Αντιμέτωπη με πιθανή αποβιομηχανοποίηση λόγω της έκρηξης του ενεργειακού κόστους βρίσκεται η Γερμανία, όπως αναφέρει δημοσίευμα του Bloomberg, με αυτοκινητοβιομηχανίες, εταιρείες χημικών και χάλυβα να εμφανίζονται αδύναμες να το αντιμετωπίσουν ή έστω να μεταβιβάσουν σημαντικό μέρος του στους πελάτες τους.
Οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου στη Γερμανία υπερδιπλασιάστηκαν μέσα σε μόλις δύο μήνες, με την τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία αποτελεί και σημείο αναφοράς για την Ευρώπη, να ξεπερνά τα 540 ευρώ ανά μεγαβατώρα, ενώ πριν από μία διετία ήταν μόλις 40 ευρώ.
«Ο ενεργειακός πληθωρισμός είναι πολύ πιο δραματικός εδώ απ' ό,τι αλλού», δήλωσε ο Ralf Stoffels, διευθύνων σύμβουλος της BIW Isolierstoffe μιας εταιρείας παραγωγής εξαρτημάτων σιλικόνης για τις βιομηχανίες αυτοκινήτων, αεροδιαστημικής και συσκευών. «Φοβάμαι μια σταδιακή αποβιομηχανοποίηση της γερμανικής οικονομίας».
Η χώρα βασιζόταν στο φυσικό αέριο από τη Ρωσία για να τροφοδοτεί τα εργοστάσιά της, αλλά πλέον αντιμετωπίζει ακόμη και τον κίνδυνο επιβολής δελτίου για χρήση ηλεκτρικού ρεύματος στη βιομηχανία. Προσωρινές διακοπές λειτουργίας λόγω των υψηλών τιμών έχουν παρατηρηθεί και στο παρελθόν, με την παραγωγή λιπασμάτων και χάλυβα να περιορίζεται τον Δεκέμβριο και τον Μάρτιο.
Το ράλι του φυσικού αερίου συνεχίζεται ακάθεκτο με την τιμή του να ξεπερνά την Πέμπτη 18 Αυγούστου τα 241 ευρώ ανά μεγαβατώρα, τιμή υπερδιπλάσια σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια, ενώ η γερμανική κυβέρνηση εφαρμόζει προγράμματα στήριξης για νοικοκυριά και επιχειρήσεις, αλλά ακόμη και η πλούσια Γερμανία υπάρχουν φόβοι ότι κάποια στιγμή θα «στεγνώσει» οικονομικά.
Κατά τους πρώτους έξι μήνες του τρέχοντος έτους, ο όγκος των εισαγωγών χημικών αυξήθηκε κατά περίπου 27% σε σχέση με την ίδια περίοδο πέρυσι, σύμφωνα με κυβερνητικά στοιχεία που αναλύθηκαν από τη συμβουλευτική εταιρεία Oxford Economics. Ταυτόχρονα, η παραγωγή χημικών προϊόντων μειώθηκε, με την παραγωγή τον Ιούνιο να υποχωρεί σχεδόν κατά 8% σε σχέση με τον Δεκέμβριο.
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο σε έκθεσή του τόνισε ότι η Γερμανία πρόκειται να είναι η χώρα με τις χειρότερες επιδόσεις στους G7 φέτος, λόγω της εξάρτησης της βιομηχανίας από το ρωσικό φυσικό αέριο.
Ο μεγαλύτερος παραγωγός χαλκού στην Ευρώπη, η Aurubis με έδρα το Αμβούργο, στοχεύει να ελαχιστοποιήσει τη χρήση φυσικού αερίου και να μετακυλήσει το κόστος ενέργειας στους πελάτες, όπως δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος Roland Harings στις 5 Αυγούστου. Ο κορυφαίος όμιλος παραγωγής ζάχαρης Suedzucker έχει σχεδιάσει ενεργειακά σχέδια έκτακτης ανάγκης σε περίπτωση που η Ρωσία διακόψει εντελώς την παροχή φυσικού αερίου στη Γερμανία.
Μια παρατεταμένη άνοδος των τιμών της ενέργειας μπορεί να καταλήξει να μεταμορφώσει το οικονομικό τοπίο της ηπείρου, δήλωσε η Simone Tagliapietra, στέλεχος του Bruegel, σημειώνοντας ότι «ορισμένες βιομηχανίες θα υποστούν σοβαρή πίεση και θα πρέπει να επανεξετάσουν την παραγωγή τους στην Ευρώπη».