Την επιβολή ανώτατων ορίων στις τιμές εισαγωγής ρωσικού πετρελαίου και αερίου συμφώνησαν να μελετήσουν οι ηγέτες των επτά ισχυρότερων κρατών στον κόσμο, με στόχο έτσι να περιορίσουν την ικανότητα της Μόσχας να χρηματοδοτεί την εισβολή της στην Ουκρανία, όπως δήλωσαν σήμερα αξιωματούχοι της G7.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση θα διερευνήσει με διεθνείς εταίρους τρόπους για τη μείωση των τιμών της ενέργειας, περιλαμβανομένου του κατά πόσον είναι εφικτό να επιβληθούν προσωρινά ανώτατα όρια στις τιμές εισαγωγής, αναφέρεται σε ένα απόσπασμα του τελικού ανακοινωθέντος της G7 που είδε το Reuters. Οι αξιωματούχοι είπαν πως αυτό αφορά τόσο το πετρέλαιο όσο και το αέριο.
Η G7 συζητούσε την επιβολή ενός ορίου στις τιμές στις οποίες αγοράζει ρωσική ενέργεια ώστε να εμποδίσει τη Μόσχα να ωφεληθεί από την εισβολή της στην Ουκρανία, εξαιτίας της οποίας έχουν αυξηθεί κάθετα οι τιμές του πετρελαίου και του αερίου. Τα έσοδα από τις εξαγωγές ρωσικού πετρελαίου αυξήθηκαν το Μάιο μολονότι οι κυρώσεις έχουν μειώσει τον όγκο των εξαγωγών του, ανέφερε στη μηνιαία έκθεσή του για τον Ιούνιο ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (IEA).
Οι ΗΠΑ ήταν οι πρώτες που ζήτησαν να υπάρξει ένας μηχανισμός που θα έθετε ανώτατα όρια στην τιμή που πληρώνουν οι άλλες χώρες για το ρωσικό πετρέλαιο.
Η ιδέα είναι να συνδεθούν οι χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, η ασφάλιση και η θαλάσσια μεταφορά φορτίων πετρελαίου με μια ανώτατη τιμή στις τιμές του ρωσικού πετρελαίου. Έτσι, αν ένας μεταφορέας ή ένας εισαγωγέας θέλει αυτές τις υπηρεσίες, θα πρέπει να δεσμεύεται ότι το ρωσικό πετρέλαιο πωλείται σε μια καθορισμένη μέγιστη τιμή. Η Ιταλία, η οικονομία της οποίας βασίζεται στη ρωσική ενέργεια, άσκησε πίεση για να επεκταθεί αυτό το όριο των τιμών και στο αέριο.
Οι ΗΠΑ, ο Καναδάς, η Βρετανία και ορισμένες άλλες χώρες έχουν απαγορεύσει τις εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου, αλλά η Ευρωπαϊκή Ένωση εξακολουθεί να εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το ρωσικό αργό. Όπως έχει αναφέρει το Bloomberg, τα ευρωπαϊκά διυλιστήρια πετρελαίου παραλάμβαναν 1,84 εκατομμύρια βαρέλια αργού την ημέρα από τη Ρωσία την περασμένη εβδομάδα, με τις σταθερές συνεχιζόμενες μειώσεις φαίνεται να έχουν επιβραδυνθεί καθώς εταιρείες και χώρες που δεν ήταν πρόθυμες να αγοράσουν ρωσικό πετρέλαιο έχουν ήδη αρχίσει να κάμπτουν τις αντιδράσεις τους.