Σε αναβάθμιση της τιμής – στόχου για τη μετοχή του ΟΠΑΠ στα 15,90 ευρώ από 14,70 ευρώ πριν και διατήρηση της σύστασης «αγορά» («buy») προχωρά η Eurobank Equities σε έκθεσή της.
Η ελληνική χρηματιστηριακή εκτιμά ότι τα έσοδα του ΟΠΑΠ θα διαμορφωθούν φέτος περίπου 7% χαμηλότερα σε σύγκριση με αυτά του 2019, ενώ η αναβάθμιση της τιμής – στόχου οφείλεται στην πρόσθετη αξία που έχει η εταιρεία από τις ψηφιακές της δραστηριότητες.
Όπως αναφέρεται στην έκθεση από το 2018 οι αναλυτές της Eurobank Equities είχαν τονίσει ότι ο ΟΠΑΠ διαθέτει μία «κρυφή αξία» η οποία σχετίζεται με την προπληρωμή φόρων τυχερών παιχνιδιών βάσει της αντίστοιχης παραχώρησης για την 10ετία 2020 – 2030. Πλέον υπάρχει μία νέα «κρυφή αξία» για τον ΟΠΑΠ η οποία αφορά την προαιρετική δυνατότητα ανανέωσης αδειών. Η Eurobank Equities υπογραμμίζει ότι μόνο το 37% της αξίας που σχετίζεται με ανανεώσεις/τελικές αξίες των παραχωρήσεων του ΟΠΑΠ είναι ενσωματωμένο στην τρέχουσα τιμή της μετοχής, γεγονός που προσφέρει σε αυτή δυνατότητα ανόδου έως και 30%.
Οι περισσότεροι συμμετέχοντες στην αγορά εκτιμούν τη συγκεκριμένη άδεια για το υπόλοιπο της περιόδου (μέχρι το 2034) ενώ δεν αποδίδουν καμία αξία στη συνέχεια. Αν και αυτό μπορεί να φαίνεται σωστό, δεδομένου ότι πρόκειται για μια παραχώρηση περιορισμένης διάρκειας ζωής, σημαίνει επίσης ότι:
- Στην περίπτωση ανανέωσης το 2035, ότι το κόστος θα είναι ίσο με τις ταμειακές ροές που δημιουργούνται κατά την επόμενη περίοδο άδειας, μια μάλλον συντηρητική υπόθεση.
- Σε περίπτωση που η άδεια δεν ανανεωθεί, ότι δεν θα υπάρξουν αλλαγές της αγοράς VLT σε παιχνίδια όπως το Kino (ουσιαστικά ότι η αγορά VLT απλά εξαφανίζεται). Το μοντέλο της ελληνικής χρηματιστηριακής, όμως, ενσωματώνει με σύνεση την αξία των VLT αποκλειστικά για την τρέχουσα περίοδο παραχώρησης, αλλά «βλέπει» και μια επιπλέον προαιρετική δυνατότητα 0,8 ευρώ που προκύπτει από την προσάρτηση τερματικής αξίας στη συγκεκριμένη επιχείρηση.
Παράλληλα το 2021 έφερε στο προσκήνιο τη δυνατότητα δημιουργίας ταμειακών ροών του ΟΠΑΠ. Η εταιρεία είχε ελεύθερες ταμειακές ροές (FCF) ύψους 441 εκατ. ευρώ (στο 80% των κερδών προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων, δηλαδή περίπου 1,2 ευρώ ανά μετοχή), γεγονός που οδήγησε τη διοίκηση να προτείνει τη διανομή συνολικού μερίσματος 1,5 ευρώ για το προηγούμενο έτος.
Όσον αφορά το μέλλον, το υποκείμενο FCF πρόκειται να ξεπεράσει τα 500 εκατ. ευρώ, γεγονός που θα οδηγήσει σε ακόμη μεγαλύτερη αύξηση της απόδοσης ιδίων κεφαλαίων. Η συνέχιση της γενναιόδωρης μερισματικής πολιτικής υποστηρίζεται όχι μόνο από τα θεμελιώδη δεδομένα της εταιρείας αλλά και από τα συμφέροντα των βασικών μετόχων, οι οποίοι επέλεξαν την επανεπένδυση μερισμάτων ως μέσο για την αύξηση της συμμετοχής τους.