Μειώνονται οι οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες στην ΕΕ, σύμφωνα με την 9η έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη συνοχή, που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα.
Χάρη στην πολιτική συνοχής, εκτιμάται ότι έως το 2027 θα δημιουργηθούν 1,3 εκατομμύρια επιπλέον θέσεις εργασίας στην ΕΕ, με το μεγαλύτερο ποσοστό σε τομείς που σχετίζονται με την πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση. Η πολιτική συνοχής διασφαλίζει επίσης ότι η οικονομική ανάπτυξη των περιφερειών έχει θετικό αντίκτυπο στην ενιαία αγορά της ΕΕ, χάρη στις εμπορικές και επενδυτικές συνδέσεις. Το 2030, το ΑΕΠ της ΕΕ αναμένεται να είναι 1% υψηλότερο λόγω των επενδύσεων στην Πολιτική Συνοχής.
Έως το τέλος του 2022, η χρηματοδότηση στο πλαίσιο της πολιτικής συνοχής μεταξύ 2014 και 2020 είχε στηρίξει περισσότερες από 4,4 εκατομμύρια επιχειρήσεις, δημιούργησε 370.000 θέσεις εργασίας σε αυτές τις επιχειρήσεις και αντιπροσώπευε περίπου το 13% των συνολικών δημόσιων επενδύσεων στην ΕΕ, φθάνοντας το 51% για τα λιγότερο ανεπτυγμένα κράτη μέλη.
Το 2024 σηματοδοτεί 20 χρόνια μετά τη μεγάλη Διεύρυνση της ΕΕ με την ένταξη δέκα νέων κρατών-μελών. Το μέσο κατά κεφαλήν ΑΕΠ των κρατών μελών που προσχώρησαν τότε, αυξήθηκε από 45% του μέσου όρου της ΕΕ, σε σχεδόν 80% το 2023. Το χάσμα με την υπόλοιπη ΕΕ έχει μειωθεί κατά το ήμισυ. Το ποσοστό ανεργίας στα εν λόγω κράτη μέλη μειώθηκε από 13% κατά μέσο όρο σε 4%.
Με προϋπολογισμό ύψους 392 δις. ευρώ τα χρηματοδοτικά προγράμματα της πολιτικής συνοχής για την περίοδο 2021-2027 θα συνεχίσουν να επενδύουν στην ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης, στην πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση, στο ανθρώπινο κεφάλαιο και στην κοινωνική ένταξη, καθώς και στη φυσική και ψηφιακή συνδεσιμότητα.
Πάνω από 100 δισ. ευρώ έχουν προγραμματιστεί για τη στήριξη πράσινων δράσεων μέσω έργων που επικεντρώνονται στις υποδομές ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, την ενεργειακή απόδοση, τα βιώσιμα δίκτυα μεταφορών και τις πρωτοβουλίες για τη διατήρηση της φύσης.
Η σημερινή έκθεση επισημαίνει ότι η κλιματική αλλαγή επιδεινώνει τις περιφερειακές ανισότητες, επηρεάζοντας σε μεγαλύτερο βαθμό τις παράκτιες, μεσογειακές και νοτιοανατολικές περιφέρειες της ΕΕ. Εν προκειμένω, το κόστος της κλιματικής αλλαγής μπορεί να υπερβαίνει το 1% του ΑΕΠ ετησίως.
Για την ψηφιακή μετάβαση, η πολιτική συνοχής επένδυσε 14 δισ. ευρώ μεταξύ του 2014 και του 2020 για την αντιμετώπιση του ψηφιακού χάσματος, τόσο του κοινωνικού όσο και του γεωγραφικού, για παράδειγμα, με τη βελτίωση της πρόσβασης σε υπηρεσίες ηλεκτρονικής διακυβέρνησης και ηλεκτρονικής υγείας και με την προώθηση της ανάπτυξης ευρυζωνικών συνδέσεων σε απομακρυσμένες και αγροτικές περιοχές. Οι επιδόσεις των σταθερών δικτύων βελτιώθηκαν σε όλα τα κράτη μέλη και 7,8 εκατομμύρια νοικοκυριά επωφελήθηκαν από τη βελτίωση της ευρυζωνικής σύνδεσης.
Την περίοδο 2021-2027 περίπου 40 δισ. ευρώ διατίθενται για την ψηφιοποίηση, συμπεριλαμβανομένης της ανάπτυξης ψηφιακών δεξιοτήτων, ψηφιακών τεχνολογιών και της πρόσβασης σε ταχύτερη σύνδεση στο διαδίκτυο σε όλες τις περιφέρειες της ΕΕ, ενώ 45 δισ. ευρώ διατίθενται για την εκπαίδευση και την κατάρτιση.
Κατά τη διάρκεια της υγειονομικής κρίσης COVID-19, διατέθηκαν 23 δισ. ευρώ για την καταπολέμηση της πανδημίας, ιδίως στηρίζοντας την αγορά αναπνευστήρων, εμβολίων και φαρμάκων για νοσοκομεία, την πρόσληψη πρόσθετων εργαζομένων στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης και την παροχή υπηρεσιών κατ' οίκον φροντίδας σε ευάλωτες ομάδες. Λόγω αυτής της στήριξης, όλες οι κατηγορίες περιφερειών επέστρεψαν στα επίπεδα του ΑΕΠ τους το 2019 μόνο δύο έτη μετά την υγειονομική κρίση COVID-19, σε αντίθεση με τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, κατά την οποία χρειάστηκαν περισσότερα από 10 χρόνια για να ανακάμψουν ορισμένες περιφέρειες.
Η πολιτική συνοχής κατέστησε επίσης διαθέσιμη χρηματοδότηση και δυνατότητες ευελιξίας για να βοηθήσει τις περιφέρειες να υποδεχτούν άτομα που προσπαθούν να ξεφύγουν από τον επιθετικό πόλεμο της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας. Η χρηματοδότηση αυτή στήριξε μέτρα έκτακτης ανάγκης, όπως η κατασκευή κέντρων υποδοχής και καταφυγίων και η επένδυση σε κινητά νοσοκομεία και εγκαταστάσεις υγιεινής. Στήριξη παρασχέθηκε επίσης στους τομείς της απασχόλησης, της εκπαίδευσης και της κοινωνικής ένταξης, όπως μαθήματα γλωσσών, ψυχολογική βοήθεια και πρόσβαση σε υπηρεσίες παιδικής μέριμνας και υγειονομικής περίθαλψης.