Αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα πλησίον των υψηλών οκτώμισι ετών παρουσιάζει το ελληνικό χρηματιστήριο και στις πρώτες συνεδριάσεις του Μαΐου, συνεχίζοντας να ξεχωρίζει σε παγκόσμιο επίπεδο φέτος, όπου κρατάει κέρδη κοντά στο 20% σε επίπεδο Γενικού Δείκτη και άνω του 30% σε επίπεδο τραπεζών.
Δικαιώνοντας την παράδοση που θέλει τις εκλογικές χρονιές να είναι (έντονα) ανοδικές, η εγχώρια χρηματιστηριακή αγορά, παρά τους επιμέρους -βραχυχρόνιους– κλυδωνισμούς, παρουσιάζει μια εικόνα πολλά υποσχόμενη, έστω και αν λόγω ιδιόμορφων χαρακτηριστικών, η αγορά εστιάζει κυρίως στις 25 μετοχές του Large Cap και σε λίγες μετοχές του Mid Cap.
Το Χ.Α. -και ευρύτερα η ελληνική οικονομία– είναι σε διαφορετικό timing συγκριτικά με τις διεθνείς αγορές, έχοντας ξεκινήσει από εντελώς άλλη αφετηρία. Η ελληνική οικονομία βγαίνει από μια υπερδεκαετή απομόνωση και αναμένει ίσως και εντός του 2023 ανάκτηση επενδυτικής βαθμίδας που θα αναβαθμίσει όλα τα assets εντός και εκτός χρηματιστηρίου, ενώ το Χ.Α. έχασε το παγκόσμιο bull market που ξεκίνησε από το 2009, καθώς την περασμένη δεκαετία πέρασε δια πυρός και σιδήρου.
Η αγορά μόλις πρόσφατα, στα τέλη Ιανουαρίου 2023 μπόρεσε και «έσπασε» το φράγμα των 1.000 μονάδων όταν άλλοι ξένοι δείκτες κινούνται σε εντελώς άλλα επίπεδα αποτιμήσεων, ενώ μόλις στις 17 Φεβρουαρίου διέσπασε το όριο των 1.100 μονάδων. Ουσιαστικά η ελληνική αγορά, δεν έχει κάνει τίποτα ιδιαίτερο αν συγκριθεί με το παγκόσμιο πάρτι που εξελίχθηκε από το 2009 έως τα μέσα του 2022, όταν οι παγκόσμιες αγορές σταμάτησαν να κάνουν νέα ιστορικά ρεκόρ, επηρεασμένες από την αλλαγή πολιτικής των παγκόσμιων κεντρικών τραπεζών στα επιτόκια.
Εύλογα λοιπόν το Χ.Α. και ευρύτερα η Ελλάδα αποτελούν ελκυστικά επενδυτικά στοιχήματα για τα διεθνή κεφάλαια, καθώς η οικονομία σημειώνει σημαντικότατη πρόοδο όπως όλοι οι κρίσιμοι δείκτες μαρτυρούν, το χρέος μειώνεται, υπάρχει πρωτογενές πλεόνασμα και ευρύτερο νοικοκύρεμα. Οι τράπεζες είναι ξανά ελκυστικές καθώς έχουν «καθαρίσει» τους ισολογισμούς τους, ο τουρισμός οδεύει ξανά προς νέες κορυφές με τις προσδοκίες φέτος να αγγίζουν ή και να ξεπερνούν το όριο εσόδων των 20 δισ. ευρώ, ενώ τα αποτελέσματα των εισηγμένων εταιρειών το 2022 ήταν τα καλύτερα των τελευταίων 15 ετών, ήτοι από την τελευταία καλή χρηματοπιστωτική χρονιά (παγκόσμια) που ήταν το 2007.
Ώθηση από τα οικονομικά αποτελέσματα
Βεβαίως, το 2007 οι εισηγμένες ήταν σχεδόν διπλάσιες έναντι των σημερινών, άρα, οι επιδόσεις του 2022 ήταν οι ιστορικά καλύτερες, για τις εταιρείες που παραμένουν ακόμη μέλη του Χ.Α. Όπως σημειώνει σε πρόσφατη μελέτη του ο υπεύθυνος ανάλυσης της Beta Χρηματιστηριακή Μάνος Χατζηδάκης, «η ιστορία έδειξε ότι το 2022 ήταν έτος ρεκόρ για κύκλο εργασιών (106,85 δισ. ευρώ), λειτουργικά κέρδη (14 δισ. ευρώ) και καθαρή κερδοφορία (10,4 δισ. ευρώ) και αυτό συνέβη με σημαντικά μικρότερο αριθμό εταιρειών (150) σε σχέση με την προηγούμενη υψηλή επίδοση της αγοράς. Το 2009 οι 296 εισηγμένες που δημοσίευσαν μεγέθη είχαν δείξει έσοδα 89,6 δισ. ευρώ, λειτουργικά κέρδη 11,37 δισ. ευρώ και καθαρή κερδοφορία 9,98 δισ. ευρώ».
Ο αναλυτής σημειώνει πως «οι μισές εισηγμένες εμποροβιομηχανικές εταιρείες έκαναν ρεκόρ κύκλου εργασιών όλων των εποχών, το 39,3% εμφάνισε τα καλύτερα λειτουργικά αποτελέσματα από την ημέρα που μπήκε στο Χ.Α. και το 29% των εταιρειών είχε την καλύτερη τελική γραμμή (κέρδη μετά από φόρους) στην ιστορία του ως εισηγμένη».
Τα μεγέθη του πρώτου φετινού τριμήνου εταιρειών όπως Coca Cola HBC, Mytilineos και Τράπεζας Πειραιώς ήταν εξαιρετικά και, όπως σημειώνει ο κ. Χατζηδάκης «έδειξαν ότι οι περυσινές επιδόσεις ρεκόρ δεν ήταν μόνο λόγω των ειδικών οικονομικών συνθηκών αλλά έχουν και αυξητική συνέχεια. Οι μετοχές φθηναίνουν εκ των έσω, οι πολλαπλασιαστές κερδών πέφτουν από τον αριθμητή και οι μερισματικές αποδόσεις που θα διανεμηθούν στους επόμενους δύο μήνες λειτουργούν ανασταλτικά στην εκδήλωση ρευστοποιήσεων».
«Κλειδί» φυσικά για την ελληνική αγορά παραμένει ο τραπεζικός κλάδος, καθώς το Χ.Α. είναι μια τραπεζοκεντρική αγορά. Οι τράπεζες παρουσίασαν το 2022 τα καλύτερα μεγέθη της 15ετίας, ενώ πολύ καλύτερη συνέχεια αναμένουν φέτος και το 2024, όπου θα ξεκινήσουν εκ νέου να διανέμουν μερίσματα, μετά από 15 χρόνια. Ο κλάδος που πέρασε δια πυρός και σιδήρου την προηγούμενη δεκαετία, με αποκορύφωμα τα capital controls και το μπαράζ των ανακεφαλαιοποιήσεων, πλέον λαμβάνει περαιτέρω ώθηση στην κερδοφορία του από τις αυξήσεις επιτοκίων, ενώ βλέπει και τις καταθέσεις να αυξάνονται, την ώρα που οι ευρωπαϊκές τράπεζες έχουν σημαντικές απώλειες.
Το μειωμένο ρίσκο ακυβερνησίας και το Ταμείο Ανάκαμψης
Ένας άλλος καταλύτης που φαίνεται πως επιδρά θετικά στην αγορά είναι η ομαλή προεκλογική περίοδος αλλά και το γεγονός ότι ακόμη και 15 περίπου ημέρες πριν από τις κάλπες, η οικονομική και επιχειρηματική δραστηριότητα όχι μόνο δεν έχει σταματήσει, αλλά βρίσκεται σε κινητικότητα, ίσως πρωτόγνωρη για τέτοια συγκυρία. Στο πρόσφατο και απώτερο παρελθόν, ήταν κοινός τόπος ότι στην Ελλάδα «νέκρωνε» κάθε δραστηριότητα αρκετούς μήνες πριν τις εκλογές, σοβαρές αποφάσεις δεν λαμβάνονταν, οι διοικήσεις των επιχειρήσεων ανέβαλαν κάθε εξέλιξη που θα μπορούσε να διαταράξει τις όποιες ισορροπίες, και γενικώς η χώρα πάγωνε για μήνες.
Η τωρινή συγκυρία δείχνει διαφορετική, το κράτος δείχνει ότι έχει συνέχεια, οι επιχειρήσεις, εισηγμένες και μη, συνεχίζουν τις εκδηλώσεις εξωστρέφειας και προβολής του έργου τους και γενικώς τίποτα δε μαρτυρά ότι σε 15 ημέρες υπάρχουν εκλογές. Πρόκειται για ένα σημάδι… υγείας και ωριμότητας για την ελληνική αγορά και την ελληνική κοινωνία, που εδράζεται ασφαλώς (και) στο γεγονός ότι, για πρώτη φορά εδώ και πολλές εκλογικές αναμετρήσεις, το κυβερνών κόμμα διατηρεί απόλυτα ξεκάθαρο προβάδισμα και έχει σημαντικές πιθανότητες να δημιουργήσει εκ νέου κυβερνητικό σχήμα. Άρα, ο κίνδυνος ακυβερνησίας, σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις, βαίνει μειούμενος.
Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις καταγράφουν εκ νέου ισχυρή διεύρυνση της διαφοράς υπέρ της Νέας Δημοκρατίας, με την «ψαλίδα» να έχει επιστρέψει σχεδόν στα προ του δυστυχήματος των Τεμπών επίπεδα. Αυτό, σε κάθε περίπτωση παρέχει μια… ασφάλεια στην αγορά και μια μίνι προεξόφληση ότι με τον έναν ή τον άλλο τρόπο θα μπορέσει να δημιουργηθεί βιώσιμο κυβερνητικό σχήμα ίσως και από τις πρώτες εκλογές, έστω και μέσω κυβέρνησης συνεργασίας.
Παράλληλα, ένας έτερος καταλύτης που συμβάλει στη διακράτηση της οικονομικής δραστηριότητας σε εγρήγορση, είναι ότι όλη σχεδόν η οικονομία, οι επιχειρήσεις, τα έργα, μικρά και μεγάλα, είναι προσαρμοσμένα σχεδόν 100% στις… νόρμες του Ταμείου Ανάκαμψης. Πρόκειται για το μεγαλύτερο οικονομικό πακέτο που έχει δοθεί στη χώρα εδώ και πολλές δεκαετίες, που αλλάζει τα δεδομένα και τις ισορροπίες για όλη την οικονομία και τις επιχειρήσεις.
Ολόκληροι κλάδοι θα αλλάξουν φυσιογνωμία έως το 2026, επιχειρήσεις θα μετασχηματιστούν σε εντελώς άλλου μεγέθους σχήματα συγκριτικά με σήμερα, υπάρχει οργασμός έργων υποδομής, κατασκευών και ενέργειας, ενώ και στο κράτος μένει να υλοποιηθεί μια κοσμογονία έργων ψηφιακού μετασχηματισμού. Έργα που - αν και εφόσον υλοποιηθούν χριστά και ολοκληρωθούν – θα αλλάξουν τη λειτουργία του ελληνικού δημοσίου, προς όφελος του πολίτη και όλης της κοινωνίας.
Καμιά κυβέρνηση, όποια κι αν είναι, δεν πρόκειται να διαφοροποιήσει τις ήδη προδιαγεγραμμένες «ράγες» διαδικασιών και εισροών κεφαλαίων του Ταμείου Ανάκαμψης και αυτό ίσως είναι η καλύτερη… εγγύηση της αγοράς για τα επόμενα χρόνια.
Μια ανάσα από τα υψηλά
Σε αυτό το πλαίσιο, το ελληνικό χρηματιστήριο ξεκίνησε εξαιρετικά και το μήνα Μάιο κλείνοντας και στις τέσσερις έως τώρα συνεδριάσεις θετικά, με το Γενικό Δείκτη να κερδίζει 2,41%, τον FTSE 25 στο +2,64% και τον τραπεζικό δείκτη στην αιχμή με άνοδο 4,90%. Ο Γενικός Δείκτης έκλεισε χθες στις 1.111,24 μονάδες (+1,15%), μόλις 22 μονάδες χαμηλότερα, ή ποσοστό περίπου 2% από το υψηλό οκτώμισι μηνών και τις 1.133 μονάδες που βρέθηκε στις αρχές Μαρτίου.
Ο τραπεζικός κλάδος επανήλθε στο προσκήνιο μετά την πρόσφατη μετριοπαθή πορεία, λαμβάνοντας ώθηση από ένα εντυπωσιακό μπαράζ αναβαθμίσεων επενδυτικής αξιολόγησης από ξένους οίκους.
Παρ’ ότι ο τζίρος παραμένει περίπου 30% χαμηλότερα από τις μέσες συναλλαγές του 2023 που διαμορφώνονται στα 102,9 εκατ. ευρώ, εντούτοις το κύριο χαρακτηριστικό της αγοράς είναι η απουσία σοβαρών πωλητών, αλλά και η ενδιαφέρουσα εναλλαγή πρωταγωνιστών, με τα νέα πονταρίσματα να κατευθύνονται είτε σε τίτλους που έχουν πολύ καλά νέα (αποτελέσματα κ.λπ.), είτε σε τίτλους που είχαν μείνει πίσω.
Έτσι, σε επίπεδο έτους, το Χ.Α. εξακολουθεί να βρίσκεται μέσα στις 2-3 πρώτες θέσεις παγκοσμίως, με το Γ.Δ. να κερδίζει 19,52%, τον FTSE 25 στο +19,62%, τον Mid Cap +15,07% και τις τράπεζες στο +30,16%.
Αναφορικά με τα τεχνικά δεδομένα, ο κ. Χατζηδάκης τονίζει πως «ο Γενικός Δείκτης βρίσκεται σε “κύλιση” πάνω στην γραμμή τάσης τηρώντας ευλαβικά επίπεδα και ισορροπίες που θα έθεταν σε αμφισβήτηση την ανοδική τάση. Οι αγοραστές δείχνουν κυρίαρχοι της κατάστασης, καθώς σε καίρια σημεία αναχαιτίζουν το αρνητικό πρόσημο διατηρώντας έτσι σε ισχύ τα ανοδικά σήματα των κινητών μέσων των 30 και 50 ημερών.
Παρόλα αυτά η διαγραμματική εικόνα παραπέμπει σε συσσώρευση, η αγορά παραμένει εντός εύρους διαπραγμάτευσης (1.120 – 1.070) και δεν αποκλείεται η προσέγγιση του άνω ορίου του εύρους να βγάλει κάποιες ρευστοποιήσεις. Η εικόνα θετικής αναμονής δεν πρόκειται να αλλάξει όσο ο Γενικός Δείκτης κινείται εντός του εύρους συσσώρευσης, η διαφυγή ωστόσο με κλείσιμο πάνω από τις 1.122 μονάδες θα βρεθεί αντιμέτωπη με το υψηλό του 2023, λίγο πάνω από τις 1.040 μονάδες (σ.σ. ενδοσυνεδριακό υψηλό της 1ης Μαρτίου)».