Πιο αποτελεσματικά φαίνεται πως είναι τα lockdown, όχι μόνο στη διασφάλιση της δημόσιας υγείας αλλά τελικά και στην πιο γρήγορη ανάκαμψη των οικονομιών από την πανδημία, συγκριτικά με τα μέτρα ατομικής προστασίας. Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγει το δεύτερο κεφάλαιο του φετινού World Economic Outlook που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα. Ωστόσο η ανάλυση σημειώνει ότι τα lockdowns μπορεί να επιτyγχάνουν τον επιδιωκόμενο στόχο τους για μείωση των κρουσμάτων και περιορισμό της πανδημίας αλλά παράλληλα πιέζουν δυσανάλογα πιο ευάλωτες ομάδες, όπως είναι οι γυναίκες και οι νέοι.
Όπως επισημαίνεται στην ανάλυση, η οικονομική ύφεση επίσης καθοδηγείται σε μεγάλο βαθμό από ανθρώπους που αποφεύγουν εθελοντικά κοινωνικές αλληλεπιδράσεις για να προστατευθούν από τον νέο ιό. Με αυτό το δεδομένο από μόνη της η άρση των lockdown δε θα μπορούσε να οδηγήσει σε επανεκκίνηση της οικονομίας αν τα ποσοστά νέων λοιμώξεων παραμένουν υψηλά. Ωστόσο, η ανάλυση διαπιστώνει ότι το lockdown μπορεί μεν να επιβάλλει βραχυπρόθεσμα κόστη αλλά στην ουσία οδηγεί πιο γρήγορα σε οικονομική ανάκαμψη λόγω της πιο αποτελεσματικής μείωσης των κρουσμάτων και της πιο γρήγορης επιστροφής των ανθρώπων στις δραστηριότητές τους χωρίς εκτεταμένα ατομικά μέτρα προστασίας που εμποδίζουν πολλές από τις οικονομικές και κοινωνικές δραστηριότητες.
Όπως φαίνεται στο παρακάτω διάγραμμα, σε ολόκληρο το δείγμα 128 χωρών που εξετάστηκαν, τα lockdowns και τα ατομικά μέτρα προστασίας έως την Πέμπτη 8 Οκτωβρίου 2020 συνέβαλαν εξίσου στη μείωση της κινητικότητας κατά τους πρώτους 3 μήνες της επιδημίας. Η συμβολή των ατομικών μέτρων προστασίας ήταν μεγαλύτερη στις προηγμένες οικονομίες όπου οι άνθρωποι μπορούν να εργάζονται πιο εύκολα από το σπίτι ή ακόμη και να έχουν τη δυνατότητα να σταματήσουν να εργάζονται χάρη στις προσωπικές αποταμιεύσεις και την ασφαλιστική τους κάλυψη. Αντίθετα, οι άνθρωποι σε χώρες με χαμηλό εισόδημα συχνά δεν μπορούν να επιλέξουν εθελοντική κοινωνική απόσταση καθώς δεν έχουν τα οικονομικά μέσα για να αντιμετωπίσουν μια προσωρινή απώλεια εισοδήματος. Η ανάλυση των δεδομένων για την αγορά εργασίας δείχνει ότι τόσο τα lockdowns όσο και τα ατομικά μέσα προστασίας συνέβαλαν ουσιαστικά στη μείωση της ζήτησης εργασίας.
Η ανάλυση κρούει τον κώδωνα του κινδύνου καθώς πρέπει να προσμετράται η μεγάλη συμβολή των μέτρων ατομικής προστασίας στη μείωση της κινητικότητας και της δημιουργίας θέσεων εργασίας όταν αποφασίζεται άρση του lockdown ενώ η πανδημία δείχνει ακόμα να είναι σε έξαρση. Η αντιμετώπιση των κινδύνων για την υγεία φαίνεται να αποτελεί προϋπόθεση για μια ισχυρή και διαρκή οικονομική ανάκαμψη.
Στο παρακάτω διάγραμμα φαίνεται ότι οι χώρες που υιοθέτησαν lockdown όταν τα κρούσματα COVID-19 ήταν ακόμη χαμηλά (σ.σ.: όπως και η Ελλάδα) παρουσίασαν πολύ καλύτερα επιδημιολογικά αποτελέσματα σε σχέση με τις χώρες που παρενέβησαν όταν τα κρούσματα ήταν ήδη αυξημένα.
Η ανάλυση επίσης τεκμηριώνει ότι τα lockdown πρέπει να είναι αρκετά αυστηρά για να περιορίσουν τα κρούσματα, υποδηλώνοντας έτσι ότι τα αυστηρά και βραχύβια lockdowns θα μπορούσαν να είναι προτιμότερα από τα ήπια και παρατεταμένα μέτρα.
Η αποτελεσματικότητα των lockdown στη μείωση των κρουσμάτων, σε συνδυασμό με τη διαπίστωση ότι τα αυξημένα κρούσματα μπορούν να βλάψουν σημαντικά την οικονομική δραστηριότητα λόγω των ατομικών μέτρων προστασίας, οδηγεί στην ανάγκη να επανεξετάσουμε την επικρατούσα αφήγηση σχετικά με τα lockdowns που συνεπάγεται μια νέα θέση στο δίλημμα ανάμεσα στην προστασία ζωών και στην προστασία των μέσων επιβίωσης. Η ανάλυση καταλήγει ότι αυτό το δίλημμα στην ουσία αγνοεί ότι τα αποτελεσματικά lockdown που θα ληφθούν στα πρώτα στάδια μίας πανδημίας μπορεί να οδηγήσουν σε ταχύτερη οικονομική ανάκαμψη με τον περιορισμό της πανδημίας και την μείωση των ατομικών μέτρων προστασίας. Αυτά τα μεσοπρόθεσμα κέρδη μπορεί αντισταθμίσουν το βραχυπρόθεσμο κόστος των lockdown και να οδηγήσουν τελικά σε θετικές επιπτώσεις στην οικονομία.
Δυσανάλογο «χτύπημα» σε γυναίκες και νέους
Η ανάλυση επίσης καταδεικνύει τις δυσανάλογες επιπτώσεις που έχει η υγειονομική κρίση σε πιο ευάλωτες ομάδες. Τα δεδομένα κινητικότητας από τη Vodafone για την Ιταλία, την Πορτογαλία και την Ισπανία, δείχνουν ότι η τηλεργασία και το κλείσιμο των σχολείων οδήγησε σε μεγαλύτερη πτώση της εργασιακής κινητικότητας των γυναικών σε σχέση με τους άνδρες. Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στη δυσανάλογη επιβάρυνση που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες στη φροντίδα των παιδιών, κάτι που μπορεί να τις εμποδίσει στο να εκπληρώσουν τις επαγγελματικές τους υποχρεώσεις, θέτοντας έτσι σε κίνδυνο τις ευκαιρίες απασχόλησής τους. Τα δεδομένα της Vodafone αποκαλύπτουν επίσης ότι τα lockdown τείνουν να επηρεάζουν την κινητικότητα των νεότερων άνθρωποι πιο έντονα.
Επίσης τα μέτρα περιορισμού στο σπίτι οδήγησαν σε μια απότομη μείωση της κινητικότητας των ατόμων της ηλικιακής κατηγορίας των 18 - 44 ετών που τείνουν να φροντίζουν τα μικρότερα παιδιά όταν τα σχολεία είναι κλειστά και συχνά έχουν προσωρινές συμβάσεις εργασίας που είναι πιθανότερο να καταγγελθούν κατά τη διάρκεια μιας κρίσης. Ο μεγαλύτερος αντίκτυπος σε αυτούς τους πληθυσμούς απειλεί να αυξήσει την ανισότητα μεταξύ των γενεών.