Μια εταιρεία συμμετοχών που «αδειάζει» με γρήγορους ρυθμούς τις συμμετοχές της για να καλύψει τραπεζικά χρέη είναι πλέον η MIG, το επιχειρηματικό τέκνο του Ανδρέα Βγενόπουλου, που προοριζόταν να γίνει «ο μεγαλύτερος επιχειρηματικός όμιλος της Νοτιοανατολικής Ευρώπης», αλλά εξελίχθηκε ως μια επιχειρηματική και επενδυτική ιστορία καταστροφής, «καίγοντας» στη διαδρομή πολλά δισεκατομμύρια ευρώ.
Σε λίγους αριθμούς θα μπορούσε να συμπυκνωθεί αυτή η καταστροφική πορεία ενός ομίλου που πρωταγωνίστησε για αρκετά χρόνια στην επιχειρηματική ζωή της χώρας και στο χρηματιστηριακό ταμπλό:
- Στις 16 Ιουλίου του 2007, μετά τη θριαμβευτική ολοκλήρωση μιας από τις μεγαλύτερες αυξήσεις κεφαλαίου στα χρονικά του Χρηματιστηρίου Αθηνών, ύψους 5,19 δισ. ευρώ, η μετοχή της Marfin Investment Group είχε τιμή στο ταμπλό 8,8 ευρώ και η κεφαλαιοποίηση του ομίλου ανερχόταν στο ιλιγγιώδες ύψος των 7,3 δισ. ευρώ.
- Στο κλείσιμο αυτής της Παρασκευής, 4 Δεκεμβρίου 2020, και μετά την ολοκλήρωση δύο συμφωνιών για την πώληση στρατηγικών συμμετοχών (Vivartia, SingularLogic), η κεφαλαιοποίηση της MIG είχε συρρικνωθεί κατά 99,6%, στα 35,2 εκατ. ευρώ, με την τιμή της μετοχής να μετριέται σε λίγα σεντς (0,0375 ευρώ). Σχεδόν το σύνολο των 7,3 δισ. της χρηματιστηριακής αξίας του ομίλου «κάηκαν» σε μια ταραχώδη διαδρομή 13 ετών. Εκτός από τα κεφάλαια των αυξήσεων κεφαλαίου ύψους 5,5 δισ. ευρώ η εταιρία έκαψε και δάνεια δισεκατομμυρίων που έλαβε για την υλοποίηση των φιλόδοξων επενδυτικών της σχεδίων.
Σε έναν κόσμο όπου τα θαύματα δεν μπορούν να αποκλείονται, η MIG έχει θεωρητικά τη δυνατότητα να αντλήσει νέα επενδυτικά κεφάλαια, να αποκτήσει άλλες συμμετοχές και να συνεχίσει τη διαδρομή της. Χωρίς ένα θαύμα, όμως, η πορεία του ομίλου είναι δύσκολο να φαντασθεί κανείς πώς μπορεί να συνεχισθεί:
- Η MIG έλαβε παράταση αποπληρωμής των δανείων της από την Τρ. Πειραιώς, που θα έπρεπε να εξοφληθούν στο τέλος του 2020, για μια τριετία, καθώς οι πωλήσεις της Vivartia και της SingularLogic έδωσαν κάποιες «ανάσες» στον υπερχρεωμένο όμιλο. Είχε προηγηθεί, το 2018, η πώληση του θεραπευτηρίου Υγεία, από την οποία άρχισε η αποψίλωση στρατηγικών συμμετοχών για να αποπληρωθούν χρέη.
- Το χρέος της MIG μειώνεται πλέον στα 388 εκατ. ευρώ και όλα δείχνουν ότι η επόμενη μεγάλη κίνηση που θα γίνει δεν θα είναι άλλη από την πώληση και της συμμετοχής στην κορυφαία ακτοπλοϊκή εταιρεία της χώρας, την Attica Συμμετοχών. Η κρίση του κορονοϊού δεν επιτρέπει προς το παρόν την πώληση με ένα καλό τίμημα, καθώς η χρηματιστηριακή αξία της Attica έχει μειωθεί στα 202 εκατ. ευρώ, ενώ ξεπερνούσε τα 300 εκατ. ευρώ πριν ξεσπάσει η νέα κρίση. Η άλλη στρατηγική συμμετοχή της MIG, στη σερβική εταιρεία ακινήτων JSC Robne Kuce Beograd (RKB) δεν είναι σαφές πόσα θα μπορούσε να αποφέρει, εάν έβγαινε προς πώληση.
Εν ολίγοις, ακόμη και αφού έχασε τις περισσότερες σημαντικές συμμετοχές της, η MIG παραμένει υπερχρεωμένη και εξακολουθεί να βρίσκεται σε τροχιά ρευστοποίησης του ενεργητικού της, χωρίς να είναι βέβαιο ότι τα assets που έχουν μείνει στο χαρτοφυλάκιο επαρκούν για να καλυφθούν τα χρέη.
Από τα φιλόδοξα σχέδια στην εξανέμιση κεφαλαίων
Η MIG μπορεί να δημιούργησε ένα αχανές επιχειρηματικό συγκρότημα, όμως η διοίκησή της ήταν πάντα ένα one-man show του Ανδρέα Βγενόπουλου. Στις 5 Νοεμβρίου του 2016, ο ιδρυτής του ομίλου άφησε την τελευταία του πνοή από οξύ έμφραγμα, ενώ τους προηγούμενους μήνες είχε βρεθεί στο στόχαστρο δικαστικής έρευνας στην Κύπρο για την υπόθεση της Marfin Popular Bank και είχε εκδοθεί ένταλμα έκδοσής του στην Κύπρο, το οποίο είχε «παγώσει» με απόφαση του Διεθνούς Διαιτητικού Δικαστηρίου, όπου είχαν προσφύγει η MIG και μέτοχοι της MPB, διεκδικώντας αποζημίωση για τις ζημιές που υπέστησαν από την κρατικοποίηση της τράπεζας.
Η πρώτη εμφάνιση της επωνυμίας “Marfin” στην οδό Σοφοκλέους έγινε στα τέλη της δεκαετίας του ’90. Ο Α. Βγενόπουλος, επικεφαλής νομικού γραφείου που αναλάμβανε υποθέσεις ναυτιλίας, δεν ήταν ευρύτερα γνωστός εκτός Πειραιά και η χρηματιστηριακή αγορά άρχισε να συζητεί για την Marfin όταν η εταιρεία, που τότε έδρευε στις Παρθένους Νήσους, αγόρασε σημαντικό ποσοστό των προνομιούχων μετοχών της Παυλίδης και μπλόκαρε την προσπάθεια της Kraft να θέσει την εταιρεία εκτός Χρηματιστηρίου, μέχρι που, με αρκετά υψηλό τίμημα, η Kraft αγόρασε τις προνομιούχες μετοχές.
Το σχέδιο του Α. Βγενόπουλου ήταν εξαρχής να κινητοποιήσει εφοπλιστικά κεφάλαια για επενδύσεις στη στεριά, αξιοποιώντας τις σχέσεις εμπιστοσύνης που είχε χτίσει από την εμπειρία του ως νομικός σύμβουλος ναυτιλιακών εταιρειών. Αυτό αποτυπώθηκε και στην επωνυμία της εταιρείας του: Marfin, δηλαδή Maritime Finance.
Η Marfin εξαγόρασε το 1998 την επενδυτική εταιρεία Μεσογειακή, η οποία έγινε το «όχημα» για την εισαγωγή της Marfin στο ΧΑ. Αργότερα, ήλθε η εξαγορά της εισηγμένης Επιφάνεια – Ιντερτύπ και η μετονομασία της εταιρείας σε Marfin Comm A.E. Συμμετοχών. Το 2001, η Marfin μπήκε στον τραπεζικό τομέα, με την εξαγορά από την Τράπεζα Πειραιώς της ανενεργής Prime Bank, η οποία μετονομάσθηκε σε Marfin Bank.
To 2005, η Marfin ολοκλήρωσε μια μεγάλη αύξηση κεφαλαίου, ύψους 400 εκατ. ευρώ για να χρηματοδοτήσει τις επόμενες κινήσεις της στον τραπεζικό τομέα. Η εξαγορά της Εγνατίας στην Ελλάδα και της Λαϊκής Τράπεζας στην Κύπρο δημιούργησαν τον τραπεζικό βραχίονα των δραστηριοτήτων του Ανδρέα Βγενόπουλου, την Marfin Popular Bank, που για λίγο έγινε μητρική εταιρεία της Marfin, πριν διαχωρισθούν οι δύο συγγενείς εταιρείες το 2007, όταν η Marfin μεταβίβασε στην MPB όλα τα τραπεζικά assets.
Η χρονιά – σταθμός στην εξέλιξη της Marfin σε Marfin Investment Group με συμμετοχές σε πολλές μεγάλες εταιρείες της χώρας ήταν το 2007, όταν ολοκληρώθηκε η αύξηση κεφαλαίου των 5,19 δισ. ευρώ, που έδωσε στην εταιρεία συμμετοχών μια τεράστια κεφαλαιακή «δύναμη πυρός» για να προχωρήσει σε μεγάλα deal. Μέρος της αύξησης κεφαλαίου καλύφθηκε από το Dubai Financial Group, τον επενδυτικό βραχίονα του Ντουμπάι, ενώ στην αύξηση συμμετείχαν και εφοπλιστικά κεφάλαια. Αργότερα, όταν ερευνήθηκαν οι δραστηριότητες της Marfin Popular Bank στην Κύπρο, διαπιστώθηκε ότι μεγάλο μέρος της αύξησης κεφαλαίου του 2007 είχε καλυφθεί με μετοχοδάνεια που είχε χορηγήσει η MPB.
Με τα 5 δισ. ευρώ στο ταμείο, η MIG έγινε ο όμιλος που σχεδόν επί καθημερινής βάσης βρισκόταν στο επίκεντρο των συζητήσεων για εξαγορές που έκανε, ή που φερόταν να σχεδιάζει ή να συζητεί. Λίγες μόνο ημέρες μετά την ολοκλήρωση της αύξησης η MIG προχώρησε στην πρώτη θεαματική επενδυτική κίνηση: απέκτησε το 30% της Vivartia σε τιμή κατά 35% υψηλότερη της τιμής της μετοχής στο ΧΑ, επενδύοντας 500 εκατ. ευρώ. Ακολούθησε δημόσια πρόταση για την απόκτηση του 100% των μετοχών της Vivartia επενδύοντας συνολικά πάνω από 1 δισ. ευρώ.
Ακολούθησε καταιγισμός: Μεγάλες εταιρείες, όπως η Attica Συμμετοχών, η SingularLogic και το Υγεία πέρασαν στο χαρτοφυλάκιο της MIG. Η εταιρεία συμμετοχών απέκτησε σημαντικό ποσοστό μετοχών του ΟΤΕ, τις οποίες τελικά πούλησε στην Deutsche Telekom. Θριαμβευτικά, απέκτησε την Ολυμπιακή, αλλά τελικά την μεταβίβασε στην Aegean, το 2013, αφού βρέθηκε και πάλι σε δεινή οικονομική κατάσταση.
Πέρα από τα πολλά προβλήματα που είχε το επιχειρηματικό μοντέλο της MIG (ακριβές εξαγορές, έλλειψη αποτελεσματικής ενιαίας διοίκησης σε έναν ετερόκλητο όμιλο) ο υπερβολικός δανεισμός ήταν και εξακολουθεί να είναι το μεγάλο του πρόβλημα, που επιδεινώθηκε ραγδαία από τη στιγμή που κατέρρευσε η Marfin Popular Bank στην Κύπρο, μετά το ελληνικό PSI («κούρεμα» του χρέους). Η MPB πέρασε στον έλεγχο της Τράπεζας Πειραιώς, η οποία «κληρονόμησε» με αυτό τον τρόπο και τα δάνεια της MPB προς τη MIG, ενώ στα χρόνια της κρίσης ο δανεισμός αυτός γινόταν όλο και πιο δυσβάστακτος για τη MIG και τις θυγατρικές της και έλεγχος της δεν άργησε να περάσει στην Τρ. Πειραιώς, που έγινε ο μεγαλύτερος μέτοχος μέσα από μετατροπές ομολόγων σε μετοχές.
Έτσι, 13 χρόνια μετά την αύξηση κεφαλαίου που είχε εντυπωσιάσει την αγορά, η MIG είναι πλέον μια σκιά του παλιού εαυτού της, θυμίζοντας περισσότερο προβληματική εταιρεία που εκκαθαρίζεται, παρά τον όμιλο που ο Α. Βγενόπουλος φιλοδοξούσε να μετατρέψει σε «καρδιά» της ελληνικής επιχειρηματικότητας.