Την εποχή που τα μη επανδρωμένα συστήματα (UAV) έχουν εισβάλει στην καθημερινή ζωή και τόσο η παγκόσμια αλλά και εγχώρια αγορά αναπτύσσεται ραγδαία, μια ελληνική εταιρεία, η SAS Technology προσπαθεί να αποδείξει ότι στην Ελλάδα δεν μπορούμε να είμαστε μόνο αγοραστές αλλά και κατασκευαστές drones.
Η SAS Technology, θυγατρική του δυναμικά αναπτυσσόμενου ομίλου Spirit World Group του Μιχάλη Σπυριδάκου, είναι μια εταιρεία που ξεκίνησε μόλις το 2020 και σε σύντομο χρόνο έχει καταφέρει να σχεδιάζει και κατασκευάζει UAV.
Όπως τόνισε ο Αντιπρόεδρος της SAS κ. Φώτης Καμπιώτης μιλώντας στο BusinessDaily: «Είμαστε ένα κομμάτι της Spirit World Group. Αυτή την περίοδο έχουμε ολοκληρώσει τον κύκλο της αρχικής επένδυσης και έχουν αρχίσει να έρχονται οι παραγγελίες και να δημιουργούνται τα εμπορικά προϊόντα που βγαίνουν στην αγορά».
Μάλιστα μετά τη συμμετοχή της SAS στις μεγάλες αμυντικές εκθέσεις DEFEA στην Αθήνα και IDEX στην Αίγυπτο, οι παραγγελίες έρχονται με γρήγορους ρυθμούς, ενώ γίνονται επαφές με χώρες του εξωτερικού, καθώς τα προϊόντα της SAS αναγνωρίζεται ότι έχουν υψηλή ποιότητα. «Το μέλλον διαγράφεται πολύ καλό και εμείς πρέπει να κάνουμε βήματα για να αυξήσουμε τις παραγωγικές μας δυνατότητες. Οι ανάγκες ξεπερνούν αυτό που περιμέναμε για τη φάση που είμαστε», θα μας πει ο κ. Καμπιώτης. Όσον αφορά την ανταπόκριση στην Ελλάδα, εκτός από πανεπιστημιακά ιδρύματα ενδιαφέρον έχει δείξει ήδη η Πυροσβεστική, για την οποία και κατασκευάζει drone η εταιρεία, ενώ η SAS έχει κάνει μία δωρεά στις Ειδικές Δυνάμεις.
Όσον αφορά το προσωπικό που εργάζεται σε αυτήν, είναι μάλλον η προσωποποίηση του "brain gain". Ενώ ξεκίνησαν έξι άτομα να εργάζονται στη SAS, μέσα σε δύο χρόνια έχουν γίνει 20 και πρόκειται για νέους επιστήμονες με ανώτατες σπουδές σε software engineering, mechanical engineering, electrical engineering, που ζουν και εργάζονται στη χώρα τους συμμετέχοντας στην ανάπτυξη ενός πολύ σημαντικού αλλά και ελπιδοφόρου τομέα.
«Εδώ έχουμε σύνθετα υλικά, εξειδικευμένο τεχνικό προσωπικό και όλα φτιάχνονται εδώ. Έχουμε πολύ prototyping, ενώ έχουμε πολύ ελληνικό αποτύπωμα σε όλα τα κομμάτια», επισημαίνει ο κ. Φ. Καμπιώτης.
Παράλληλα με την ανάπτυξη νέων προϊόντων, η SAS Technology είναι ιδιαίτερα δραστήρια στον τομέα της ανάπτυξης στρατηγικών συνεργασιών, καθώς έχει ήδη προχωρήσει σε σύναψη συμφωνιών και συνεργασία με μια σειρά ελληνικές αμυντικές βιομηχανίες όπως τα ΕΑΣ και η ΕΑΒ αλλά και επιχειρήσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό (Northern Diver, Sunlight, ΕΚΕΤΑ).
Με το ΕΚΕΤΑ (Εθνικό Κέντρο Έρευνας & Τεχνολογικής Ανάπτυξης) μάλιστα η SAS Technology συνεργάζεται για το σύστημα anti-drone PANOPTIS, όπως μας είπε ο κ. Φ. Καμπιώτης: «Ο Πανόπτης, anti-drone αναπτύχθηκε από το ΕΚΕΤΑ. Εμείς θέλουμε να το κάνουμε εμπορικό προϊόν να προχωρήσουμε σε συνεργασία με το ΕΚΕΤΑ να το κατασκευάσουμε και να το πουλήσουμε. Έχουμε αρχίσει μία διείσδυση στην αγορά με ιδιωτικούς φορείς που ενδιαφέρονται, ωστόσο από το δημόσιο κανένας δεν έχει ενδιαφερθεί ακόμα».
Όσον αφορά το portfolio της εταιρείας, «από το 2020 είχαμε ήδη ένα καλό portfolio προϊόντων. Την πρώτη χρονιά το επεκτείναμε και σήμερα έχουμε τρία πολυκόπτερα στην σειρά Empusa που είναι κυρίως για επιτήρηση και τρία στη σειρά Sarisa», θα μας πει ο κ. Καμπιώτης για να μας εξηγήσει ότι το πρώτο εξοπλισμένο drone στην Ελλάδα έχει φτιαχτεί από τη SAS και είναι η SARISA.
Το σύστημα Sarisa είναι ένα πολυκόπτερο βαρέως τύπου που ξεπερνά τα 60 κιλά και κατασκευάστηκε σύμφωνα με μια πολυχρηστική πλατφόρμα που μπορεί να χρησιμοποιηθεί είτε για να μεταφέρει εφόδια, όπως αυτή τη στιγμή στην Πυροσβεστική, είτε για οποιοδήποτε άλλο σκοπό.
Το συγκεκριμένο μάλιστα UAV μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τις Ένοπλες Δυνάμεις, καθώς είναι τέτοιου τύπου που μπορεί να έχει πολλές χρήσεις μεταξύ αυτών και αμυντική.
Σε μια περίοδο μάλιστα που η ανάπτυξη και η χρήση UAV από την Τουρκία είναι πάρα πολύ μεγάλη, ενώ οι παραβιάσεις και οι υπερπτήσεις αυτών στον ελληνικό εναέριο χώρο είναι καθημερινό φαινόμενο, οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις εξετάζουν όλες τις πιθανές επιλογές.
Από το υπουργείο Εθνικής Άμυνας γίνονται προσπάθειες αντιμετώπισης της απειλής των UAV's, όπως μάλιστα είπε χαρακτηριστικά μεταξύ άλλων, πριν μερικές ημέρες στη Βουλή ο υπουργός Εθνικής Άμυνας Νίκος Παναγιωτόπουλος, παρεμβαίνοντας στην συζήτηση που διεξάγεται στην αρμόδια επιτροπή για τις συμβάσεις πρόσκτησης των Rafale, φρεγατών και τορπιλών: «Η αίσθηση ότι είμαστε αμέριμνοι απέναντι στην απειλή των UAV είναι λάθος. Γίνονται πολλές κινήσεις σε πολλά επίπεδα. Οι εταιρείες που μπορούν να παρουσιάσουν λύσεις έχουν απόλυτη πρόσβαση στο ΥΠΕΘΑ. Να κάνουν την παρουσίαση να γίνει η αξιολόγηση και να πάμε παρακάτω. Αυτή η διαδικασία είναι σε εξέλιξη. Όποιος θέλει να δείξει κάτι μπορεί να το κάνει ενώπιον των αρμόδιων επιτελείων. Η ηγεσία του ΥΠΕΘΑ έχει αποδείξει ότι ακούει τα επιτελεία και καλύπτει τις ανάγκες τους σε πολύ μεγάλο βαθμό».
Ωστόσο ο τομέας των UAV είναι ένας τομέας που στην Ελλάδα έχει μείνει πίσω. Παρά το γεγονός αυτό όμως, όπως θα μας πει χαρακτηριστικά ο κ. Καμπιώτης, «είναι τρομερή ευκαιρία η ρομποτική, τα UAV's γενικότερα για να ξαναμπούμε στο κέντρο της τεχνολογίας. Δεν είναι εύκολο να φτιάξουμε βιομηχανία αυτοκινήτων στην Ελλάδα. Όμως έρχεται η επανάσταση στην πληροφορική και την ρομποτική και αν το χειριστούμε σωστά μπορούμε να μπούμε σε αυτό το “τρένο” και να βρεθούμε μπροστά».
Όσον αφορά την αμυντική βιομηχανία και το μέλλον της στην Ελλάδα και πόσο αυτή μπορεί να βοηθήσει τις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις παρέχοντάς τους προϊόντα υψηλής τεχνολογίας, ο αντιπρόεδρος της SAS τονίζει: «Στην Ελλάδα δεν είμαστε εκπαιδευμένοι να είμαστε κατασκευαστές. Είμαστε εκπαιδευμένοι να είμαστε αγοραστές. Για αυτό πρέπει να δημιουργηθεί ένα υφυπουργείο Αμυντικής Βιομηχανίας. Μόνο έτσι θα προχωρήσει η αμυντική βιομηχανία. Αν υπήρχε αυτό το υπουργείο θα πηγαίναμε εμείς και θα λέγαμε τι έχουμε φτιάξει και τι θέλουμε να δοκιμάσουμε και εκείνο θα φρόντιζε αφ’ενός να διευκολύνει δοκιμές οπλικών συστημάτων στις οποίες είναι απαραίτητη η συμμετοχή των ΕΔ, αφ’ετέρου δε να διοχετεύει τις πληροφορίες των τεχνολογικών αυτών εξελίξεων στις ΕΔ, για πιθανή σύνδεση τους με τυχόν υφιστάμενες επιχειρησιακές απαιτήσεις».