Εκ διαμέτρου αντίθετες είναι οι προοπτικές ευρωπαϊκών αγορών και Wall Street για το τρέχον έτος, με την Ευρώπη να διαθέτει ακόμη περιθώρια ανόδου, σε πλήρη αντίθεση με την αμερικανική αγορά η οποία εμφανίζεται «υπεραγορασμένη».
Αυτή ακριβώς η διαφοροποίηση είναι εμφανής σε εκθέσεις των Bank of America και Goldman Sachs, με την πρώτη να εκτιμά ότι η έντονη μεταβλητότητα και το ενδεχόμενο ισχυρών απωλειών για τον S&P 500 θα είναι το μοτίβο του 2022 και τη δεύτερη να στέλνει το μήνυμα προς τους επενδυτές ότι οι ευρωπαϊκές μετοχές είναι ό,τι πιο ελκυστικό υπάρχει αυτή τη στιγμή στις αγορές.
Σε έκθεσή του ο αμερικανικός χρηματοοικονομικός όμιλος υποστηρίζει ότι οι κίνδυνοι για τον S&P 500 είναι κάτι παραπάνω από υψηλοί και σε αρκετές περιπτώσεις «δεν είναι ορατοί δια γυμνού οφθαλμού».
Σύμφωνα με τον Γκονζάλο Άσις, αναλυτή της αγοράς παραγώγων της BofA, οι έντονες διακυμάνσεις για τον δείκτη – βαρόμετρο της Wall Street δεν αποτελούν ένα μεμονωμένο φαινόμενο αλλά υποδεικνύουν ότι υπάρχει μεγάλη υποχώρηση στη ρευστότητα των μετοχών του S&P 500 και μάλιστα ότι αυτή βρίσκεται στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων δύο ετών.
«Υπάρχει ένας πόλεμος που έχει ξεκινήσει στις αμερικανικές μετοχές. Από τη μία πλευρά υπάρχει η πολύ καλή πορεία της εταιρικής κερδοφορίας αλλά από την άλλη η επιθετικότητα της Fed μπορεί να πλήξει τις αγορές. Μπορούν να υπάρξουν "μετασεισμικές δονήσεις" εξαιτίας αυτού του πολέμου που θα οδηγήσουν σε συνεχείς εναλλαγές πρόσημων και έντονη μεταβλητότητα», σημειώνει ο Άσις.
Οι επενδυτές ήδη μειώνουν, ενίοτε με επιθετικό τρόπο την έκθεσή τους σε μετοχές ανάπτυξης, όπως αυτές τεχνολογίας, δηλαδή στον κλάδο που είναι ο βασικός «υπαίτιος» για το ράλι της αμερικανικής αγοράς την τελευταία 2ετία. Ο Άσις τονίζει ότι η προηγούμενη φορά που καταγράφηκε τόσο έντονη μεταβλητότητα στις αγορές εξαιτίας και της Fed ήταν το 2018. Οι μετοχές ανέκαμψαν αλλά τελικά έκλεισαν το έτος με σημαντικές απώλειες. Η διαφορά με το σήμερα είναι ότι η Fed δεν είναι πρόθυμη να παρέμβει στις αγορές και να τις σώσει, εκτός εάν η πτώση φθάσει σε υψηλά επίπεδα, κοντά στο 15%, σημειώνεται στην έκθεση της ΒofA.
Goldman Sachs: Ισχυρές προοπτικές ανόδου για την Ευρώπη
Οι επενδυτές θα πρέπει να σταματήσουν να ανησυχούν για την πρόθεση της ΕΚΤ να προχωρήσει σε αύξηση επιτοκίων και αντίθετα θα πρέπει να μάθουν να… αγαπούν αυτήν την προοπτική, όπως τουλάχιστον εκτιμά η Goldman Sachs σε έκθεσή της, υποστηρίζοντας ότι η στροφή της ΕΚΤ θα αποδειχθεί θετική για τις ευρωπαϊκές μετοχές.
«Η δραματική αλλαγή στα επιτόκια ιδιαίτερα στην Ευρώπη αποτελεί ένδειξη ότι τα προβλήματα που μάστισαν την περιοχή, δηλαδή χαμηλή ανάπτυξη, αποπληθωρισμός, στασιμότητα στην κερδοφορία, τελικώς φθάνουν στο τέλος τους», σημειώνει η αμερικανική τράπεζα σε έκθεσή της. Όπως εκτιμούν οι αναλυτές της Goldman Sachs όλα υποδεικνύουν ότι «αρκετές από τις αιτίες για την υποαπόδοση των ευρωπαϊκών αγορών έχουν πάψει πλέον να υπάρχουν». Παρά το ότι η Κριστίν Λαγκάρντ σε δηλώσεις της την Παρασκευή έσπευσε να τονίσει ότι η ΕΚΤ δεν θα είναι το ίδιο επιθετική με τη Fed στις αυξήσεις επιτοκίων, δεν απέκλεισε την πιθανότητα αύξησής τους.
Οι αναλυτές της Goldman Sachs θεωρούν ότι η αύξηση του κόστους δανεισμού στην Ευρώπη, παρά το γεγονός ότι μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα σε χώρες με υψηλό χρέος, όπως Ελλάδα και Ιταλία, αλλά σπεύδουν να συμπληρώσουν ότι οι αυξήσεις αυτές μπορούν να «απορροφηθούν» από την πολύ καλή αναπτυξιακή πορεία αυτών των οικονομίων.
«Εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι θα υπάρξει ισχυρή ανάπτυξη στην Ευρώπη, γεγονός που σημαίνει ότι τα spreads θα παραμείνουν στα τρέχοντα επίπεδα», εκτιμά ο αμερικανικός όμιλος. Όσο για τις επιλογές του στην Ευρώπη αυτές αφορούν μετοχές αξίας, δηλαδή τις επονομαζόμενες «παλαιά οικονομίας», με σύσταση αγοράς για ενέργεια, τηλεπικοινωνίες και φυσικά τράπεζες, τον κλάδο ο οποίος ευνοείται περισσότερο από την προοπτική αύξηση επιτοκίων.