Πτωτική κίνηση ακολουθεί η αγορά, παρά το σχετικά σταθεροποιητικό ξεκίνημά της, στον απόηχο των συνεχών αυξήσεων επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες, που επαναφέρει στο προσκήνιο τους φόβους για ύφεση της παγκόσμιας οικονομίας.
Ανάλογο είναι το κλίμα και στις ευρωπαϊκές αγορές, με τον Stoxx 600 να υποχωρεί 0,86%, ενώ απώλειες 0,65% εμφανίζει ο γερμανικός DAX, εμφανίζοντας, πάντως, μεγαλύτερη ψυχραιμία σε σύγκριση με τη χθεσινή αντίδραση της Wall Street, όπου οι απώλειες πλησίασαν το 2%, με τα futures να ακολουθούν σταθεροποιητική πορεία και τον S&P 500 να υποχωρεί μόλις 0,09%.
Ο Γενικός Δείκτης στις 13:14 σημειώνει πτώση 0,64% στις 821,05 μονάδες, έχοντας κινηθεί μεταξύ του χαμηλού των 818,24 μονάδων και του υψηλού των 827,12 μονάδων, ενώ για μία ακόμη συνεδρίαση η αξία των συναλλαγών διατηρείται σε χαμηλά επίπεδα και φθάνει στα 16,58 εκατ. ευρώ. Πτώση 0,71% για τον δείκτη υψηλής κεφαλαιοποίησης, με τον δείκτη μέσης κεφαλαιοποίησης να υποχωρεί μόλις 0,01%.
Στο -0,56% ο τραπεζικός δείκτης, με την Alpha Bank να έχει απώλειες 0,48%, τη Eurobank να υποχωρεί 0,66%, την Εθνική Τράπεζα να σημειώνει πτώση 0,13% και την Τρ. Πειραιώς να κινείται 1,47% χαμηλότερα.
Σε πτωτική τροχιά οι περισσότερες μετοχές της υψηλής κεφαλαιοποίησης, με την Coca-Cola HBC στο -0,50%, τον ΟΤΕ να υποχωρεί 0,06%, τον ΟΠΑΠ να αποδυναμώνεται 0,08%, και τη ΔΕΗ να έχει πτώση 0,48%. Απώλειες 0,35% για τη Cenergy Holdings, παρά την ανακοίνωση ιδιαίτερα θετικών μεγεθών α’ εξαμήνου.
Οι κεντρικές τράπεζες δίνουν τον τόνο
Οι αγορές σε διεθνές επίπεδο «χωνεύουν» τις κινήσεις των κεντρικών τραπεζών, καθώς μετά τη χθεσινή αύξηση των επιτοκίων στις ΗΠΑ κατά 0,75%, ανάλογη κίνηση πραγματοποίησε σήμερα και η Εθνική Τράπεζα της Ελβετίας, ενώ οι επενδυτές έχουν προεξοφλήσει ότι η Τράπεζα της Αγγλίας θα προχωρήσει σε μία ακόμη αύξηση σήμερα κατά 0,5%.
Την ίδια ώρα απόλυτα ξεκάθαρη ήταν η Ιζαμπέλ Σνάμπελ, μέλος του εκτελεστικού συμβουλίου της ΕΚΤ, σε συνέντευξή της όπου υπογράμμισε ότι η τράπεζα θα συνεχίσει τις αυξήσεις επιτοκίων έως ότου ο πληθωρισμός πλησιάσει όσο το δυνατόν πιο κοντά στον στόχο του 2%.
Από την πλευρά τους οι traders εκτιμούν ότι το βασικό επιτόκιο της ευρωζώνης θα φθάσει στο 3% έως τον Μάιο του 2023, δηλαδή θα υπάρξουν αυξήσεις κατά 225 μονάδες βάσης σε σύγκριση με τα τρέχοντα επίπεδα.
«Ο βραχυπρόθεσμος πληθωρισμός αποδεικνύεται πιο επίμονος από ό,τι θέλουν οι κεντρικές τράπεζες και αποδεικνύεται επίσης δύσκολο να προβλεφθεί», εκτιμά ο Μοχίτ Κουμάρ, αναλυτής της Jefferies International και προσθέτει ότι «αναμένουμε ότι η ρητορική των γερακιών θα συνεχιστεί για τις επόμενες εβδομάδες με σαφή εστίαση στη μείωση του πληθωρισμού».
Η «δικαιολογία» των κεντρικών τραπεζών είναι ότι το βασικό καθήκον τους είναι η διατήρηση σε φυσιολογικά επίπεδα του πληθωρισμού, ακόμη και εάν αυτό μεταφράζεται σε πλήγμα για την ανάκαμψη της οικονομίας και παράλληλα σημειώνουν ότι τα επιτόκια βρίσκονταν ούτως ή άλλως, σε πολύ χαμηλά επίπεδα, κάτι το οποίο δεν μπορεί να συνεχιστεί έπ’ άπειρον.
Βοηθούμενες από τα μηδενικά επιτόκια, αλλά και τα πλουσιοπάροχα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης λόγω και της πανδημίας οι μετοχές σε διεθνές επίπεδο πέρασαν μία ιδιαίτερα θετική περίοδο, με ράλι στις αποτιμήσεις για αρκετούς κλάδους, αλλά πλέον πρέπει να προσαρμοστούν σε μία νέα πραγματικότητα, όπου το κόστος δανεισμού συνεχώς θα αυξάνει.