Όσο περισσότερα προβλήματα έχει μία οικονομία, τόσο πιο συχνές είναι οι παρεμβάσεις της κυβέρνησής της για να τη στηρίξει, κάτι που ισχύει σε πολύ μεγάλο βαθμό για την περίπτωση της Κίνας.
Η κινεζική κυβέρνηση άνοιξε το χρηματοκιβώτιο του κράτους και της κεντρικής τράπεζας και ρίχνει ασύλληπτα ποσά όπου μπορεί: στον τομέα του Real Estate για να προλάβει την κατάρρευση περισσότερων εταιρειών, στις τράπεζες για να αντιμετωπίσουν -μεταξύ άλλων- τα νέα κόκκινα δάνεια, στα προβληματικά στεγαστικά δάνεια, ενώ φρόντισε να στηρίξει και τους φτωχούς Κινέζους με επιδόματα. Την ίδια ώρα, η Κεντρική Τράπεζα συνεχίζει να μειώνει τα επιτόκια.
Ο πακτωλός των κεφαλαίων που ρέουν στην κινεζική αγορά και οικονομία, μπορεί να προκάλεσε μία εντυπωσιακή πορεία για τα χρηματιστήρια της χώρας, τα οποία την Παρασκευή εκτοξεύθηκαν στο υψηλότερο επίπεδο από το 2008, αλλά δεν φαίνεται να πείθουν και τους αναλυτές για την αποτελεσματικότητά τους.
Ο ρυθμός ανάπτυξης έχει υποχωρήσει, αρκετές εταιρείες δυσκολεύονται ακόμη και με τα καθημερινά τους έξοδα, η ζήτηση αποδυναμώνεται όχι μόνο για τα εγχώρια αλλά και για τα ξένα προϊόντα, γεγονός που προκαλεί πονοκεφάλους και σε κορυφαίες εταιρείες της υφηλίου.
Η πτώση στη ζήτηση πετρελαίου αποτελεί τη βασική αιτία για την αποκλιμάκωση των τιμών σε διεθνές επίπεδο, ενώ τα μεγαλύτερα προβλήματα φαίνεται ότι αντιμετωπίζουν οι ευρωπαϊκές αυτοκινητοβιομηχανίες, οι οποίες εδώ και πολλά χρόνια στήριζαν σημαντικό μέρος της ανάπτυξής τους στην κινεζική ζήτηση.
Οι οικονομολόγοι του Bloomberg Economics και άλλοι αναλυτές, εκτιμούν ότι ο στόχος της κινεζικής κυβέρνησης για ανάπτυξη 5% φέτος θα επιτευχθεί. Όμως θα πρέπει να γίνουν πολλές ακόμη κινήσεις για να αποφευχθεί το ενδεχόμενο στασιμοπληθωρισμού, ανάλογου τύπου με αυτόν που έχει βιώσει η Ιαπωνία. Αυτό που λείπει από τα κυβερνητικά «πακέτα» είναι μια συνεκτική στρατηγική για να κάνεις τους 1,4 δισεκατομμύρια Κινέζους να αυξήσουν τις δαπάνες τους, τονίζουν αναλυτές.
Μια συζήτηση αναδύεται επίσης στο εσωτερικό της Κίνας σχετικά με το αν θα ξεφύγει από τους άγραφους κανόνες για να διατηρήσει το δημοσιονομικό της έλλειμμα περίπου ή κάτω από το 3% του ΑΕΠ και να διατηρήσει τον λόγο του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ κάτω από το 60%. Η κυβέρνηση θα πρέπει να «ενισχύσει σημαντικά» τις δημοσιονομικές δαπάνες για να πληρώσει για την εκπαίδευση, την ιατρική περίθαλψη και την κοινωνική ασφάλιση, σύμφωνα με τον Ζου Κιγιάν, αναπληρωτή διευθυντή του Ινστιτούτου Παγκόσμιας Οικονομίας και Πολιτικής της Κινεζικής Ακαδημίας Κοινωνικών Επιστημών.
«Σύνδρομο Σοβιετικής Ένωσης»
Την ίδια ώρα κανείς δεν εμπιστεύεται τα Chinese Statistics, καθώς θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι οι αρμόδιοι κυβερνητικοί οργανισμοί παραποιούν δεδομένα, αποκρύπτουν αρκετά ευαίσθητα γεγονότα και μάλλον παραπληροφορούν για την πραγματική κατάσταση της οικονομίας.
Όπως σημειώνει ο Economist με την υποχώρηση της επί δεκαετίες ακολουθούμενης πολιτικής της μερικής απελευθέρωσης της ροής της πληροφορίας, η Κίνα θα δυσκολευτεί να ολοκληρώσει τη φιλοδοξία της για αναδιάρθρωση της οικονομίας γύρω από νέες βιομηχανίες. Όπως η Σοβιετική Ένωση, η Κίνα κινδυνεύει να γίνει παράδειγμα του πώς η αυταρχική διακυβέρνηση δεν είναι μόνο ανελεύθερη αλλά και αναποτελεσματική.
Η αυστηροποίηση της λογοκρισίας υπό τον πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ είναι γνωστή. Οι λογαριασμοί στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ελέγχονται όλο και πιο αυστηρά. Οι αξιωματούχοι είναι πιο επιφυλακτικοί απέναντι σε ειλικρινείς συζητήσεις με ξένους. Οι μελετητές φοβούνται ότι παρακολουθούνται και οι επιχειρηματίες εκστομίζουν συνθήματα του Κομμουνιστικού Κόμματος. Λιγότερο γνωστή είναι η παράλληλη εξαφάνιση των τεχνικών δεδομένων, ειδικά αν είναι άβολα ή ενοχλητικά για το κόμμα. Τα στοιχεία για την ανεργία των νέων, ένα τεράστιο πρόβλημα, είναι πλέον δυσεύρετα.
Οι στατιστικές για το ισοζύγιο πληρωμών έχουν γίνει τόσο περίπλοκες που ακόμη και το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών δυσκολεύεται να τις κατανοήσει. Στις 19 Αυγούστου τα χρηματιστήρια σταμάτησαν να δημοσιεύουν καθημερινά τα δεδομένα για τις μειούμενες εισροές ξένων επενδύσεων. Καθώς το οικονομικό σκηνικό θολώνει, ο ιδιωτικός τομέας δυσκολεύεται να λάβει σωστές αποφάσεις και μάλλον το ίδιο ισχύει και για την κυβέρνηση.