Ηχηρά ονόματα αλλά και απουσίες έκρυβε η λίστα με τα έξι επενδυτικά funds και τις τρεις ενεργειακές εταιρείες που εξέφρασαν τελικά ενδιαφέρον για την απόκτηση του 100% του μετοχικού κεφαλαίου της ΔΕΠΑ Υποδομών.
Στα δυνατά ονόματα συγκαταλέγονται η Italgas, δηλαδή ο μεγαλύτερος διανομέας φυσικού αερίου στην Ιταλία και τρίτος μεγαλύτερος διαχειριστής δικτύων στην Ευρώπη, η China Resources Gas Group, ένας από τους κορυφαίους ομίλους επιχειρήσεων φυσικού αερίου στην Κίνα, η ανερχόμενη τσεχική EPH, (είχε διεκδικήσει τις λιγνιτικές μονάδες της ΔΕΗ), με περιουσιακά στοιχεία σε πλήθος χωρών, όπως Γερμανία, Ιταλία, Ηνωμένο Βασίλειο, Γαλλία, καθώς και τρία πολύ ισχυρά funds. Το αμερικανικό ΚΚR με υπό διαχείριση κεφάλαια 206 δισ. δολ. και τα αυστραλιανά Macquarie (129 δισ δολ) και First State Investments (160,6 δισ. δολ).
Στις απουσίες, ξεχωρίζει η έτερη ιταλική ενεργειακή εταιρεία, η SNAM - εκ των μετόχων του ΔΕΣΦΑ- για την οποία μέχρι χθες το πρωί, όλες οι ενδείξεις συνηγορούσαν υπέρ της καθόδου της στον διαγωνισμό.
Τελικά και έπειτα από έντονες διεργασίες μεταξύ των δύο ιταλικών εταιρειών SNAM και Italgas, που βρίσκονταν σε εξέλιξη μέχρι και χθες το πρωί, ο ιταλικός «εμφύλιος» αποφεύχθηκε -σε αυτήν τουλάχιστον την φάση- και η πρώτη (μαζί της και οι δύο συνεταίροι της στον ΔΕΣΦΑ, Fluxys και Enagas) δεν εμφανίσθηκαν στο διαγωνισμό. Είχε προηγηθεί σχετική διευκρίνιση από το ΤΑΙΠΕΔ ότι σε περίπτωση που προσέρχονταν και οι δύο ιταλικές εταιρείες, θα προέκυπτε για αμφότερες κίνδυνος αποκλεισμού, καθώς έχουν κοινό μέτοχο: Το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων της Ιταλίας (CDP), που κατέχει το 26,04% στην Italgas και το 31,04% στην Snam, ενώ η ίδια η Snam κατέχει το 13,5% της Italgas.
Πιθανή συμμαχία στην πορεία
Το σίριαλ βέβαια για την διεκδίκηση της ΔΕΠΑ Υποδομών μόλις τώρα ξεκινά. Συγκλίνουσες εκτιμήσεις συνηγορούν στην άποψη ότι πιθανώς στην πορεία να επιδιωχθεί οι μέτοχοι του ΔΕΣΦΑ (SNAM, Fluxys και Enagas) να συνεργαστούν με την Italgas.
Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, οι τρεις εταιρείες -των οποίων οι επικεφαλής είχαν μεταφέρει προ μηνός στον πρωθυπουργό το ισχυρό τους ενδιαφέρον για τις ελληνικές υποδομές αερίου (ΔΕΠΑ Υποδομών, πλωτό σταθμό Αλεξανδρούπολης, Υπόγεια Αποθήκη Καβάλας) - θα επιμείνουν στις στοχεύσεις τους. Σύμφωνα μάλιστα με τους ίδιους κύκλους εμφανίζονται λίαν ικανοποιημένοι από την χθεσινή εξέλιξη, δηλαδή από το γεγονός ότι αποφεύχθηκε ο «ιταλικός εμφύλιος» για την ΔΕΠΑ.
Την ομάδα των 9 υποψηφίων συμπληρώνουν το επενδυτικό κεφάλαιο Antin Infrastructure Partners με συνολικό ύψος υπό διαχείριση κεφαλαίων 6,6 δισ. ευρώ, η διεθνής εταιρεία διαχείρισης επενδύσεων I Squared Capital με δύο κεφάλαια επενδύσεων σε υποδομές (3 δισ. δολ. και 7 δισ. δολ. αντίστοιχα) και η κινεζική SINO-CEEF, με μετόχους τις Industrial and Commercial Bank of China (ICBC), China Life, Fosun Group και Royal Eagle Group, που εστιάζει στην κεντρική και ανατολική Ευρώπη, την ευρύτερη ευρωπαϊκή ήπειρο και άλλες γεωγραφικές περιοχές που σχετίζονται με την πρωτοβουλία «One Belt, One Road».
Απόδοση 8% έναντι 3% στην Δ. Ευρώπη
Κοινός παρονομαστής για όλους τους παραπάνω ότι οι θυγατρικές της ΔΕΠΑ Υποδομών, δηλαδή οι τρεις διαχειριστές δικτύων διανομής σε Αττική (ΕΔΑ Αττικής), Θεσσαλονίκη-Θεσσαλία (ΕΔΑ ΘΕΣΣ) και υπόλοιπη Ελλάδα (ΔΕΔΑ), προσφέρουν λίαν ελκυστικές αποδόσεις, που είναι σταθερές καθώς ρυθμίζονται από την ΡΑΕ, άρα δεν επηρεάζονται από διακυμάνσεις και διαμορφώνονται στο 8%.
Η αιτία συνδέεται με το γεγονός ότι τα ελληνικά δίκτυα διανομής είναι νεαρής ηλικίας, έχουν υψηλό country risk έχουν υψηλό δανεισμό και δεν έχουν αποσβεστεί, γι’ αυτό και η ΡΑΕ ορίζει το μέσο σταθμισμένο κόστος κεφαλαίου (Weighted Average Cost of Capital - WACC) σε υψηλά επίπεδα. Το ίδιο εξάλλου κάνει και με τους διαχειριστές διανομής στον ηλεκτρισμό, δηλαδή τους ΑΔΜΗΕ, ΔΕΔΔΗΕ.
Στους αντίστοιχους διαχειριστές δικτύων διανομής της Βόρειας και Δυτικής Ευρώπης για παράδειγμα, ακριβώς επειδή μιλάμε για αποσβεσμένα δίκτυα, χαμηλό δανεισμό και country risk, οι αποδόσεις περιορίζονται σε επίπεδα της τάξης τους 3%. Σε ένα πλανήτη αρνητικών επιτοκίων, αποδόσεις τύπου 8%, είναι περιζήτητες για ευρωπαϊκές ενεργειακές εταιρείες, αλλά και για μεγάλα funds, όπως αυτά που συμμετείχαν στο διαγωνισμό.