Στους ρυθμούς των κατά τόπους lockdown και των νέων περιοριστικών μέτρων που εφαρμόζουν ολοένα και περισσότερες –ευρωπαϊκές κυρίως– χώρες κινούνται ξανά τα χρηματιστήρια, με αποτέλεσμα να μειώνεται η διάθεση για ανάληψη ρίσκου, να «κλειδώνεται» ρευστότητα και να διορθώνουν οι δείκτες. Έτσι, αντί να οδηγούνται οι αγορές στο γνωστό ράλι του τέλους του έτους (year-end rally), φαίνεται να μπαίνουν σε μια νέα φάση αναταράξεων.
Η Ολλανδία είναι η πρώτη που προχωρά σε σκληρό lockdown κατά τα πρότυπα των αρχών της πανδημίας επαναφέροντας τον εφιάλτη που συνεπάγεται αυτή η ιδιότυπη «φυλακή» της κοινωνίας και της οικονομίας, το Παρίσι (πρώτη πόλη στον κόσμο σε τουριστικές αφίξεις) ακύρωσε τις εορταστικές εκδηλώσεις της Πρωτοχρονιάς, η Μ. Βρετανία εξετάζει νέα μέτρα, ενώ αύριο Τρίτη ο Αμερικανός πρόεδρος Μπάιντεν θα κάνει διάγγελμα για την πανδημία.
Μολονότι η ανθρωπότητα όδευε έως πριν από ένα περίπου μήνα σε πιο αισιόδοξη ανάγνωση των εξελίξεων, με τα lockdown να έχουν αποκλειστεί από τις επιλογές και τα ταξίδια να έχουν ξεμπλοκάρει σχεδόν παντού, πλέον ολοένα και περισσότερες κυβερνήσεις ευρωπαϊκών –και όχι μόνο– κρατών, προβαίνουν σε μέτρα περιορισμού, καθώς βρίσκονται αντιμέτωπες με τη μεγάλη μεταδοτικότητα της νέας μετάλλαξης.
Ο εφιάλτης είναι εδώ, επαναφέροντας μνήμες από τις αρχές του 2021 και τη μετάλλαξη Δέλτα. Και η χώρα μας επέβαλε νέα μέτρα για την είσοδο πολιτών από άλλες χώρες, κάτι που με τη σειρά του φέρνει νέο «πάγωμα» στις χειμερινές τουριστικές αφίξεις και ακύρωση σημαντικών events, όπως σημειώνουν εκπρόσωποι του τουριστικού κλάδου.
Παράλληλα, τα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα παραμένουν σημαντικότατα και πιθανότατα θα ενταθούν το επόμενο διάστημα με ό,τι συνεπάγεται αυτό για τις αυξήσεις τιμών και τις ελλείψεις σημαντικών πρώτων υλών και έτοιμων αγαθών. Αν σε όλα αυτά προστεθεί και ο «πόλεμος» της ενέργειας που έχει ασφαλώς και γεωστρατηγικές προεκτάσεις και οδηγεί σε νέους «δρόμους» τις σχέσεις κορυφαίων δυνάμεων του κόσμου, καταλαβαίνουμε ότι η αύξηση ρίσκου στις αγορές, δεν είναι η πρώτη προτεραιότητα των επενδυτών.
Το που θα καταλήξει αυτός ο συνδυασμός αρνητικών εξελίξεων στην οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα διεθνώς, είναι δύσκολο να εκτιμηθεί σ’ αυτή τη φάση, καθώς είναι πρόωρη κάθε εκτίμηση για την υφεσιακή επίδραση των νέων περιοριστικών μέτρων, ενώ έχει αποδειχθεί ως τώρα ότι οι οικονομίες προσαρμόζονται καλύτερα σε κάθε γύρο περιοριστικών μέτρων που έχουν επιβληθεί ως τώρα, γι' αυτό και κάθε νέος γύρος έχει μικρότερη επίδραση στην οικονομία.
Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον, οι αγορές που εδώ και χρόνια «επιδοτούνται» από τις πολιτικές των κεντρικών τραπεζών έχοντας –εν πολλοίς– απομακρυνθεί από τα θεμελιώδη στοιχεία της πραγματικής οικονομίας, είναι μπροστά σε δύσκολα διλήμματα. Μετά το ξέσπασμα των διεθνών δεικτών στις 6 και 7 Δεκεμβρίου (Δευτέρα και Τρίτη) όταν κέρδισαν περί το 5% συνολικά με φόντο τις πρώτες πληροφορίες ότι η μετάλλαξη Όμικρον είναι λιγότερο θανατηφόρα, έκτοτε τα χρηματιστήρια κινούνται διορθωτικά, έχοντας βεβαίως σημαντική «μαγιά» κερδών από το πρότερο ράλι.
Και την περασμένη εβδομάδα οι διεθνείς αγορές διόρθωσαν, ενώ με σημαντικές απώλειες έκλεισαν την περασμένη Παρασκευή οι δείκτες Dow Jones και S&P 500 στη Wall Street υποχωρώντας κατά 1,48% και 1,03% αντίστοιχα. Ο Nasdaq έκλεισε, πάντως, με οριακές απώλειες (-0,07%).
Μπορεί λοιπόν οι συνθήκες σε μακροοικονομικό όσο και μικροοικονομικό επίπεδο να είναι αφιλόξενες για την αύξηση ρίσκου στα χρηματιστήρια, όμως το γεγονός ότι οι κεντρικές τράπεζες αποφεύγουν ένα βίαιο «σφίξιμο» της νομισματικής πολιτικής, παρέχοντας «ασπίδα» ρευστότητας, καθιστά την πορεία των αγορών σχεδόν… προβλέψιμη. Βρίσκουν αφορμές για μικρές ή μεγαλύτερες διορθωτικές κινήσεις, όμως κατόπιν ακολουθούν νέα ιστορικά υψηλά, πάντα υπό την πλήρη «κάλυψη» των κεντρικών τραπεζών.
Για πρώτη φορά στην ιστορία, η μεγάλη εικόνα για τις αγορές και ο κεντρικός καταλύτης που τις ώθησε σ’ όλα τα «τρελά» ρεκόρ την τελευταία 12ετία, δεν είναι οι εξελίξεις στην οικονομία και η κερδοφορία των επιχειρήσεων, αλλά οι πολιτικές... αυξημένης φροντίδας των κεντρικών τραπεζών. Το που θα καταλήξει αυτός ο συνδυασμός μένει να φανεί στο άμεσο μέλλον και κυρίως στο πρώτο εξάμηνο του 2022.
Βραχυπρόθεσμα, πάντως, οι αναλυτές δεν χάνουν την αισιοδοξία τους. Είναι χαρακτηριστική η εκτίμηση της JP Morgan ότι στη Wall Street θα έχουμε και πάλι το γνωστό ράλι του τέλους του έτους, που θα συνεχιστεί και τον Ιανουάριο, καθώς εκτιμάται ότι οι εξελίξεις στη διαχείριση της πανδημίας δεν θα αλλάξουν τα θεμελιώδη στοιχεία της οικονομίας, ενώ όσοι έχουν ακολουθήσει στρατηγικές short μέσα στον Δεκέμβριο έχουν εκτεθεί υπερβολικά και θα πιεστούν από τις κινήσεις αγοραστών που θα προχωρήσουν σε αγορές στα τρέχοντα επίπεδα τιμών.
Παραμένει ουραγός το ελληνικό χρηματιστήριο
Εντός αυτών των συνθηκών, η ελληνική κυβέρνηση προσπαθεί να ισορροπήσει σε τεντωμένο σχοινί, αποκλείοντας εδώ και καιρό νέο lockdown, καθώς γνωρίζει πως θα οδηγούσε στα όρια των αντοχών της την οικονομία, ενώ από την άλλη πλευρά η επιδημιολογική εικόνα είναι οριακή, η πίεση στο σύστημα υγείας υψηλή και ακόμη δεν έχει αρχίσει να μεταδίδεται σε μεγάλο βαθμό η νέα μετάλλαξη.
Έτσι, το ελληνικό χρηματιστήριο παραμένει ουραγός και… εκ μακρόθεν παρατηρητής των εξελίξεων στις διεθνείς αγορές. Συνεχίζει να υστερεί έναντι των διεθνών αγορών, καθώς δεν ακολούθησε το πρότερο πάρτι, ενώ νομοτελειακά επηρεάζεται σε κάθε αρνητική συγκυρία ή διόρθωση διεθνώς. Το ίδιο έγινε και την περασμένη εβδομάδα όπου την Παρασκευή συμπλήρωσε την 4η πτωτική συνεδρίαση στις πέντε τελευταίες, ενώ παρέμεινε για 19η συνεδρίαση σταθερά κάτω από το όριο ψυχολογίας των 900 μονάδων.
Δεδομένου ότι απομένουν εννέα συνεδριάσεις για τη λήξη του έτους και με τους ισχυρούς ξένους να έχουν κλείσει βιβλία, σοβαρές διαφοροποιήσεις στην εικόνα του Χ.Α. δεν αναμένονται αυτές τις ημέρες.
Την περασμένη εβδομάδα ο Γενικός Δείκτης έκλεισε με πτώση 1,24%, ο FTSE 25 έχασε 1,52%, ο Mid Cap -0,47%, ενώ ο τραπεζικός δείκτης υποχώρησε κατά 3%, λόγω του αδειάσματος -2,79% την Παρασκευή. Σε επίπεδο 2021, ο Γενικός Δείκτης ενισχύεται σε ποσοστό 9,70%, ο FTSE 25 είναι στο +10,03%, ο Mid Cap πρωταγωνιστεί με άνοδο 34,28%, ενώ ο τραπεζικός δείκτης βρίσκεται στο +8,81%.
Πάντως, παρά τα σχετικά «φτωχά» κέρδη του Γ.Δ., περίπου τα 2/3 των μετοχών του Χ.Α. έχουν καλύτερη εικόνα. Στο 11μηνο, η πλειονότητα των μετοχών του Χ.Α., ήτοι 91 μετοχές έχουν απόδοση άνω του 10%. Μια απόδοση που μπορεί να μην εντυπωσιάζει, όμως είναι μεγαλύτερη από κάθε άλλη επενδυτική επιλογή σε μια περίοδο μηδενικών αποδόσεων σταθερού εισοδήματος. Συνάμα, 78 μετοχές έχουν απόδοση άνω του 20%, 44 μετοχές, ήτοι σχεδόν το 1/3 των (ενεργών) εισηγμένων ενισχύθηκαν άνω του 50%, 28 τίτλοι πέτυχαν απόδοση άνω του 70%, ενώ 13 μετοχές έκαναν ράλι από 100% έως +409,7%. Συνολικά, 115 μετοχές έχουν θετική κίνηση το 11μηνο στο Χ.Α., ενώ μόλις 33 μετοχές έχουν αρνητική τροχιά και μόλις 12 εξ αυτών καταγράφουν διψήφια πτώση.
Σε ό,τι αφορά τις τρέχουσες εξελίξεις στο ΧΑ, πρέπει να σημειωθεί ότι από σήμερα θα εφαρμοστούν οι εξαμηνιαίες αλλαγές στους δείκτες, όπου η μετοχή της Quest Συμμετοχών εισάγεται στον FTSE 25 στη θέση της ΕΧΑΕ που πλέον θα συμμετέχει στον Mid Cap. Παράλληλα, στον Mid Cap εισάγονται δύο μετοχές του κλάδου της πληροφορικής, οι Entersoft και Epsilon Net, παίρνοντας τη θέση των ΟΛΘ και Έλτον.
Οι επιλογές της Beta Χρηματιστηριακή για το 2022
Μετοχές τόσο από τον FTSE 25 όσο και από τον Mid Cap περιλαμβάνει το προτιμητέο χαρτοφυλάκιο της Beta Χρηματιστηριακή για το 2022, όπως αναφέρει ο υπεύθυνος ανάλυσης, Μάνος Χατζηδάκης.
Ο ίδιος σημειώνει πως «οι βασικές μας επιλογές για το 2022 αφορούν εταιρείες που έδειξαν ανθεκτικότητα στην πανδημική κρίση έχουν χαμηλή έκθεση ή αντισταθμίσει το ενεργειακό κόστος και θα ωφεληθούν από τις εισροές του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης. Οι Εθνική Τράπεζα, Μυτιληναίος, Quest, Τέρνα Ενεργειακή και ΟΠΑΠ καλύπτουν τα βασικά ζητούμενα της ανάπτυξης, των μερισμάτων και των προοπτικών από την μεγάλη κεφαλαιοποίηση. Στις μεσαία κεφαλαιοποίηση Autohellas, Ελληνικά Χρηματιστήρια, Cenergy Holdings, Intrakat και Fourlis συμπληρώνουν την βασική δεκάδα των επιλογών μας για το 2022».