Σε αλλαγές στις τιμές - στόχους για τις ελληνικές τράπεζες προχωρά η JP Morgan, μετά τις ανακοινώσεις των μεγεθών β' τριμήνου, με αύξηση αυτών για Eurobank, Εθνική Τράπεζα και Πειραιώς και μείωση αυτής για την Alpha Bank.
Παράλληλα συνεχίζει να έχει ως κορυφαίες επιλογές στον τραπεζικό τομέα της Ελλάδας, αυτές των Eurobank και Πειραιώς.
Πιο αναλυτικά η αμερικανική τράπεζα έχει, πλέον:
- Τιμή - στόχο για την Alpha Bank στα 2,30 ευρώ από 2,40 ευρώ πριν.
- Τιμή - στόχο για τη Eurobank στα 2,80 ευρώ από 2,40 ευρώ πριν.
- Τιμή - στόχο για την Εθνική Τράπεζα στα 9,70 ευρώ από 8,40 ευρώ πριν και
- Τιμή - στόχο για την Πειραιώς στα 5,90 ευρώ από 5,35 ευρώ πριν.
Στην ανάλυσή της ανά τράπεζα η JP Morgan αναφέρει τα ακόλουθα:
- Alpha Bank: Σύμφωνα με την ανάλυση και δικαιολογώντας τη μείωση της τιμής - στόχου τονίζεται ότι η μετοχή της τράπεζας εμφανίζει χαμηλότερες επιδόσεις λόγω ενός συνδυασμού παραγόντων που περιλαμβάνει το χαμηλότερο προφίλ ROTE, υψηλότερα Μη Εξυπηρετούμενα Ανοίγματα και χαμηλότερη κάλυψη. Εκτιμά, πάντως, ότι η χαμηλότερη ευαισθησία των επιτοκίων της τράπεζας σε ένα περιβάλλον όπου ξεκινά ο κύκλος των μειώσεων, μπορεί να διαφοροποιήσει τη μετοχή , ενώ η ισχυρή τροχιά CET1 του ομίλου προσφέρει μια σταθερή και σχετικά υποτιμημένη δυνατότητα απόδοσης κεφαλαίου. Με CET1 του 17,5% το 2026 δείχνει ένα «μαξιλάρι» περίπου 3,5% πάνω από το όριο του 14%, ίσο με πάνω από το 30% της τρέχουσας κεφαλαιοποίησης της Alpha, το υψηλότερο μεταξύ των υπολοίπων (και μπροστά από την Εθνική με 25%). Ο επόμενος αξιοσημείωτος καταλύτης για τη μετοχή είναι η αναμενόμενη ολοκλήρωση της συναλλαγής με την UniCredit προς το τέλος του έτους.
- Eurobank: Η αύξηση της τιμής - στόχου καταφθάνει μετά τα τελευταία στοιχεία της για την Ελληνική Τράπεζα, καθώς και την αναθεωρημένη μεθοδολογία αποτίμησής της για τα DTC. Η Eurobank θα έχει 13% ROTE το 2026 (15% κατά μέσο όρο στην τριετία), ωστόσο, οι υποθέσεις συνεχίζουν να αντικατοπτρίζουν ένα στατικό επίπεδο ιδιοκτησίας για την Ελληνική Τράπεζα και δεν επηρεάζουν πιθανές συνέργειες στην Κύπρο. Ακόμη και με τέτοιες συντηρητικές υποθέσεις, η εξαγορά της Ελληνικής Τράπεζας δεν έχει αξιολογηθεί ορθά από την αγορά, ενώ η επικείμενη ενοποίησή της το 3ο τρίμηνο του 2024 είναι βασικός καταλύτης για τη μετοχή, καθώς θα παρέχει μια σαφέστερη εικόνα της συνεισφοράς της επιχείρησης. Επιπλέον, ο δείκτης CET1 της Eurobank παραμένει πολύ σταθερός παρά την εξαγορά, σταθερά πάνω από >17%.
- ΕΤΕ: Το βασικό γεγονός που θα καθορίσει την πορεία της μετοχής είναι η αναμενόμενη πώληση μεριδίων από το ΤΧΣ (υπόλοιπο μερίδιο 18%), η οποία θα μπορούσε να γίνει το δεύτερο εξάμηνο του 2024.
- Πειραιώς: Όπως σημειώνεται η τράπεζα είχε μία αξιοσημείωτη ανάκαμψη, μειώνοντας τα NPEs από το τέλος του 2020 έως και σήμερα κατά >20 δισ. ευρώ και επιτυγχάνοντας σημαντικές βελτιώσεις στο franchise της, με τα κανονικοποιημένα καθαρά κέρδη να φτάνουν το 1 δισ. ευρώ το 2023 που αντιστοιχεί σε περίπου 17% ROTE. Ο στόχος της τράπεζας να διατηρήσει την κερδοφορία στο τρέχον επίπεδο είναι φιλόδοξος, ωστόσο το σχέδιο είναι ισορροπημένο και συνεκτικό. Παράλληλα η διοίκηση έχει ένα ισχυρό ιστορικό τα τελευταία χρόνια. Τονίζεται ότι κλειδί είναι ο δείκτης CET1 της τράπεζας, ο οποίος πρόσφατα ξεπέρασε το 14% συμπεριλαμβανομένου του 30% των μερισμάτων για το 2024.