Όταν το 1979 ο Πολ Βόλκερ, ο οποίος μόλις είχε αναλάβει τα ηνία της Fed, ξεκίνησε την εκστρατεία του για την πάταξη του πληθωρισμού με αυξήσεις επιτοκίων, οι αγορές αναστατώθηκαν αλλά θεώρησαν ότι θα μπορούσαν να το διαχειριστούν. Τελικά, όμως, χρειάστηκαν σχεδόν τρία χρόνια στη Wall Street για να ανακάμψει και να βρεθεί στα επίπεδα όπου βρισκόταν πριν ξεκινήσουν οι αυξήσεις επιτοκίων.
Τέσσερις δεκαετίες αργότερα, οι παραλληλισμοί είναι άφθονοι. Με τον πληθωρισμό να πλησιάζει σε διψήφιο ποσοστό, η Fed του Τζερόμ Πάουελ έχει ξεκινήσει την πιο επιθετική, από την εποχή Βόλκερ, εκστρατεία σύσφιξης της νομισματικής της πολιτικής, με αποτέλεσμα μετοχές και ομόλογα να βρίσκονται στο «κόκκινο». Άλλη μια φορά επιβεβαιώνεται στις αγορές ο γνωστός κανόνας: είναι πολύ δύσκολο να τα βάλεις με τις κεντρικές τράπεζες.
Παραμένουν υψηλές οι μετοχικές αποτιμήσεις παρά το sell off
Με τις μετοχές να ανακάμπτουν στην αρχή της τρέχουσας εβδομάδας, οι επενδυτές θα πρέπει να θυμούνται ότι όταν η σύσφιξη του Βόλκερ άρχισε να δείχνει τα σημάδια της το 1980, ο S&P 500 χρειάστηκε οκτώ μήνες για να ανακάμψει μετά την ολοκλήρωση των αυξήσεων και σχεδόν ένα έτος για να επιστρέψει στα επίπεδα υψηλότερα από αυτά που βρίσκονταν πριν ξεκινήσουν.
Ο Πάουελ τον περασμένο μήνα ξεκαθάρισε ότι η Fed είναι αποφασισμένη να συνεχίσει της αυξήσεις «έως ότου η δουλειά μας ολοκληρωθεί», ενώ δεν δίστασε να επικαλεστεί και τα απομνημονεύματα του Πολ Βόλκερ για να δικαιολογήσει αυτή την απόφαση. Αποτέλεσμα ακόμη και οι πιο αισιόδοξοι αναλυτές, όπως αυτοί της JPMorgan Chase να αρχίσουν να υποβαθμίζουν τις εκτιμήσεις τους για την πορεία των αγορών.
«Αν και παραμένουμε πιο αισιόδοξοι από τον μέσο όρο των αναλυτών, οι εξελίξεις (σ.σ.: οι επιθετικές δηλώσεις στελεχών της Fed) είναι πιθανό να δημιουργήσουν καθυστερήσεις στην ανάκαμψη της οικονομίας και της αγοράς», ανέφεραν σε πρόσφατη έκθεσή τους οι αναλυτές της JPMorgan με επικεφαλής τον Marko Kolanovic και προσθέτουν ότι οι διαθέσεις της Fed για συνεχείς αυξήσεις «θέτουν σε κίνδυνο τους στόχους μας για τις τιμές του 2022 και υποδηλώνουν ότι μπορεί να μην επιτευχθούν μέχρι το 2023, ή όταν οι κίνδυνοι αυτοί μειωθούν».
Άλλοι αναλυτές εμφανίζονται ακόμη πιο απαισιόδοξοι. Η χειρότερη κατάρρευση επί των ημερών του Βόλκερ ήταν μια πτώση 27% από τα τέλη του 1980 έως τον Αύγουστο του 1982. Πρόκειται για πτώση οριακά υψηλότερη από το 25% που έχει ταλανίσει εφέτος της αγορές σε σύγκριση με το ζενίθ τους, ενώ οι τρέχουσες αποτιμήσεις παραμένουν ακόμη πολύ πιο υψηλές απ’ ότι ήταν το 1982.
Μετρούμενη με βάση την τιμή της μετοχής σε σχέση με τις πωλήσεις, η αποτίμηση του S&P 500 - αν και μειωμένη από το ρεκόρ του - παραμένει σε επίπεδα που δεν διαφέρουν από την κορύφωση της κρίσης dot-com το 1999. Και η κατάρρευση της τεχνολογικής φούσκας αποτελεί άλλη μια υπενθύμιση ότι μπορεί να χρειαστούν χρόνια για να καταφέρουν οι μετοχές να ανακάμψουν με διάρκεια.
«Έχουμε να πληρώσουμε πολλές τιμωρίες», δήλωσε ο Sam Stovall, επικεφαλής στρατηγικός αναλυτής της CFRA Research. «Θα πρέπει να βιώσουμε μια bear market που πιθανότατα θα μπορούσε να καταλήξει να είναι βαθύτερη από την τρέχουσα και που θα μπορούσαμε να καταλήξουμε σε μια χαμηλότερη τροχιά για τις μετοχές για την επόμενη δεκαετία».
Αλλά αυτό που μπορεί να έχει μεγαλύτερη σημασία σήμερα είναι το πόσο καιρό η Fed θα διατηρήσει τα υψηλότερα επιτόκια, σύμφωνα με την Lauren Goodwin, οικονομολόγο στη New York Life Investments. «Αν δούμε τη Fed να διατηρεί αυτά τα υψηλότερα επίπεδα επιτοκίων για μεγάλο διάστημα, πιστεύω ότι θα είναι πιο δύσκολο ή πιο αργό για τα περιουσιακά στοιχεία κινδύνου να φτάσουν στα προηγούμενα ρεκόρ τους», όπως τόνισε.
Μακροχρόνιος ο αγώνας ανάκαμψης για τις μετοχές από την πολιτική Βόλκερ
Αυτό συμβαίνει για δύο λόγους: πρώτον, τα υψηλότερα επιτόκια σήμερα σημαίνουν υψηλότερο προεξοφλητικό επιτόκιο για τις μελλοντικές ταμειακές ροές μιας εταιρείας - το τελικό μέτρο της τρέχουσας αποτίμησης μιας μετοχής. Δεύτερον, τα αυξημένα επιτόκια επιβραδύνουν επίσης την οικονομική ανάπτυξη, όπως αναγνωρίζουν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής της Fed και μάλιστα το επιδιώκουν ενεργά.
«Ο Βόλκερ αντιμετώπιζε ένα έντονα παγιωμένο σπιράλ μισθών-τιμών που έπρεπε να σπάσει», δήλωσε σε συνέντευξή του ο Quincy Krosby, στρατηγικός αναλυτής στην LPL Financial. «Προφανώς δεν πρόκειται δύο παρόμοιες περιόδους», τόνισε, καθώς σήμερα, προς το παρόν τουλάχιστον, δεν έχει μπει η αμερικανική οικονομία σε τέτοιο σπιράλ και η Fed προσπαθεί να το αποτρέψει.
Παρόλα αυτά, δεν υπάρχουν ενδείξεις για κάποια θετική στροφή και διακοπή των αυξήσεων από τη Fed. Κορυφαία μέλη της διοίκησής της, όπως ο Φίλιπ Τζέφερσον, δηλώνουν ότι η μείωση του πληθωρισμού αποτελεί την κορυφαία προτεραιότητα της κεντρικής τράπεζας, ενώ η πρόεδρος της Fed του Σαν Φρανσίσκο Μαίρη Ντέιλι δήλωσε ότι οι αυξήσεις επιτοκίων θα συνεχιστούν.
«Το βασικό ερώτημα για την ανάκαμψη των περιουσιακών στοιχείων κινδύνου όπως οι μετοχές σε αυτόν τον κύκλο είναι αν η Fed θα διατηρήσει τα επιτόκια πάνω από το ουδέτερο επίπεδο και για πόσο καιρό», σημείωσε ο Goodwin.