Στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων ημερών «προσγειώνονται» οι χρηματιστηριακοί δείκτες στην Ευρώπη, καθώς είναι πλέον πολύ ισχυρές για να αγνοηθούν από τους επενδυτές οι ενδείξεις μιας επερχόμενης ύφεσης στην Γερμανία.
«Το καλοκαίρι τελείωσε για τα χρηματιστήρια της Ευρώπης», τονίζει χαρακτηριστικά το investing.com, ενώ οι αναλυτές υπογραμμίζουν τη μεγάλη σημασία των τελευταίων στοιχείων για το δείκτη PMI στην ευρωζώνη και, ειδικότερα, στην Γερμανία, που βλέπει τη βιομηχανία της να διανύει τη χειρότερη περίοδο από την κορύφωση της κρίσης χρέους στην Ευρωζώνη, το 2012.
Ο ευρωπαϊκός δείκτης αναφοράς Stoxx 600 υποχώρησε στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων πέντε συνεδριάσεων σήμερα και ο γερμανικός DAX υποχώρησε έως και 1,5%, πριν περιορίσει τις απώλειές του κοντά στο 1%. Γύρω στο 1% έπεσαν και άλλοι ευρωπαϊκοί δείκτες, από τον FTSE MIB στο Μιλάνο, ως τον FTSE 100 του Λονδίνου, ενώ κατά περίπου 1,50% υποχωρεί ο Γενικός Δείκτης στο ΧΑ.
Οι δείκτες Υπευθύνων Προμηθειών της IHS Markit αποκάλυψαν ότι η γερμανική οικονομία βρίσκεται σε τροχιά συρρίκνωσης, για πρώτη φορά από τον Σεπτέμβριο του 2012, διαψεύδοντας τις προσδοκίες για μια ανάκαμψη μέσα στο τρίτο τρίμηνο, ώστε να μη συμπληρωθούν δύο διαδοκικά τρίμηνα κάμψης, που αποτελούν τον τεχνικό ορισμό της ύφεσης.
Η ύφεση και η ΕΚΤ
Ο επικεφαλής οικονομολόγος της IHS, Φιλ Σμιθ, τόνισε χαρακτηριστικά ότι η οικονομία της Γερμανίας «κουτσαίνει προς το τελευταίο τρίμηνο του έτους και, με τους ρυθμούς που κινείται, μπορεί να μην υπάρξει ανάπτυξη πριν το τέλος του 2019».
Ο βιομηχανικός τομέας της Γερμανίας υποχώρησε με τον ταχύτερο ρυθμό από την εποχή της μεγάλης ύφεσης του 2009, ενώ και ο τομέας των υπηρεσιών, που αντιστεκόταν στην επιβράδυνση, φαίνεται πως έχει αρχίσει να κάμπτεται.
Για τους επενδυτές αποτελεί σοβαρό πρόβλημα το γεγονός ότι δεν είναι απολύτως βέβαιη η κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής, δηλαδή αν η κεντρική τράπεζα θα συνεχίσει να στηρίζει με επιθετικά μέτρα χαλάρωσης την εξασθενημένη οικονομία της ευρωζώνης και μετά τη διαδοχή του Μάριο Ντράγκι από την Κριστίν Λαγκάρντ.
Αναλυτές της Landesbank Hessen-Thueringen τόνιζαν ότι περιμένουν να συνεχισθεί η επιθετική πολιτική της ΕΚΤ, όμως φαίνεται ότι αναπτύσσονται ισχυρές αντιστάσεις εντός του συμβουλίου της κεντρικής τράπεζας, με τον Ολλανδό κεντρικό τραπεζίτη, Κλάας Κνοτ, να δηλώνει ότι οι παρεμβάσει της ΕΚΤ ήταν δυνασάλογες των προβλημάτων της οικονομίας και να μην αποκλείει ότι η σχεδόν μόνιμη, πλέον, καθήλωση των επιτοκίων σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα μπορεί να προκαλέσει ακόμη και μείωση των ολλανδικών συντάξεων.
Η φυγή κεφαλαίων από τα χρηματιστήρια οδηγεί σε αυξημένες ροές προς την ασφάλεια των κρατικών ομολόγων. Εντυπωσιακή σήμερα ήταν η «βουτιά» σχεδόν κατά 180% της ήδη αρνητικής απόδοσης των γερμανικών 30ετών ομολόγων, που πλέον είναι χαμηλότερη και από το -0,1%. Σημαντική πτώση σημειώνουν και τα γαλλικά ομόλογα, καθώς τα στοιχεία της IHS έδειξαν σημαντική επιβράδυνση και της γαλλικής οικονομίας.
Ενθαρρυντικό για τα χρηματιστήρια είναι το γεγονός ότι η διεθνής αγορά πετρελαίου δεν φαίνεται να επηρεάζεται σοβαρά από τους κινδύνους ανάφλεξης στον Περσικό Κόλπο. Παρότι σήμερα προκλήθηκε μια μικρή αναστάτωση, μετά τις απειλές των ανταρτών Χούτι για νέες επιθέσεις στην Σαουδική Αραβία, οι διεθνείς τιμές επανήλθαν σε πτωτική πορεία και η προθεσμιακή τιμή του μπρεντ διαμορφώνεται αυτή την ώρα κοντά στα 64 δολ./βαρέλι, με μικρή πτώση σε σχέση με την Παρασκευή.
Κακή ημέρα και στην Wall Street
Δύσκολη φαίνεται ότι θα είναι η συνεδρίαση και στην Wall Street, με τα προθεσμιακά συμβόλαιο του S&P να διαπραγματεύονται μονίμως με αρνητικό πρόσημο λίγο πριν το καμπανάκι έναρξης των συναλλαγών, ύστερα από μια πολύ κακή συνεδρίαση της Παρασκευής, που ήταν η χειρότερη των τελευταίων δύο εβδομάδων και διέκοψε ένα ανοδικό σερί τριών εβδομάδων.
Αυτό που προβληματίζει τους επενδυτές στις ΗΠΑ είναι τα νέα προβλήματα στις διαπραγματεύσεις της κυβέρνησης με το Πεκίνο για τα θέματα του εμπορίου, καθώς έγινε γνωστό ότι αντιπροσωπεία από την Κίνα, που επρόκειτο να μεταβεί στην Μοντάνα για να συζητηθούν τα αγροτικά θέματα στην ατζέντα των εμπορικών σχέσεων ματαίωσε το ταξίδι της, προφανώς λόγω σοβαρών και αγεφύρωτων διαφωνιών.