Η τουρκική οικονομία κατορθώνει να διατηρηθεί σε θετική πορεία, αλλά με ιδιαίτερα υψηλό κόστος για τους πολίτες της γειτονικής χώρας, οι οποίοι συνεχίζουν να βλέπουν τα εισοδήματά τους να συρρικνώνονται, ενώ όλο και μεγαλύτερο μέρος της οικονομικής «πίτας» παίρνουν οι επιχειρηματίες.
Το τουρκικό ΑΕΠ «έτρεξε» με ρυθμό 5,6% το 2022, αν και η οικονομική ανάπτυξη επιβραδύνθηκε σε 3,5% στο δ’ τρίμηνο του περασμένου έτους. Την ίδια ώρα, όμως, τα στοιχεία έδειξαν ότι οι Τούρκοι εργαζόμενοι δεν απολαμβάνουν σημαντικό μέρος της ανάπτυξης. Αντίθετα, έγιναν πιο φτωχοί.
Οι αμοιβές των εργαζομένων, συμπεριλαμβανομένων των μισθών, των ημερομισθίων και των ασφαλιστικών εισφορών, μειώθηκαν στο 26,5% της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας (ΑΠΑ), από 30,1% το 2021. Με άλλα λόγια, το εργατικό δυναμικό, το οποίο αντιπροσωπεύει το συντριπτικό μέρος του πληθυσμού, είδε το μερίδιό του από το εθνικό εισόδημα να συρρικνώνεται.
Αντίθετα, το μερίδιο του καθαρού λειτουργικού πλεονάσματος ή μικτού εισοδήματος, το οποίο αποτελείται κυρίως από επιχειρηματικά κέρδη και άλλα έσοδα, όπως οι αποδόσεις από τόκους, αυξήθηκε στο 54,5% από 52,5% το 2021. Σε ένδειξη εμβάθυνσης των εισοδηματικών ανισοτήτων, το μερίδιο της εργασίας στην ΑΠΑ μειώνεται συνεχώς από το 2016, όταν ήταν 36%.
Οι αναλυτές εκτιμούν ότι για φέτος θα υπάρξει υποχώρηση της ανάπτυξης, αλλά όχι διολίσθηση σε ύφεση, στον απόηχο και των δύο καταστροφικών σεισμών στις αρχές Φεβρουαρίου, που κόστισαν τη ζωή σε περισσότερους από 44.000 ανθρώπους και προκάλεσαν εκτεταμένες καταστροφές σε 10 επαρχίες της χώρας, οι οποίες αντιστοιχούσαν και σε σημαντικό μερίδιο της αγροτικής παραγωγής που τροφοδοτούσε τα μεγάλα αστικά κέντρα.
Βάσει της μέσης εκτίμησης των αναλυτών που συμμετείχαν σε έρευνα του Reuters αναμένεται ότι ο ρυθμός ανάπτυξης φέτος θα φθάσει στο 2,8%, με τις εκτιμήσεις να κυμαίνονται μεταξύ 1,2% και 3,9%.
«Φούσκα» καταναλωτικής ζήτησης
Κατόπιν πιέσεων του Ερντογάν, η κεντρική τράπεζα πραγματοποίησε μια σειρά ανορθόδοξων μειώσεων των επιτοκίων, συνολικού ύψους 500 μονάδων βάσης, τους τελευταίους τέσσερις μήνες του 2021, παρά την ανοδική τάση του πληθωρισμού. Η αμφιλεγόμενη αυτή πολιτική οδήγησε σε ελεύθερη πτώση τη λίρα έναντι του δολαρίου, έχοντας αρνητική επίδραση στην οικονομία, καθώς η Τουρκία εξαρτάται από τις εισαγωγές και ως εκ τούτου το κόστος διαβίωσης εκτοξεύθηκε.
Το ράλι ανόδου των τιμών πυροδότησε τη ζήτηση, καθώς οι καταναλωτές έσπευσαν να αγοράσουν διαρκή αγαθά προτού οι τιμές αυξηθούν περαιτέρω ή προσπάθησαν να προστατεύσουν την αξία των χρημάτων τους, επενδύοντας σε σπίτια και αυτοκίνητα. Έτσι, η έκρηξη της εγχώριας ζήτησης έγινε ο κύριος μοχλός ανάπτυξης, ιδίως για τη βιομηχανία, τη ραχοκοκαλιά της οικονομίας.
Η αύξηση του ΑΕΠ το πρώτο και το δεύτερο τρίμηνο του 2022 ανήλθε σε 7,6% και 7,8%, αντίστοιχα, σύμφωνα με τα αναθεωρημένα στοιχεία που δημοσίευσε η τουρκική στατιστική υπηρεσία, προτού υποχωρήσει στο 4% το τρίτο τρίμηνο και στο 3,5% το τέταρτο υπό την επίδραση της υποχώρησης της ζήτησης. Πέρυσι το ΑΕΠ ανήλθε σε 905,5 δισ. δολάρια, από 807 δισ. δολάρια το 2021, όταν η τουρκική οικονομία κατατασσόταν ως η 21η μεγαλύτερη στον κόσμο. Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ αυξήθηκε στα 10.655 δολάρια από 9.592 δολάρια το προηγούμενο έτος.
Το ΑΕΠ της χώρας σε δολάρια είχε κορυφωθεί στα 958 δισ. δολάρια το 2013 για να καταστήσει την τουρκική οικονομία την 16η μεγαλύτερη στον κόσμο, με το κατά κεφαλήν ΑΕΠ να φτάνει τα 12.158 δολάρια.
Η πορεία του πληθωρισμού
Ο πληθωρισμός στη χώρα αποκλιμακώθηκε στο 55,2% τον Φεβρουάριο από 57,7% που ήταν τον προηγούμενο μήνα, όμως, όπως συμβαίνει και σε αρκετές ακόμη χώρες, οι τιμές σε βασικά αγαθά δεν υποχωρούν με τον ίδιο ρυθμό, ενώ η νομισματική πολιτική αντί να περιορίζει, ενισχύει τις πληθωριστικές πιέσεις.
«Οι υποκείμενες πιέσεις στις τιμές στην Τουρκία παραμένουν ανησυχητικές και πιθανώς έχουν επιδεινωθεί λόγω του σεισμού», εκτίμησαν αναλυτές της Goldman Sachs, οι οποίοι σημειώνουν ότι «παρ’ όλο που αναμένουμε ότι οι εξαιρετικά υψηλές επιδράσεις βάσης θα οδηγήσουν τον πληθωρισμό χαμηλότερα στο μέλλον, πιστεύουμε ότι ο ρυθμός αυτής της μείωσης θα είναι βραδύτερος από ό,τι αναμενόταν προηγουμένως. Ο πληθωριστικός αντίκτυπος της καταστροφής θα προέλθει πιθανότατα από τα πιθανά προβλήματα στην αλυσίδα εφοδιασμού, τις υψηλότερες τιμές των δομικών υλικών και την αύξηση του πληθωρισμού των τροφίμων και των ενοικίων, καθώς και τη χαλάρωση που αναμένουμε από τις υψηλότερες κρατικές δαπάνες».