Η Δανή πρωθυπουργός Μέτε Φρεντέρικσεν απηύθυνε δημόσια συγγνώμη σε δεκάδες γυναίκες στη Γροιλανδία, θύματα αναγκαστικής αντισύλληψης, σε τελετή που πραγματοποιήθηκε στο Νούουκ.
Η εκστρατεία αναγκαστικής αντισύλληψης, που υλοποιήθηκε από τη Δανία στην αρκτική νήσο για περισσότερες από τρεις δεκαετίες, είχε ως αποτέλεσμα σοβαρές σωματικές και ψυχολογικές συνέπειες για χιλιάδες έφηβες και ενήλικες γυναίκες. Συχνά, οι πρακτικές αυτές οδηγούσαν στη στείρωση.
Κατά τη διάρκεια της τελετής στο Κέντρο Πολιτισμού του Νούουκ, πολλά θύματα, ντυμένα στα μαύρα, δεν μπόρεσαν να συγκρατήσουν τη συγκίνησή τους. Στην ομιλία της, η πρωθυπουργός ανέφερε: «Συγγνώμη για την αδικία που υποστήκατε, διότι ήσασταν Γροιλανδέζες. Συγγνώμη για όσα σας πήραν και για τον πόνο που σας προκάλεσε αυτό, εξ ονόματος της Δανίας. Συγγνώμη».
Η 66χρονη Κιρστίνε Μπέρτελσεν, ένα από τα θύματα, δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων ότι η τελετή της επέτρεψε «να προχωρήσει στη ζωή της χωρίς το μίσος, η οργή και η αρνητικότητα να τη βασανίζουν». Η ίδια τόνισε πως συμμετείχε στην εκδήλωση για να ακούσει τη συγγνώμη για τις δύσκολες εμπειρίες που βίωσε, συμπεριλαμβανομένων επεμβάσεων και απώλειας σαλπίγγας.
Η εκστρατεία ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και συνεχίστηκε έως το 1992, με στόχο τον περιορισμό του ποσοστού γεννήσεων στη Γροιλανδία. Έρευνα που παρουσιάστηκε πρόσφατα αποκάλυψε ότι στα τέλη της δεκαετίας του 1970 είχαν τοποθετηθεί ενδομήτρια σπιράλ σε τουλάχιστον 4.070 γυναίκες, δηλαδή σε μία στις δύο Γροιλανδέζες αναπαραγωγικής ηλικίας. Στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων, αυτό συνέβαινε χωρίς συγκατάθεση, ακόμη και σε ανήλικες.
Ο πρωθυπουργός της Γροιλανδίας, Γενς Φρέντερικ Νίλσεν, τόνισε ότι «Αυτές οι συγγνώμες δεν σημαίνουν πως εμείς αποδεχόμαστε ό,τι συνέβη. Είμαστε εδώ σήμερα, διότι δεν αποδεχόμαστε ό,τι συνέβη», διαχωρίζοντας τη θέση του από τη δανέζικη κυβέρνηση.
Η Δανή πρωθυπουργός είχε ζητήσει συγγνώμη με ανακοίνωσή της στα τέλη Αυγούστου, ανταποκρινόμενη σε πάγιο αίτημα των θυμάτων. Επιπλέον, προανήγγειλε τη δημιουργία ενός «ταμείου συμφιλίωσης», το οποίο θα προσφέρει αποζημιώσεις σε Γροιλανδέζες που υπέστησαν διακρίσεις λόγω καταγωγής.