Eν μέσω πανδημίας, ξεκίνησε σήμερα, Πέμπτη στη Ρωσία μια μακρά διαδικασία με τελικό στόχο την αναθεώρηση του ρωσικού Συντάγματος. Η καταψήφιση της μεταρρύθμισης στο δημοψήφισμα θα αποτελούσε τεράστια έκπληξη, διότι παρά την πτώση της δημοτικότητάς του ο πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν διαθέτει ακόμα πολλούς και σταθερούς ψηφοφόρους.
Σύμφωνα με το ισχύον ρωσικό Σύνταγμα μετά από δύο προεδρικές θητείες, διάρκειας η κάθε μια έξι ετών, ο πρόεδρος Πούτιν δεν επιτρέπεται να θέσει και πάλι υποψηφιότητα. Όπως όλα δείχνουν ωστόσο ο Ρώσος πρόεδρος δεν σχεδιάζει να αποσυρθεί από την ενεργό δράση. Με τη νέα συνταγματική αναθεώρηση ο Βλαντιμίρ Πούτιν δημιουργεί, μόνο για τον εαυτό του, εξαίρεση έτσι ώστε και μετά την εκπνοή της τρέχουσας θητεία του το 2024 να μπορεί να διεκδικήσει και άλλες θητείες. Θεωρητικά, τουλάχιστον, ο πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν θα μπορούσε να είναι υποψήφιος και να εκλεγεί ακόμα δύο φορές παραμένοντας στην προεδρία μέχρι το 2036, όταν θα έχει κλείσει τα 83. Για όλους τους μελλοντικούς υποψήφιους προέδρους ωστόσο θα ισχύει, μετά την επικύρωση των συνταγματικών αλλαγών, νέος κανόνας, με τον οποίο οι προεδρικές θητείες περιορίζονται σε δύο.
Νέες υπερεξουσίες για τον Ρώσο πρόεδρο
Η μεταρρύθμιση διασφαλίζει στον άρχοντα του Κρεμλίνου ακόμα περισσότερες εξουσίες και ευχέρεια κινήσεων. Παρά το γεγονός ότι η Ρωσία είναι ήδη προεδρική δημοκρατία, η συνταγματική μεταρρύθμιση δίνει στον πρόεδρο τον πρώτο λόγο στη χάραξη της κατεύθυνσης προς την οποία θα κινηθεί η χώρα. Κατά συνέπεια η κυβέρνηση περιορίζεται σε ένα καθαρά οργανωτικό ρόλο. Εκτός αυτού, σύμφωνα με τη συνταγματική αναθεώρηση, σε περίπτωση που η Ντούμα καταψηφίσει τρεις φορές τον πρωθυπουργό, τον οποίο έχει διορίσει ο πρόεδρος, η χώρα δεν θα προσφεύγει πια σε εκλογές, όπως προβλέπει το ισχύον Σύνταγμα. Απλά ο νέος πρωθυπουργός θα αναλαμβάνει καθήκοντα.
Επιπλέον γίνεται ευκολότερο για τον πρόεδρο να ορίσει νέο πρωθυπουργό, μιας και δεν θα απαιτείται πια προηγούμενη παραίτηση της κυβέρνησης. Και σαν μην φθάνουν όλα αυτά ορισμένοι υπουργοί θα λογοδοτούν απευθείας στον πρόεδρο και όχι, όπως συμβαίνει σήμερα, στον πρωθυπουργό.
Παράλληλα, η συνταγματική μεταρρύθμιση διασφαλίζει στον πρόεδρο τη δυνατότητα να δρομολογεί την απομάκρυνση δικαστικών από το Συνταγματικό Δικαστήριο ή το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας. Για να το πράξει απαιτείται η σύμφωνη γνώμη του Συμβουλίου της Ρωσικής Ομοσπονδίας. Η επικύρωση από την Άνω Βουλή ωστόσο έχει καθαρά τυπικό χαρακτήρα, μιας και ο πρόεδρος είναι εκείνος που ορίζει συγκεκριμένο αριθμό γερουσιαστών, επτά από τους οποίους διατηρούν δια βίου το αξίωμά τους. Μια ισόβια θέση στην Άνω Βουλή προβλέπει η μεταρρύθμιση και για τον πρόεδρο Πούτιν έτσι ώστε να διατηρηθεί η βουλευτική του ασυλία και μετά την αποχώρηση από τη προεδρία.
Υποσχέσεις για περισσότερη ευημερία
Στην επίσημη ενημερωτική ιστοσελίδα για τις προβλεπόμενες συνταγματικές αλλαγές δεν αναφέρεται πουθενά ότι ο πρόεδρος Πούτιν θέλει να διασφαλίσει μια εξαίρεση για τον εαυτό του και να είναι και πάλι υποψήφιος για την προεδρία και μετά το 2024. Γίνονται ωστόσο εκτενείς αναφορές σε περισσότερη ευημερία, την οποία θα διασφαλίσει η συνταγματική μεταρρύθμιση. Στον ρωσικό Τύπο γίνεται επίσης λόγος «δικαίωμα στις κοινωνικές εγγυήσεις», που περιλαμβάνουν καλύτερη προστασία των εργαζομένων, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη σε προσιτές τιμές, αλλά και τη λεγόμενη αύξηση του αποκαλούμενου «κεφαλαίου μητρότητας» με επίδομα 6.000 ευρώ από το πρώτο κιόλας παιδί.
Για να διασφαλιστούν οι ψήφοι υπερσυντηρικών και εθνικιστικών κύκλων οι συνταγματικές αλλαγές δίνουν ιδιαίτερο βάρος στις «παραδοσιακές οικογενειακές αξίες», οι οποίες αναγνωρίζουν το γάμο μόνο μεταξύ ανδρών και γυναικών, χαρακτηρίζουν τα παιδιά ως κορυφαία προτεραιότητα της ρωσικής πολιτικής και τάσσονται υπέρ της «πατριωτικής αγωγής» τους.
Θα αλλάξουν οι σχέσεις Ρωσίας - Δύσης;
Η συνταγματική μεταρρύθμιση καλείται να «προστατέψει» το ρωσικό κράτος, αλλά και τους ρώσους πολίτες από «βλαβερές» αποφάσεις διεθνών δικαστηρίων. Με άλλα λόγια το διεθνές δίκαιο δεν θα εφαρμόζεται πια στη Ρωσία όταν, για παράδειγμα, το ρωσικό συνταγματικό δικαστήριο αποφαίνεται ότι δεν συνάδει με το εθνικό δίκαιο της χώρας.
Πιο συγκεκριμένα: Η Μόσχα θα μπορούσε πχ. να κατηγορηθεί ότι το 2014 ρωσικές δυνάμεις κατέρριψαν, πάνω από την Ουκρανία, την πτήση ΜΗ17 των μαλαισιανών αερογραμμών με 298 επιβάτες. Ως γνωστόν η πλειονότητα των θυμάτων ήταν Ολλανδοί. Σε δικαστήριο της Χάγης διεξάγεται αυτές τις μέρες σχετική δίκη σε βάρος τεσσάρων κατηγορουμένων, τρεις από τους οποίους είναι Ρώσοι. Παράλληλα στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έχει κατατεθεί, για το ίδιο ζήτημα, προσφυγή κατά της Ρωσίας. Μετά από μια επικύρωση της συνταγματικής μεταρρύθμισης, το πιθανότερο είναι ότι η Ρωσία δεν θα αναγνωρίζει πια τέτοιου είδους δικαστικές αποφάσεις. Ρώσοι πολίτες ωστόσο διατηρούν, προς το παρόν, το δικαίωμα προσφυγής στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.