαϊκή Πίστη
Τον Αύγουστο του 2022 ολοκληρώθηκε και η εξαγορά της Ευρωπαϊκής Πίστης από τον γερμανικό κολοσσό της Allianz. Οι Γερμανοί αγόρασαν το 72% από την οικογένεια του Χρήστου Γεωργακόπουλου και άλλων στελεχών και το υπόλοιπο ποσοστό με δημόσια πρόταση στο ΧΑ. Συνολικά ξόδεψαν 207 εκατ. ευρώ. Οι Γερμανοί ήθελαν να ενισχύσουν τη θέση τους στην ελληνική αγορά και επέλεξαν την Ευρωπαϊκή Πίστη, μια νοικοκυρεμένη ελληνική εταιρεία του κλάδου με μερίδιο αγοράς 5,5% για να υλοποιήσουν τον σχεδιασμό τους. Η προσφορά τους στα 7,8 ευρώ ανά μετοχή, που αποτιμούσε την εταιρεία στα 207 εκατ. ευρώ, δεν μπορούσε να αγνοηθεί από τους βασικούς μετόχους της Ευρωπαϊκής Πίστης.
- Cosmos Sport
Τον Οκτώβριο του 2021 η αγγλική JD Sports Fashion Plc απέκτησε το 80% της Cosmos Sport AE, της ελληνικής αλυσίδας αθλητικών ειδών με έδρα το Ηράκλειο Κρήτης. Ειδικότερα, εξαγοράστηκε το 50% από το 70% της εταιρείας που κατείχε η οικογένεια Τσικνάκη, η οποία ίδρυσε το 1982 την ελληνική αλυσίδα και όλη τη συμμετοχή του 30%, που είχε στην αλυσίδα η EOS Capital Partners. Βάσει της συμφωνίας η οικογένεια Τσικνάκη θα διατηρήσει το 20% στην Cosmos Sport και το μάνατζμεντ αν και η συμφωνία περιλαμβάνει και option για την οικογένεια Τσικνάκη σε περίπτωση που επιθυμεί μελλοντικά να πωλήσει τη συμμετοχή της και να αποχωρήσει εντελώς από την Cosmos Sport.
- Pet City
Τον Νοέμβριο του 2021 η BC Partners εξαγόρασε το πλειοψηφικό πακέτο μετοχών της Pet City, της μεγαλύτερης εταιρείας στον κλάδο προϊόντων και υπηρεσιών κατοικίδιων ζώων στην Ελλάδα με μερίδιο αγοράς 30%. Η Pet City ιδρύθηκε το 1988 από την οικογένεια Μαντζουρανάκη, η οποία διατηρεί πλέον μειοψηφικό ποσοστό στην εταιρεία. Όταν εξαγοράστηκε, η εταιρεία είχε 80 καταστήματα αλλά έως σήμερα έχουν προστεθεί στο δίκτυο επιπλέον 10 καταστήματα. Το 2021 είχε πωλήσεις 52 εκατ. ευρώ και το 2022 εκτιμάται πως έκλεισε με τζίρο 60 εκατ. ευρώ.
- Viva Wallet
Στο τέλος του 2022 οριστικοποιήθηκε το deal της απόκτησης του 48,5% της Viva Wallet από τη JP Morgan, έναντι περίπου 800 εκατ. ευρώ. Πωλητές ήταν οι μέτοχοι μειοψηφίας όπως το Family Office της Μαριάννας Λάτση, η Deca και ένα αγγλικό fund. Οι ιδρυτικοί μέτοχοι Χάρης Καρώνης και Μάκης Αντύπας θα πωλήσουν στο μέλλον τη δική τους συμμετοχή του 51,5% στην JP Morgan.
- Μάρμαρα Παυλίδης
Το 2023, το ρόδι των εξαγορών έσπασε η μαρμαροβιομηχανία Παυλίδης από τη Δράμα. Τα τρία αδέρφια Παυλίδη μεταβίβασαν το σύνολο των μετοχών στο κυπριακό fund Elements Capital Management με αντίτιμο που ξεπερνά τα 500 εκατ. ευρώ. Η εταιρεία έχει εξειδίκευση στο λευκό μάρμαρο και εξαγωγές σε 40 χώρες. Διατηρεί τέσσερις λατομικές εκμεταλλεύσεις στην Ελλάδα, το λατομείο Sivec στη Βόρια Μακεδονία, το Perla στην Αλβανία και το Vratza στη Βουλγαρία. Στη συμφωνία περιλαμβάνονται και οι δραστηριότητες της εταιρείας στον τομέα των ΑΠΕ. O όμιλος διαθέτει φωτοβολταϊκά πάρκα ισχύος 10 MW και αιολικά πάρκα ισχύος 70 MW.Η Μάρμαρα Παυλίδης το 2021 είχε τζίρο 119 εκατ. ευρώ και κέρδη EBITDA 50 εκατ. ευρώ.
- Βεϊνόγλου
Αυτό το διάστημα, το αμερικανικό επενδυτικό fund της HIG βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις για την απόκτηση του 80% της μεταφορικής εταιρείας «Ορφέας Βεϊνόγλου» από την οικογένεια Βεϊνόγλου. Η εταιρεία είναι leader στον κλάδο με 100 χρόνια ιστορίας και το 2022 πραγματοποίησε πωλήσεις περί τα 120 εκατ. ευρώ. Η ανάγκη υψηλών επενδύσεων κυρίως για το «πρασίνισμα» του στόλου των φορτηγών της εταιρείας, οδήγησαν την οικογένεια Βεϊνόγλου να αναζητήσει σύμμαχο για το μέλλον.
Υπάρχουν και οι περιπτώσεις των οικογενειακών επιχειρήσεων Byte και Βυτόγιαννης από τον κλάδο της πληροφορικής και της βιομηχανίας που εξαγοράστηκαν από την Ideal Holdings. Οι διαφορές εδώ σε σχέση με τα παραπάνω παραδείγματα είναι πως η Ιdeal είναι ελληνική εταιρεία και οι οικογένειες του Σπ. Βυζάντιου και του Στ. Βυτόγιαννη απέκτησαν μετοχές της εξαγοράζουσας.
Τέλος υπάρχουν και οι περιπτώσεις ελληνικών οικογενειακών εταιρειών που βρέθηκαν ένα βήμα πριν την κατάρρευση και εξαγοράστηκαν από ξένα funds, τα οποία απέκτησαν τα δάνειά τους από τις τράπεζες. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι η απόκτηση της Euromedica από τη Farallon, η απόκτηση της Famar από το Elements Capitlal Management (το ίδιο fund που εξαγόρασε τον Παυλίδη) αλλά και η εξαγορά των Νηρέα και Σελόντα από κοινού από τα funds Αmerra και Mubadala.