Κέρδη που υπερκαλύπτουν τα λειτουργικά κόστη του κάθε πλοίου κατά σχεδόν οκτώ φορές, ή 780%, έχουν την ευκαιρία να καταγράψουν αυτήν την περίοδο όσοι εφοπλιστές μπορούν να διαθέσουν τα δεξαμενόπλοιά τους για την αποθήκευση πετρελαίου. Πρόκειται για την όψιμη «φρενίτιδα», η οποία έχει κυριεύσει την ναυλαγορά και οφείλεται στην έλλειψη ζήτησης για τον μέχρι πρότινος αποκαλούμενο «μαύρο χρυσό».
Την προηγούμενη Παρασκευή, σύμφωνα με υπολογισμούς ναυτιλιακών πηγών, ο μέσος ημερήσιος ναύλος για τα συγκεκριμένα πλοία είχε καταγράψει αύξηση της τάξεως του 740% σε σχέση με το επίπεδο που βρισκόταν πριν από ένα χρόνο.
Μάλιστα, οι νέες ναυλώσεις που αναμένονται να πραγματοποιηθούν αυτήν την εβδομάδα και αφορούν στην περίοδο από τον Μάιο και μετά αναμένεται να «κλείσουν» σε ακόμα υψηλότερο επίπεδο, ακόμα και της τάξεως των 220.000 δολαρίων/ημέρα, με την αύξηση σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2019, να υπολογίζεται σε περίπου 800%!
Μάλιστα, ο επικεφαλής της νορβηγικής εταιρείας Frontline, Ρόμπερτ Χβίντε Μακλέοντ, ανέφερε προ ημερών ότι ο μέσος ναύλος των VLCC κινείται πέριξ των 150.000 δολαρίων/ημέρα, από μόλις 10.000 δολάρια/ημέρα τον Απρίλιο του 2019, μια αύξηση της τάξεως του 1.400%.
Όπως αναφέρουν οι μεγαλύτερες εταιρείες διαχείρισης δεξαμενόπλοιων, το μέσο ημερήσιο λειτουργικό κόστος των πλοίων τύπου VLCC διαμορφώνεται σε περίπου 25.000 δολάρια/ημέρα. Είναι λοιπόν ξεκάθαρο το υπερκέρδος που καταγράφουν αυτήν την περίοδο τα συγκεκριμένα πλοία.
Μάλιστα, πηγές που παρακολουθούν τις εξελίξεις, αναφέρουν ότι στην πραγματικότητα το κέρδος των πλοιοκτητών είναι ακόμα μεγαλύτερο, καθώς τα πλοία τους δεν χρησιμοποιούνται για την μεταφορά πετρελαίου, αλλά μόνο για την αποθήκευσή του.
Αυτό συνεπάγεται ακόμα χαμηλότερο κόστος λειτουργίας, καθώς οι ανάγκες σε πληρώματα είναι πολύ μικρότερες, ενώ ταυτόχρονα και ο μηχανολογικός εξοπλισμός του πλοίου υφίσταται ελάχιστη φθορά, σε σχέση με την εκτέλεση ενός δρομολογίου στην άλλη πλευρά της υφηλίου. Το μόνο που πραγματοποιούν τα πληρώματα ασφαλείας που βρίσκονται πάνω σε κάθε πλοίο είναι ορισμένες εργασίες συντήρησης, ώστε οι μηχανές να είναι πλήρως λειτουργικές όταν αυτό απαιτηθεί.
Η κατακόρυφη πτώση της ζήτησης και της τιμής του πετρελαίου, σε συνδυασμό με την πλεονάζουσα προσφορά (είναι πολύ πιο εύκολο να μειωθεί η κατανάλωση παρά η παραγωγή πετρελαίου), έχουν ως αποτέλεσμα την υπερπλήρωση των περισσότερων εγκαταστάσεων αποθήκευσης στην ξηρά, με αποτέλεσμα τα υπερδεξαμενόπλοια τύπου VLCC, τα οποία έχουν μεταφορική ικανότητα 300.000 τόνων έκαστο, να είναι περιζήτητα.
Ωστόσο, μεγάλη ζήτηση για πλωτές αποθήκες πετρελαίου έχουν και μικρότερα πλοία, όπως τα Suezmax των 120.000 – 200.000 τόνων, των οποίων ο μέσος ημερήσιος ναύλος έχει αυξηθεί κατά σχεδόν 200% σε ετήσια βάση, ενώ τα ακόμα μικρότερα Aframax των 80.000 - 120.000 τόνων έχουν καταγράψει διπλασιασμό ναύλων.
Σε πρόσφατες δηλώσεις του, ο επικεφαλής της εισηγμένης εταιρείας δεξαμενόπλοιων, Nordic American Tankers, Χέρμπγιορν Χάνσον, ανέφερε ότι «δεν έχουμε δει ποτέ πριν τόσο δυνατή ναυλαγορά. Κερδίζουμε πολλά χρήματα αυτήν την περίοδο». Η εταιρεία έχει ως πελάτες μεγάλες πετρελαϊκές εταιρείες, όπως η Exxon Mobil και η BP, και αναμένει αύξηση των εσόδων της κατά 65% κατά το πρώτο τρίμηνο, ενώ για το δεύτερο τρίμηνο, οι προβλέψεις είναι ακόμα πιο αισιόδοξες.
Σύμφωνα με έρευνα της Wall Street Journal, που δημοσιεύτηκε στο τέλος της προηγούμενης εβδομάδας κι έγινε μεταξύ 16 μεγάλων «παικτών» της αγοράς δεξαμενόπλοιων (στους οποίους περιλαμβάνονταν κι Έλληνες εφοπλιστές), προέκυψε ότι 100 από τα 815 VLCC του παγκόσμιου στόλου, ναυλώθηκαν μέσα σε διάστημα μόλις 12 ημερών εντός του Απριλίου.
Όπως εκτιμούν στελέχη της Διεθνούς Υπηρεσίας Ενέργειας (International Energy Agency), έως και 15% του συνολικού στόλου δεξαμενόπλοιων θα μπορούσε να μετατραπεί σε πλωτές αποθήκες πετρελαίου για περίπου 320 εκατ. βαρέλια. Στην προηγούμενη κορύφωση αυτής της τάσης αυτής, το 2009, περίπου 100 εκατ. βαρέλια είχαν αποθηκευτεί προσωρινά σε δεξαμενόπλοια.