Το πλεόνασμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της Ευρωζώνης ανήλθε στα 326 δισ., ή 2,1% του ΑΕΠ, κατά τους δώδεκα μήνες έως το τέλος του β΄ τριμήνου του 2025, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Η επίδοση αυτή υποχωρεί από τα 396 δισ. (2,7% του ΑΕΠ) που είχαν καταγραφεί ένα χρόνο νωρίτερα, αντανακλώντας μεταβολές σε βασικά μεγέθη του εξωτερικού ισοζυγίου.
Η σημαντικότερη αιτία της μείωσης ήταν η μετατροπή του πρωτογενούς εισοδήματος από πλεόνασμα 42 δισ. σε έλλειμμα 6 δισ., ενώ παράλληλα διευρύνθηκε το έλλειμμα του δευτερογενούς εισοδήματος (από 164 δισ. σε 180 δισ.).
Επιπλέον, το πλεόνασμα στις υπηρεσίες μειώθηκε στα 154 δισ. από 166 δισ., εξέλιξη που περιόρισε τη συνολική θετική συνεισφορά.
Παρά τη συνολική μείωση του πλεονάσματος, το ισοζύγιο αγαθών παρουσίασε μικρή βελτίωση, αυξανόμενο στα 359 δισ. από 352 δισ. Η άνοδος οφείλεται κυρίως στην αύξηση του πλεονάσματος στα χημικά προϊόντα (από 256 δισ. σε 311 δισ.) και στη μείωση του ελλείμματος στα ενεργειακά προϊόντα (από 274 δισ. σε 250 δισ.).
Ωστόσο, αντισταθμίστηκε εν μέρει από τη μείωση του πλεονάσματος στα μηχανήματα και τα βιομηχανοποιημένα προϊόντα (από 313 δισ. σε 257 δισ.).
Στις υπηρεσίες, οι πιέσεις ήταν πιο έντονες. Το έλλειμμα στις «άλλες επιχειρηματικές υπηρεσίες» αυξήθηκε από 42 δισ. σε 72 δισ., ενώ οι χρεώσεις για τη χρήση δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας επιβάρυναν το ισοζύγιο με 127 δισ., έναντι 104 δισ. την προηγούμενη περίοδο.
Αντίβαρο αποτέλεσε η αύξηση του πλεονάσματος στις τηλεπικοινωνίες, τους υπολογιστές και τις υπηρεσίες πληροφόρησης στα 226 δισ. από 194 δισ.
Το πρωτογενές εισόδημα, που μεταστράφηκε σε έλλειμμα, επηρεάστηκε κυρίως από τη μείωση του πλεονάσματος στις άμεσες επενδύσεις (39 δισ. από 94 δισ.) και την αύξηση του ελλείμματος στα μετοχικά χαρτοφυλάκια (197 δισ. από 184 δισ.).
Ωστόσο, θετική ήταν η συνεισφορά του πλεονάσματος στα ομόλογα (82 δισ. από 69 δισ.) και στα λοιπά επενδυτικά εισοδήματα (10 δισ. από 5 δισ.).
Η Ευρωζώνη κατέγραψε το μεγαλύτερο διμερές πλεόνασμα έναντι του Ηνωμένου Βασιλείου (198 δισ.) και το μεγαλύτερο έλλειμμα έναντι της Κίνας (134 δισ.), αντανακλώντας τη συνεχιζόμενη ανισορροπία στις εμπορικές και επενδυτικές σχέσεις με τις δύο μεγαλύτερες εξωτερικές αγορές.
Στο τέλος του β΄ τριμήνου του 2025, η διεθνής επενδυτική θέση της Ευρωζώνης εμφάνισε καθαρά εξωτερικά περιουσιακά στοιχεία ύψους 1,43 τρισ., που αντιστοιχούν στο 9,3% του ΑΕΠ, καταδεικνύοντας τη διατήρηση ισχυρής καθαρής θέσης απέναντι στον υπόλοιπο κόσμο.
Όπως σημειώνουν αναλυτές της ΕΚΤ, «οι μεταβολές στο ισοζύγιο αντανακλούν τόσο τις διαρθρωτικές προσαρμογές στις εμπορικές σχέσεις όσο και τις ευρύτερες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η οικονομία της Ευρωζώνης από τις εξελίξεις στο διεθνές περιβάλλον».